Από την έντυπη έκδοση 

Στα 2,631 δισ. ευρώ εκτιμά η Επιτροπή Ανταγωνισμού το συνολικό όφελος που αποκόμισαν οι καταναλωτές από τη δράση της κατά των καρτέλ στη διάρκεια 19 ετών (από το 2002 έως και το 2020), σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην έκθεση των πεπραγμένων της ανεξάρτητης αρχής για το έτος 2020.

Όπως επισημαίνεται σχετικά, από τις συνολικά 122 αποφάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού για το χρονικό διάστημα 2002 – 2020, οι οποίες αφορούσαν παραβάσεις των άρθρων 1 και 2 του ν. 3959/2011 (πρώην ν. 703/1977) και 2α του ν. 703/1977, είναι ασφαλές να διενεργηθούν εκτιμήσεις μόνο για τις 51 αποφάσεις, ενώ το σωρευτικό εκτιμώμενο πλεόνασμα καταναλωτή αυξήθηκε κατά 19,9 εκατομμύρια ευρώ, το 2020.

Το συνολικό εκτιμώμενο πλεόνασμα καταναλωτή βασίζεται σε 14 αποφάσεις κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης (συμπεριλαμβανομένης μίας απόφασης που αφορούσε καταχρηστική εκμετάλλευση σχέσης οικονομικής εξάρτησης, 6 αποφάσεων που αφορούσαν τόσο κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης όσο και κάθετες συμπράξεις και μίας απόφασης που αφορούσε τόσο κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης όσο και οριζόντια σύμπραξη), 23 υποθέσεις οριζόντιων συμπράξεων και 14 αποφάσεις κάθετων συμπράξεων.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Επιτροπής, από τις αποφάσεις της για υποθέσεις οριζόντιων συμπράξεων το όφελος για τους καταναλωτές είναι 1,754 δισ. ευρώ, από τις αποφάσεις της κατά κάθετων συμπράξεων στα 482 εκατ. ευρώ και από τις αποφάσεις της σχετικά με την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης επιχειρήσεων 394 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με την Επιτροπή Ανταγωνισμού, τα αναφερόμενα μεγέθη συνιστούν συντηρητικές εκτιμήσεις, οι οποίες σχετίζονται με πιθανά μελλοντικά αποτελέσματα στις εν λόγω αγορές.

Τα εν λόγω μεγέθη εκτιμώνται κατά κύριο λόγο ως «στατικά» αποτελέσματα, λόγω χαμηλότερων τιμών στις επηρεαζόμενες αγορές. Για να υπολογιστεί το εκτιμώμενο πλεόνασμα του καταναλωτή που προκύπτει από κάθε απόφαση της αρχής ανταγωνισμού, όπως αναφέρει η Επιτροπή, πραγματοποιείται εκτίμηση των ακόλουθων μεγεθών:

  •  του μεγέθους του επηρεαζόμενου από την απόφαση κύκλου εργασιών,
  •  της αποφυγής της αύξησης των τιμών λόγω της παρέμβασης της Ε.Α. και
  •  της αναμενόμενης διάρκειας της αύξησης των τιμών, ελλείψει της παρέμβασης-απόφασης της Ε.Α. Το εκτιμώμενο πλεόνασμα του καταναλωτή προκύπτει ως το γινόμενο των παραπάνω τριών παραγόντων.

Για τις υποθέσεις συμπράξεων και κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης, η εκτίμηση των παραπάνω μεγεθών πραγματοποιείται ως εξής:

  • ως επηρεαζόμενος από την απόφαση κύκλος εργασιών λαμβάνεται υπόψη ο κύκλος εργασιών (ex-ante) των υπό έρευνα επιχειρήσεων στην επηρεαζόμενη(-ες) αγορά(-ες),
  • ως αναμενόμενη επίπτωση στις τιμές, ελλείψει της παρέμβασης – απόφασης της Ε.Α. λαμβάνεται υπόψη υποθετικό ποσοστό αύξησης ύψους 10% σε περιπτώσεις συμπράξεων και 5% σε περιπτώσεις κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης,
  • ως αναμενόμενη διάρκεια της αύξησης των τιμών, ελλείψει της παρέμβασης-απόφασης, λαμβάνεται υπόψη, ως υποθετικό μέγεθος, χρονικό διάστημα 3 ετών.

Σε ό,τι αφορά τις υπό εξέλιξη κύριες έρευνες της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού στις 31/12/2020 ανέρχονταν συνολικά σε 82 και αφορούν διάφορους τομείς της ελληνικής οικονομίας.[SID:14862983]

Πηγή