Χιλιάδες θέσεις εργασίας στον τουρισμό και στην εστίαση παραμένουν κενές, επισημαίνει έρευνα του Ινστιτούτου της Γερμανικής Οικονομίας (IW). Πολλοί άλλαξαν επάγγελμα λόγω πανδημίας.

Τα τελευταία στοιχεία για τη Γερμανία, που προέρχονται από το Ομοσπονδιακό Γραφείο Εργασίας (τον αντίστοιχο ΟΑΕΔ), αφορούν τον μήνα Ιούνιο. Σύμφωνα με αυτά, παραμένουν κενές περίπου 7.600 θέσεις εργασίας στον τουρισμό και στην εστίαση. Το Ινστιτούτο της Γερμανικής Οικονομίας εκτιμά ότι μόνο το 2020, πρώτο έτος της πανδημίας, είχαν αποχωρήσει από τον κλάδο περίπου 216.000 εργαζόμενοι. Ένα μέρος από αυτές τις θέσεις εργασίας φαίνεται ότι δεν έχει καλυφθεί ακόμη.

Ωστόσο, υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα στα μεμονωμένα κρατίδια της Γερμανίας. Τα λιγότερα προβλήματα καταγράφονται  στο κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, το πολυπληθέστερο της Γερμανίας. Στην Κολωνία, τη μεγαλύτερη πόλη του κρατιδίου με παράδοση στη διασκέδαση, οι επιχειρηματίες του τουρισμού και της εστίασης λένε ότι εύκολα βρίσκουν κόσμο για να αναπληρώσουν τις όποιες αποχωρήσεις. Στον αντίποδα, οι Βαυαροί συνάδελφοί τους δηλώνουν αδυναμία να προσλάβουν το απαραίτητο προσωπικό. Στην πόλη του Βίρτσμπουργκ, για παράδειγμα, το 83,6% των διαθέσιμων θέσεων εργασίας στον κλάδο δεν έχει καλυφθεί. Αλλά και στο ανατολικογερμανικό κρατίδιο Μεκλεμβούργο-Πομερανία παραμένει κενό το 60% των θέσεων εργασίας σε τουρισμό και εστίαση, παρότι πρόκειται για περιοχή με παράδοση στον τουρισμό.

Αναζητώντας εργασιακή ασφάλεια

Σύμφωνα με προηγούμενη έρευνα του Ινστιτούτου της Γερμανικής Οικονομίας, που είχε δημοσιευθεί στα τέλη Ιουλίου, το 2020 περίπου 34.800 άνθρωποι που εργάζονταν στον κλάδο άλλαξαν επάγγελμα και άρχισαν να δουλεύουν ως πωλητές ή ταμίες σε σούπερ-μάρκετ. Περίπου 27.000 προτίμησαν δουλειές γραφείου (γραμματειακή υποστήριξη και συναφή επαγγέλματα), ενώ άλλοι τόσοι απασχολούνται πλέον στον κλάδο των logistics. Τί σημαίνουν όλα αυτά; «Το κριτήριο της εργασιακής ασφάλειας γινόταν όλο και πιο σημαντικό στη διάρκεια της κρίσης», επισημαίνει η υπεύθυνη της έρευνας Πάουλα Ρίσιους. «Βέβαια παίζουν ρόλο και άλλοι παράγοντες, όπως ένα σταθερό ωράριο εργασίας, ώστε να υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στην επαγγελματική και στην προσωπική ζωή».

Κατά συνέπεια, συμπεραίνει η ερευνήτρια του IW, οι εργοδότες θα μπορούσαν να γίνουν πιο ελκυστικοί, προσφέροντας «ατομικούς λογαριασμούς χρόνου εργασίας» για μία πιο ευέλικτη διαχείριση του ωραρίου και, γενικότερα, καλύτερες συνθήκες εργασίας. Αλλά ακόμη και αυτά τα μέτρα δεν αρκούν για να εξαλείψουν το πρόβλημα. «Λόγω των δημογραφικών εξελίξεων στα επόμενα χρόνια θα διαθέτουμε ούτως ή άλλως λιγότερο εργατικό δυναμικό», λέει η Πάουλα Ρίσιους. «Η Γερμανία δεν θα μπορέσει να επιλύσει το πρόβλημα αυτό χωρίς περισσότερη μετανάστευση και χωρίς ένα ευρύτερο πλαίσιο παρεμβάσεων, που θα διευκολύνει, για παράδειγμα, την απασχόληση και τη φροντίδα των παιδιών».

Ένα δυσκολο φθινόπωρο

Στους επόμενους μήνες οι συνεχώς αυξανόμενες τιμές της ενέργειας θα προκαλέσουν νέα μείωση της τουριστικής κίνησης και ο κλάδος θα δοκιμαστεί ακόμη περισσότερο, υποστηρίζει ο Όλαφ Σέπε, πρόεδρος του Γερμανικού Συνδέσμου Ξενοδόχων και Εστιατόρων (DEHOGA) στο κρατίδιο του Βρανδεμβούργου. «Ο κόσμος θα προτιμήσει ένα ζεστό μπάνιο από ένα ζεστό φαγητό», δηλώνει χαρακτηριστικά ο Σέπε στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (dpa) και εκφράζει φόβους ότι κάποιες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις θα αναγκαστούν να κλείσουν. «Την άνοιξη του 2023 ο κλάδος θα είναι εντελώς διαφορετικός απ’ ότι σήμερα», υποστηρίζει. 

Πηγή