Της Βάσως Βεγίρη
[email protected]

Έντονους τριγμούς τόσο στο Καπάνι, την παραδοσιακή αγορά τροφίμων στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, όσο και στην Κεντρική Λαχαναγορά της πόλης έχει επιφέρει το κύμα πληθωρισμού-ακρίβειας που σηματοδότησαν ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι αυξήσεις των τιμών της ενέργειας που είχαν προηγηθεί και εντάθηκαν από το ξέσπασμα του πολέμου και εξής.

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός, όπως επισημαίνει στο naftemporiki.gr o πρόεδρος του Συνδέσμου Επαγγελματιών Ιστορικού Κέντρου (ΣΕΠΙΚ), Χρήστος Νικολόπουλος, ότι μόνο τον τελευταίο μήνα έκλεισαν άλλα πέντε καταστήματα στο Καπάνι, συγκεκριμένα δυο μανάβικα, ένα κρεοπωλείο, ένα μαγαζί με είδη λαϊκής τέχνης και ένα παντοπωλείο.

Πλέον από τα 220 καταστήματα στο Καπάνι, ενεργά είναι μετά βίας περί τα 150 και πολλά εξ αυτών υπολειτουργούν, με τις αλλεπάλληλες κινητοποιήσεις των εργαζομένων στον ΟΑΣΘ, όπως τονίζει ο κ.Νικολόπουλος, να επιδεινώνουν σημαντικά τη λειτουργία της παραδοσιακής αγοράς τροφίμων.

Ο πρόεδρος του ΣΕΠΙΚ περιγράφει την κατάσταση της αγοράς εν κατακλείδι ως “τραγική” και σαφώς χειρότερη από την αντίστοιχη περσινή περίοδο, με σημαντική επιδείνωση από τον Φεβρουάριο – έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία και εξής. Μικρή μόνο “ανάσα” δίνει στις ταβέρνες της επίσης παραδοσιακής πλατείας Άθωνος η τουριστική κίνηση στην πόλη.

Στο περιβάλλον αυτό, αίτημα των μικρών εμπορο-επαγγελματιών της Θεσσαλονίκης είναι αφενός η άμεση διευθέτηση της ορθής λειτουργίας της αστικής συγκοινωνίας, αφετέρου ένα “moratorium” ειδικών ρυθμίσεων των επιχειρήσεων με τις εταιρείες ρεύματος και φυσικού αερίου τουλάχιστον όσο διαρκεί η ενεργειακή κρίση.

ΣΕΚΑΘ

Υποτονική, στο μεταξύ, παραμένει η κίνηση και στην Κεντρική Λαχαναγορά της πόλης, με την πλειοψηφία των επιχειρήσεων, όπως επισημαίνει ο  πρόεδρος του Συνδέσμου Εμπόρων της Κεντρικής Λαχαναγοράς Θεσσαλονίκης (ΣΕΚΑΘ), Ιωάννης Χαραλαμπίδης, σε κατάσταση υπολειτουργίας.

Η κατάσταση φέτος, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, σύμφωνα με τον πρόεδρο των εμπόρων οπωροκηπευτικών της ΚΑΘ είναι χειρότερη από πολλές πλευρές: πεσμένη κίνηση, εκτόξευση ενεργειακού και γενικότερου λειτουργικού κόστους, πελάτες σε αδυναμία πληρωμής εμπορευμάτων κ.ο.κ και οι επιχειρήσεις δουλεύουν με ζημιά.

Παράλληλα ο κ.Χαραλαμπίδης κρούει κώδωνα κινδύνου για οριακή επάρκεια αγαθών εάν συνεχιστεί το κύμα αποχώρησης αγροτών από την παραγωγική διαδικασία λόγω του αυξημένου κόστους και η μετατροπή γόνιμων εκτάσεων σε πάρκα φωτοβολταϊκών, όπως και για αποδεκατισμό και εξάλειψη των παραδοσιακών μανάβικων της γειτονιάς.

Πάγιο “πονοκέφαλο” των εμπόρων της ΚΑΘ αποτελεί επίσης – χωρίς καμία ανάκριση από την πολιτεία παρά το προαναφερόμενο εξαιρετικά δυσμενές οικονομικό περιβάλλον – η επιβολή των τελών εισόδου στην Κεντρική Αγορά Θεσσαλονίκης (ΚΑΘ Α.Ε.) και οι μεγάλες αυξήσεις τους από το Υπερταμείο από το καλοκαίρι του 2020 και εξής, παρά το γεγονός ότι στην Κεντρική Αγορά του Ρέντη στην Αθήνα δεν υπάρχουν ανάλογα τέλη. Το 50%-60% της κίνησης στην ΚΑΘ, όπως σημειώνει ο κ.Χαραλαμπίδης, γίνεται από Βαλκάνιους πελάτες, που καλούνται να πληρώνουν καθημερινά 25 ευρώ μόνο για να μπουν στην ΚΑΘ έκαστος.

Πηγή