«Πρόκειται για ανέκδοτο… Είναι πρόταση που δεν δίνει τίποτα το χρήσιμο για κανέναν ακόμη και στο ακραίο σενάριο που είδαμε τον Αύγουστο (σ.σ.: τιμή ρεκόρ για το φυσικό αέριο). Δεν είναι πλαφόν».

Το παραπάνω σχόλιο ανήκει στη Σιμόν Ταλιαπέτρα, υψηλόβαθμο στέλεχος στο εγνωσμένου κύρους think tank των Βρυξελλών Bruegel, και αφορά την περίφημη πρόταση της Κομισιόν για πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου στα 275 ευρώ τη μεγαβατώρα. Το αλιεύσαμε από πρόσφατο σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times.

Το θρίλερ με το πλαφόν συνεχίζεται και άγνωστο τελικά «πού θα κάτσει η μπίλια», με τους Ευρωπαίους καταναλωτές να παρακολουθούν αποσβολωμένοι παζάρια που δεν έχουν καμία σχέση με τη δύσκολη πραγματικότητα που ζουν.

Πέραν της τιμής του πλαφόν, τα όσα αναφέρθηκαν για τους όρους που θα επιβληθούν για την ενεργοποίηση του σχετικού μηχανισμού μοιάζουν με «κινέζικα». Αν πράγματι η Κομισιόν και τα πλούσια κράτη της Ε.Ε. ήθελαν να παρέμβουν στην αγορά, θα έπρεπε να συζητούν για τιμές στα 100 ευρώ η μεγαβατώρα ή και χαμηλότερα, τιμές στις οποίες είχε εκτιναχθεί πέρυσι ούτως ή άλλως το φυσικό αέριο, πριν ακόμη τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.

Εκτός, ωστόσο, από την πάγια αδυναμία της Ε.Ε. να δράσει με γνώμονα το κοινό καλό και όχι τα συμφέροντα των ολίγων και τη συγκυρία του πολέμου στην Ουκρανία, η ρίζα του προβλήματος βρίσκεται στην ίδια τη «χρηματιστηριοποίηση» κάθε ζωτικού για την κοινωνία αγαθού.

Για παράδειγμα, θυμάμαι στα τέλη της δεκαετίας του 2000, όταν οι τιμές των δημητριακών είχαν και πάλι εκτιναχθεί στα ύψη, χωρίς να υπάρχει πόλεμος στην Ουκρανία, ούτε διεθνείς κυρώσεις στη Ρωσία, κάποιες τράπεζες να στέλνουν ενημερωτικά δελτία Τύπου για νέα «επενδυτικά προϊόντα», που στηρίζονταν στους δείκτες των διεθνών τιμών των γεωργικών προϊόντων, απευθυνόμενες ακόμη και στο μέσο βαλάντιο.

Οι δυνάμεις της αγοράς, και μάλιστα οι χρηματιστηριακές, δεν μπορούν από μόνες τους να δώσουν λύση…

Από την έντυπη έκδοση

Πηγή