Απομονωμένος, παρανοϊκός και όλο και περισσότερο πιο κοντά στην ακραία εκδοχή του Στάλιν. Με αυτά τα λόγια περιγράφει ο Andrei Kolesnikov του Forreign Affairs τον Βλαντίμιρ Πούτιν του σήμερα, σχεδόν εννιά μήνες μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.

«Δεν είναι μόνο ότι η σιδερένια διακυβέρνηση του Στάλιν έχει γίνει πρότυπο για το σημερινό Κρεμλίνο. Όλο και περισσότερο, ο ίδιος ο Πούτιν μοιάζει με τον Στάλιν στην τελευταία του εποχή, όταν ο σοβιετικός ηγέτης έζησε τα πιο παρανοϊκά και σκληρά του χρόνια», αναφέρει εξηγώντας τις ομοιότητες που διακρίνει, όσον αφορά το στιλ, το μοντέλο ηγεσίας αλλά και την κοσμοθεωρία των δύο ηγετών.

«Όπως ο Στάλιν στην τελευταία του περίοδο, ο Πούτιν πέρασε επίσης περισσότερα από 20 χρόνια στην εξουσία (συμπεριλαμβανομένης της περιόδου του ως πρωθυπουργού από το 2008 έως το 2012), και στην τρέχουσα προεδρική του θητεία, που ξεκίνησε το 2018, έχει επίσης επιδείξει πολλά από τα στοιχεία που χαρακτήριζαν τον Στάλιν τότε (μισαλλοδοξία για τις απόψεις των άλλων, συνεχής καχυποψία για τους στενούς του συνεργάτες, επιδεικτική βαρβαρότητα, εμμονικές ιδέες). Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, τροποποίησε το ρωσικό σύνταγμα για να βολέψει τις προεδρικές του θητείες, ενορχήστρωσε τη δηλητηρίαση και τη σύλληψη του ηγέτη της αντιπολίτευσης Αλεξέι Ναβάλνι και ξεκίνησε έναν πόλεμο με καταστροφικές συνέπειες για ολόκληρο τον κόσμο», σημειώνει.

EPA/MAXIM SHIPENKOV

Ήδη από τις πρώτες φάσεις του πολέμου ορισμένοι αναλυτές επέμεναν στο στοιχείο της παράνοιας ως χαρακτηριστικό του Ρώσου προέδρου, κάτι που απορρίφθηκε ως «βολική»  από μεγάλη μερίδα της επιστημονικής κοινότητας. Αναγνωρίζοντας ότι σαφώς ο Πούτιν του σήμερα δεν είναι ο Πούτιν του 2002 καθώς παίρνει περισσότερα ρίσκα και ακούει λιγότερο τις συμβουλές που δεν είναι ευνοϊκές στα αφτιά του, αυτή η μερίδα αναλυτών διαπίστωνε παρόλα αυτά ότι στο βάθος του παραμένει ο ίδιος άνθρωπος. Απλά βλέπουμε μια καρικατούρα του εαυτού του, όπως έχει πει χαρακτηριστικά ο καθηγητής Μαρκ Γκαλεότι.

Σύμφωνα με τον συγγραφέα και καθηγητή, που ειδικεύεται στη Ρωσία, ο Πούτιν είναι ένας οπορτουνιστής, ένας άνθρωπος που έχει στο μυαλό του περίπου τι συνιστά νίκη για τον ίδιο αλλά δεν έχει συγκεκριμένο σχέδιο για το πώς θα φτάσει εκεί. Γι’ αυτό και συχνά καταλήγει σε απρόβλεπτες επιλογές, ή και στο χάος, με ένα ολόκληρο σύστημα να αφήνεται ελεύθερο να κάνει ό,τι κρίνει πως θα ευχαριστήσει τελικά το αφεντικό.

Η δύναμή του βασίζεται επίσης συχνά στην αδυναμία της Δύσης να αποβάλει την στερεοτυπική της οπτική που τον θέλει πίσω από όλα, αλλά και στην εντύπωση ότι είναι ανίκητος, αδυσώπητος και δεν θα σταματήσει σε τίποτα μέχρι να επιτύχει τους στόχους του.

Ήδη στην Ουκρανία βλέπουμε ότι ο Πούτιν δέχεται πλήγματα, άρα θα μπορούσε και να νικηθεί. Ο ρωσικός στρατός έχει μεγάλες απώλειες, αλλά κυρίως έχει χάσει το πάνω χέρι στο πεδίο. Από την άλλη, όπως υποστηρίζει ο Max Boot της Washington Post, δεν έχει καταρριφθεί ο μύθος ότι ο Πούτιν δεν θα σταματήσει σε τίποτα μέχρι να επιτύχει τους στόχους του.

Λόγω αυτού «ορισμένοι στη Δύση υποστηρίζουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να πιέσουν το Κίεβο να προσέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, επειδή οι Ουκρανοί δεν θα καταφέρουν ποτέ να ανακτήσουν το χαμένο τους έδαφος. Αυτό το επιχείρημα βασίζεται στην υπόθεση ότι ο Πούτιν θα συνεχίσει να κλιμακώνει την κατάσταση επ ‘αόριστον με περισσότερα στρατεύματα και περισσότερα όπλα, ακόμη και πυρηνικά όπλα, εάν χρειαστεί», εξηγεί.

Παρατηρεί όμως κάτι: τον τελευταίο καιρό έχουμε δει συμπεριφορές από τον Ρώσο πρόεδρο που υποδηλώνουν ότι παραμένει ένας λογικός άνθρωπος.

Οι λογικές συμπεριφορές στις οποίες αναφέρεται ο Boot είναι η επιστροφή στην συμφωνία για τα ουκρανικά σιτηρά– η οποία επήλθε μετά από την πίεση της Άγκυρας που έχει αυξήσει την επιρροή της στη Μόσχα-και η διαβεβαίωση ότι δεν υπάρχει ανάγκη για χρήση πυρηνικών όπλων- μια απειλή που είναι σαν να έχει διακόπτη ανάβοντας και σβήνοντας ανάλογα με την περίσταση, και μια απειλή για την οποία έχει εκφράσει την αντίθεσή του ένας σταθερός σύμμαχος και σημαντικός εμπορικός εταίρος της Ρωσίας, η Κίνα.

«Ο Πούτιν δεν είναι ένας είδος Σλάβου Εξολοθρευτή που θα συνεχίσει τον δρόμο του ό,τι κι αν γίνει», καταλήγει ο Boot διευκρινίζοντας ότι σαφώς και δεν έχει εγκαταλείψει τις ελπίδες του να επιτύχει τους στόχους του με τη βία, τουλάχιστον, την προσάρτηση τεσσάρων ουκρανικών επαρχιών. «Υποδηλώνει όμως ότι ο πόλεμος δεν θα διαρκέσει για πάντα και μια πιο αποδεκτή διευθέτηση θα μπορούσε να επιτευχθεί εάν η Ρωσία υποστεί περισσότερες ήττες στο πεδίο της μάχης», υποστηρίζει εννοώντας ότι οι αποτυχίες στο πεδίο αναγκάζουν τον Πούτιν να σκέφτεται λογικά.

EPA/MAXIM SHIPENKOV

Τι ορίζεται όμως ως λογικό;  Αναφορικά με την παράμετρο της ορθολογικής σκέψης το R.Politik σημειώνει ότι η σωστή ερώτηση δεν είναι εάν ο Πούτιν μπορεί να σκεφτεί λογικά- καθώς η λογική αποτελεί μια πολύ περιστασιακή έννοια- αλλά κατά πόσο μπορεί να παίρνει αποφάσεις που δεν είναι εις βάρος των συμφερόντων του.

Για να απαντηθεί αυτή η ερώτηση, παραθέτει τρεις σημαντικούς παράγοντες:

1.Ο βαθμός στον οποίο είναι ενημερωμένος.

«Ακόμα κι αν υπάρχουν κάποια προβλήματα, ο Πούτιν εξακολουθεί να έχει πρόσβαση, λίγο πολύ, σε αντικειμενικές πληροφορίες».

2.Ο βαθμός στον οποίο μπορεί να ελέγξει τα συναισθήματά του.

«Ο Πούτιν μπορεί να είναι θυμωμένος, εκνευρισμένος, αγανακτισμένος, αλλά στο τέλος ελέγχει λίγο πολύ τα προσωπικά του συναισθήματα».

3.Ο βαθμός κυριαρχίας των πεποιθήσεών του και η ικανότητα κριτικής σκέψης.

«Αυτό είναι το πιο ανησυχητικό. Έχει αναπτύξει υπερβολικά ισχυρά εσωτερικά ‘’ιδεολογικά’’ φίλτρα, ένα φρούριο συστήματος πεποιθήσεων που ‘’σβήνει’’ άβολες πληροφορίες και αποδίδει σημασία σε αυτήν που είναι ενσωματωμένη στην εικόνα του για τον κόσμο. Έτσι, για παράδειγμα, ό,τι είναι στο όριο μπορεί να εκληφθεί από τον Πούτιν ως mainstream…»

Με βάση όλα αυτά, το R.Politik καταλήγει ότι ο Πούτιν είναι εξαιρετικά ορθολογικός μέσα στο ιδεολογικό του πλαίσιο, ωστόσο, γίνεται όλο και λιγότερο δεκτικός σε πληροφορίες που δεν ταιριάζουν στην αντίληψή του. «Και αυτό είναι εξαιρετικά επιζήμιο για την ποιότητα της ανάλυσής του. Είναι δηλαδή λογικός, αλλά μέσα σε ένα πολύ στενό πλαίσιο».

Πηγή