Από την έντυπη έκδοση

Της Ειρήνης Σακελλάρη 
[email protected]

Την εξίσωση των ανατρεπτικών συνθηκών οι οποίες επικρατούν στο τραπεζικό σύστημα επιχειρούν να ισοσκελίσουν τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας.

Οι προϋπολογισμοί των τραπεζών δεν αποτελούν πια απλή υπόθεση, αφού στηρίζονται σε ένα πλήθος εκτιμήσεων που διαμορφώνουν οι νέες συνθήκες και κυρίως η αύξηση των επιτοκίων. Όμως η διαχείριση της αύξησης αυτής δεν αποτελεί ούτε αυτή απλή υπόθεση.

Από τη μία πλευρά καταγράφονται τα κέρδη από τα αυξημένα επιτόκια και από την άλλη το κόστος που θα προκύψει α) από την απόδοση που θα πρέπει να χορηγήσουν οι τράπεζες στους καταθέτες τους και β) από τις προβλέψεις οι οποίες πρέπει να ληφθούν εν όψει των νέων κόκκινων δανείων.

Μπορεί να το θέμα των κόκκινων δανείων να μην απασχόλησε το α’ εξάμηνο τις τράπεζες, όμως τα πιστωτικά ιδρύματα θεωρούν περίπου βέβαιο πως θα υπάρξουν νέα κόκκινα δάνεια κυρίως από τα ρυθμισμένα δάνεια, εξαιτίας των πληθωριστικών πιέσεων και της εξωφρενικής σε ορισμένες περιπτώσεις ανόδου των τιμών που αυτές επιφέρουν.

Στις 8 Σεπτεμβρίου αναμένεται μια άνοδος των επιτοκίων από 50 έως 75 μονάδες βάσης. Στο τέλος Οκτωβρίου (27/10) οι υπολογισμοί μιλούν για μια άνοδο άλλες 25 μονάδες βάσης που θα συμπληρωθούν με άλλες 25 τον Δεκέμβριο (15/12). Έτσι από τώρα έως και το τέλος του έτους υπολογίζεται τα επιτόκια να έχουν ανέβει 1% έως 1,25% και με άνοδο 50 έως 75 μονάδες βάσης Φεβρουάριο (2/2/23) και Μάρτιο του 2023 (16/3) η ενίσχυση θα φθάσει στο 1,75% έως 2%.

Η επόμενη αύξηση -πέραν αυτής του Σεπτεμβρίου- θα αρχίσει να αναδιαμορφώνει σημαντικά το σκηνικό για τις τράπεζες, αφού θα πρέπει να αρχίσουν να μετακυλίουν τουλάχιστον το μισό των αυξήσεων αυτών στο επιτόκιο καταθέσεων.

Πώς θα «χτιστούν» οι προϋπολογισμοί του 2023

Ταυτόχρονα, ο φόβος των αυξημένων NPEs για τις τράπεζες θα είναι πια ορατός από κάθε άποψη. Όπως λοιπόν υπολογίζουν τα νέα δεδομένα τους, τα πιστωτικά ιδρύματα βλέπουν ωφέλεια 200 εκατ. ευρώ από τους αυξημένους τόκους των δανείων -για κάθε μία από τις συστημικές τράπεζες-, ενώ σταδιακά 50-100 εκατ. ευρώ από τα κέρδη αυτά θα μετακυλιστούν προς τις καταθέσεις.

Το μεγάλο ερώτημα που πρέπει να απαντήσουν οι τράπεζες προκειμένου να συντάξουν προϋπολογισμούς είναι εάν το υπόλοιπο θα επαρκέσει για τις προβλέψεις που πρέπει να λάβουν οι τράπεζες σε ό,τι αφορά τα νέα κόκκινα δάνεια. Η απάντηση αυτή θα κρίνει εν πολλοίς την κερδοφορία των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Αυτό είναι ένα από τα ερωτήματα λοιπόν που επεξεργάζονται και θα συνεχίσουν να επεξεργάζονται τα πιστωτικά ιδρύματα έως ότου καταλήξουν στις εκτιμήσεις τους.

Από την άλλη πλευρά, τα νέα NPEs σχετίζονται σημαντικά και με τα καινούργια δάνεια που οι τράπεζες θα εκταμιεύσουν. Αυτή η παράμετρος επίσης προβληματίζει τα επιτελεία των τραπεζών, μιας και τα αυξημένα επιτόκια ενδέχεται να περιορίσουν τον δανεισμό των εταιρειών και των ιδιωτών.Τέλος, τον Ιανουάριο του 2023 είναι το τελευταίο σημαντικό έξοδο που έχουν οι τράπεζες να αντιμετωπίσουν ως πρόβλεψη στους προϋπολογισμούς τους με βάση τα ενισχυμένα λογιστικά πρότυπα IFRS 9, το οποίο θα επιβαρύνει 200 εκατ. ευρώ περίπου τον προϋπολογισμό της κάθε μίας από τις συστημικές τράπεζες.

Πηγή