Με τροπολογία που κατατέθηκε σε νομοσχέδιο του υπ.Υγείας, επανακαθορίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία χορήγησης άδειας διαμονής επενδυτή σε πολίτες τρίτων χωρών, σύμφωνα με το άρθρο 20 του Κώδικα Μετανάστευσης και Ασύλου (ν.4251/2014) και, μεταξύ άλλων, εισάγεται διαφοροποίηση ως προς την ελάχιστη αξία της ακίνητης περιουσίας καθώς και το ύψος του συνολικού συμβατικού μισθώματος των μισθώσεων ξενοδοχειακών καταλυμάτων ή τουριστικών κατοικιών, με την επιφύλαξη εφαρμογής της τιθέμενης μεταβατικής ισχύος ρύθμισης.

Συγκεκριμένα, αναπροσαρμόζεται το ελάχιστο ποσό επένδυσης σε ακίνητη περιουσία για χορήγηση μόνιμης άδειας επενδυτή, σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας, οι οποίες κρίνονται ως υψηλού επενδυτικού ενδιαφέροντος και ως εκ τούτου το ισχύον ποσό των 250.000 ευρώ παρίσταται χαμηλό, ενώ τίθεται και όριο στον αριθμό ακινήτων για τα οποία μπορεί να χορηγηθεί μόνιμη άδεια διαμονής επενδυτή.

Παράλληλα, το πρόγραμμα «GOLDEN VISA», το οποίο εφαρμόζεται επιτυχώς στη χώρα από το 2012, κρίνεται απολύτως επικερδές για τα δημόσια έσοδα και μάλιστα αρκετά ανταγωνιστικό σε σύγκριση με τις χώρες που εφαρμόζουν αντίστοιχα προγράμματα.

Επί μια δεκαετία το ελάχιστο ποσό επένδυσης έχει παραμείνει στα ίδια επίπεδα και πλέον ο χρόνος κρίνεται εύλογος για μια αναπροσαρμογή του ποσού καθώς οι σχετικοί δείκτες μέτρησης κατατείνουν προς τούτο. Η αναπροσαρμογή αναμένεται να οδηγήσει σε αύξηση του επενδυτικού ενδιαφέροντος και στις περιοχές της χώρας, στις οποίες το ελάχιστο ποσό επένδυσης παραμένει στα 250.000 ευρώ.

Αιτιολογική έκθεση

ΕΝΟΤΗΤΑ Α: Αιτιολογική έκθεση

Η «ταυτότητα» της αξιολογούμενης ρύθμισης

Ποιο ζήτημα αντιμετωπίζει η αξιολογούμενη ρύθμιση;

Άρθρο 1: Αναπροσαρμόζεται σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας το ελάχιστο απαιτούμενο ποσό για την επένδυση σε ακίνητη περιουσία για τη χορήγηση μόνιμης άδειας επενδυτή σύμφωνα με την παρ. Β του άρθρου 20 του ν. 4251/2014 (Α’ 80) και περιορίζεται ο αριθμός των ακινήτων στα οποία πραγματοποιείται η επένδυση.

Άρθρο 2: Τίθεται η αναγκαία μεταβατική διάταξη, η οποία θέτει τις προϋποθέσεις για την ομαλή μετάβαση στο νέο καθεστώς χορήγησης της μόνιμης άδειας επενδυτή σύμφωνα με την παρ. Β του άρθρου 20 του ν. 4251/2014.

Άρθρο 3: Προστίθεται στο άρθρο 8 του ν. 4251/2014, η δυνατότητα υποβολής, από πολίτη τρίτης χώρας, ο οποίος ευρίσκεται εκτός της ελληνικής Επικράτειας, αίτησης για χορήγηση άδειας διαμονής επενδυτή, πριν από την είσοδό του στη χώρα, μέσω νόμιμου αντιπροσώπου δυνάμει σχετικού πληρεξουσίου, το οποίο φέρει επισημείωση της Χάγης ή αντίστοιχη θεώρηση της αρμόδιας ελληνικής προξενικής αρχής, κατά περίπτωση.

2. Γιατί αποτελεί πρόβλημα;
    

Άρθρο 1: Ενισχύεται η κυβερνητική πολιτική για την αύξηση διαθέσιμης στέγης για τους πολίτες στο πλαίσιο και των υπόλοιπων κυβερνητικών μέτρων και προγραμμάτων στέγασης. Αναπροσαρμόζεται το ελάχιστο ποσό επένδυσης σε ακίνητη περιουσία για χορήγηση μόνιμης άδειας επενδυτή, σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας, οι οποίες κρίνονται ως υψηλού επενδυτικού ενδιαφέροντος και ως εκ τούτου το ισχύον ποσό των 250.000 ευρώ παρίσταται χαμηλό, ενώ τίθεται και όριο στον αριθμό ακινήτων για τα οποία μπορεί να χορηγηθεί μόνιμη άδεια διαμονής επενδυτή.

Παράλληλα, το πρόγραμμα «GOLDEN VISA», το οποίο εφαρμόζεται επιτυχώς στη χώρα από το 2012, κρίνεται απολύτως επικερδές για τα δημόσια έσοδα και μάλιστα αρκετά ανταγωνιστικό σε σύγκριση με τις χώρες που εφαρμόζουν αντίστοιχα προγράμματα. Επί μια δεκαετία το ελάχιστο ποσό επένδυσης έχει παραμείνει στα ίδια επίπεδα και πλέον ο χρόνος κρίνεται εύλογος για μια αναπροσαρμογή του ποσού καθώς οι σχετικοί δείκτες μέτρησης κατατείνουν προς τούτο. Η αναπροσαρμογή αναμένεται να οδηγήσει σε αύξηση του επενδυτικού ενδιαφέροντος και στις περιοχές της χώρας, στις οποίες το ελάχιστο ποσό επένδυσης παραμένει στα 250.000 ευρώ.

Άρθρο 2: Εξασφαλίζεται η απαιτούμενη μεταβατικότητα για την προσαρμογή του επενδυτικού κοινού και της αγοράς εν γένει στο νέο καθεστώς για τη χορήγηση μόνιμης άδειας επενδυτή. Η αναπροσαρμογή του ποσού της επένδυσης, λαμβανομένου υπόψη του ύψους της, δεν μπορεί να εφαρμοστεί και να ισχύσει άμεσα καθώς θα επηρεάζονταν δυσμενώς οι εν εξελίξει συναλλαγές, θα επέρχονταν πλήγμα στην αξιοπιστία του κράτους και θα ήταν αντίθετη στην αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη.

Άρθρο 3: Αντιμετωπίζεται το ζήτημα της συμφόρησης όγκου αιτήσεων σε προξενεία της χώρας μας στο εξωτερικό για τη θεώρηση πληρεξουσίων, προκειμένου να υποβληθεί από τον πολίτη τρίτης χώρας η αίτηση για τη χορήγηση μόνιμης άδειας επενδυτή πριν από την είσοδό του στη χώρα. Από την ισχύουσα διάταξη συνάγεται σαφώς ότι ο νομοθέτης απαιτεί αυξημένες προϋποθέσεις ως προς την τυπική ισχύ και εγκυρότητα της θεώρησης του πληρεξουσίου ώστε να διασφαλίζεται το γνήσιο της εντολής του υποψηφίου επενδυτή προς το φυσικό πρόσωπο που εξουσιοδοτείται να προβεί σε όλες τις ενέργειες αντ’ αυτού, δεδομένου μάλιστα ότι ο υποψήφιος επενδυτής δεν είναι ακόμη γνωστός στις αρμόδιες υπηρεσίες και δεν συναλλάσσεται απευθείας με αυτές. Η θεώρηση από ελληνική προξενική αρχή παρέχει αυτά τα εχέγγυα καθώς η ισχύς της πληρεξουσιότητας δεν αμφισβητείται. Τα ίδια όμως εχέγγυα παρέχει και η θεώρηση του πληρεξουσίου με επισημείωση της Χάγης από αρμόδιο αλλοδαπό υπάλληλο καθώς αφενός είναι δυνατός ο έλεγχος του πραγματικού γεγονότος της θεώρησης από τον υπάλληλο και αφετέρου η σχετική αρμοδιότητα του υπαλλήλου να θεωρεί με apostille σχετικά έγγραφα καθώς είναι συγκεκριμένος ο αριθμός υπηρεσιών και υπαλλήλων ανά υπηρεσία που έχουν την αρμοδιότητα θεώρησης με apostille.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Μόνιμη άδεια διαμονής επενδυτή – Αντικατάσταση παρ. Β άρθρου 20 ν. 4251/2014

Η παρ. Β του άρθρου 20 του ν. 4251/2014 (Α’ 80) αντικαθίσταται ως εξής:

«Β. Μόνιμη άδεια διαμονής επενδυτή

1. Με απόφαση του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, χορηγείται άδεια διαμονής για πέντε (5) έτη, με δυνατότητα ανανέωσης, σε πολίτη τρίτης χώρας, που:

α)Έχει εισέλθει νομίμως στη χώρα με οποιαδήποτε θεώρηση εισόδου ή διαμένει νομίμως στη χώρα, ακόμη και αν ο τίτλος διαμονής που κατέχει δεν επιτρέπει αλλαγή σκοπού.

β) Διαθέτει, κατά πλήρη κυριότητα και νομή, ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα. Επί εξ αδιαιρέτου συγκυριότητας ακινήτου, αξίας κτήσης κατ’ ελάχιστον ίσης με την οριζόμενη στην υποπαρ. 2, δικαίωμα διαμονής παρέχεται, μόνον αν οι συνιδιοκτήτες είναι σύζυγοι ή σύντροφοι που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης. Σε αντίθετη περίπτωση, το δικαίωμα διαμονής παρέχεται μόνον εάν το ποσοστό κάθε συνιδιοκτήτη είναι αξίας τουλάχιστον ίσης με την οριζόμενη στην υποπαρ. 2.

γ) Διαθέτει κατά πλήρη κυριότητα και νομή ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα αξίας κτήσης κατ’ ελάχιστον ίσης με την οριζόμενη στην υποπαρ. 2, μέσω νομικού προσώπου με έδρα στην Ελλάδα ή άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε., του οποίου τις μετοχές ή τα εταιρικά μερίδια κατέχει εξ ολοκλήρου.

δ) Έχει συνάψει μακροχρόνια σύμβαση σύνθετου τουριστικού καταλύματος, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 4002/2011 (Α’ 180) ή σύμβαση χρονομεριστικής μίσθωσης τουριστικού καταλύματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1652/1986 (Α’ 167), αξίας τουλάχιστον ίσης με την οριζόμενη στην υποπαρ. 2.

ε) Είναι ενήλικος και απέκτησε κατά πλήρη κυριότητα και νομή ως εξ αδιαθέτου ή από διαθήκη κληρονόμος ή συνεπεία γονικής παροχής, ακίνητη περιουσία αντικειμενικής αξίας τουλάχιστον ίσης με την οριζόμενη στην υποπαρ. 2.

2. α) Για τις Περιφερειακές Ενότητες Βορείου, Κεντρικού και Νοτίου Τομέα Αθηνών της Περιφέρειας Αττικής, τον Δήμο Θεσσαλονίκης και τις Περιφερειακές Ενότητες Μυκόνου και Σαντορίνης της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου η ελάχιστη αξία της ακίνητης περιουσίας κατά τον χρόνο κτήσης της, καθώς και το συνολικό συμβατικό μίσθωμα των μισθώσεων ξενοδοχειακών καταλυμάτων ή τουριστικών κατοικιών του παρόντος, καθορίζεται σε πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ και πρέπει να έχει καταβληθεί ολοσχερώς πριν από την υποβολή του αιτήματος για τη χορήγηση της μόνιμης άδειας διαμονής επενδυτή. Στην περίπτωση της επένδυσης μέσω αγοράς ακίνητης περιουσίας στις περιοχές του πρώτου εδαφίου, αυτή πραγματοποιείται σε ένα μόνο ακίνητο. Στην περίπτωση επένδυσης μέσω αγοράς σε ποσοστό εξ αδιαιρέτου συγκυριότητας ακινήτου, η ελάχιστη αξία του ποσοστού συγκυριότητας καθορίζεται σε πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ και η επένδυση πραγματοποιείται σε ένα μόνο ακίνητο.

β) Για τις λοιπές περιοχές της χώρας η ελάχιστη αξία της ακίνητης περιουσίας κατά τον χρόνο κτήσης της, καθώς και το συνολικό συμβατικό μίσθωμα των μισθώσεων ξενοδοχειακών καταλυμάτων ή τουριστικών κατοικιών του παρόντος, καθορίζεται σε διακόσιες πενήντα χιλιάδες (250.000) ευρώ και πρέπει να έχει καταβληθεί ολοσχερώς πριν από την υποβολή του αιτήματος για τη χορήγηση της μόνιμης άδειας διαμονής επενδυτή. Στην περίπτωση της επένδυσης μέσω αγοράς ακίνητης περιουσίας στις περιοχές του πρώτου εδαφίου, αυτή πραγματοποιείται σε ένα ή περισσότερα ακίνητα.

3. Η ελάχιστη αξία της ακίνητης περιουσίας κατά τον χρόνο κτήσης της, καθώς και το συνολικό συμβατικό μίσθωμα των μισθώσεων ξενοδοχειακών καταλυμάτων ή τουριστικών κατοικιών του παρόντος, όπως προκύπτει από τις συμβολαιογραφικές πράξεις μεταβίβασης και, σε περίπτωση που τελούν υπό αίρεση της καταβολής πιστούμενου τιμήματος, από τις αντίστοιχες νόμιμα μεταγεγραμμένες συμβολαιογραφικές πράξεις εξόφλησης και άρσης διαλυτικής αίρεσης, ή τις συμβάσεις μίσθωσης, αντίστοιχα, που καθορίζονται σύμφωνα με την υποπαρ. 2, πρέπει να έχει καταβληθεί ολοσχερώς πριν την υποβολή του αιτήματος για τη χορήγηση της μόνιμης άδειας διαμονής επενδυτή.

4. Πολίτες τρίτων χωρών – κάτοχοι άδειας μόνιμης διαμονής επενδυτή δύνανται να ανανεώνουν την άδεια διαμονής τους, για ισόχρονη διάρκεια κάθε φορά, εφόσον η ακίνητη περιουσία παραμένει στην κυριότητα και νομή τους ή παραμένουν σε ισχύ οι συμβάσεις της υποπαρ. 1 και πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις του νόμου. Διαστήματα απουσίας από τη χώρα δεν αποτελούν παρακωλυτικό λόγο για την ανανέωση της άδειας διαμονής.

5. Το συμφωνηθέν τίμημα ή μίσθωμα καταβάλλεται στο σύνολό του με τους εξής τρόπους: α) με δίγραμμη τραπεζική επιταγή σε λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου που τηρείται σε πιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί στην Ελλάδα, β) με μεταφορά πίστωσης, κατά την περ. 24 του άρθρου 4 του ν. 4537/2018 (Α’ 84) και γ) μέσω POS εγκατεστημένου από πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, ο οποίος λειτουργεί στην Ελλάδα, με χρέωση τραπεζικής πιστωτικής ή χρεωστικής κάρτας του αγοραστή, σε λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου που τηρείται σε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, κατά την περ. 11 του άρθρου 4 του ν. 4537/2018, ο οποίος λειτουργεί στην Ελλάδα. Η ως άνω πληρωμή δύναται να πραγματοποιηθεί και από σύζυγο ή συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι β’ βαθμού του αγοραστή. Όλες οι ανωτέρω διατάξεις καταλαμβάνουν και τις καταβολές που έχουν λάβει χώρα με τους ως άνω τρόπους πληρωμής από 1.1.2017 μέχρι σήμερα. Όλα τα ειδικότερα στοιχεία διενέργειας της πληρωμής, συμπεριλαμβανομένων ιδίως των στοιχείων ταυτοποίησης του πωλητή, του αγοραστή και τυχόν τρίτου πληρωτή, του αριθμού λογαριασμών πληρωμών του πληρωτή, της διεύθυνσής του, του επίσημου αριθμού προσωπικού εγγράφου του, του αναγνωριστικού αριθμού του πληρωτή ή της ημερομηνίας καιτου τόπου γέννησής του, του τρόπου πληρωμής και των σχετικών λογαριασμών πληρωμών χρέωσης του πληρωτή και πίστωσης του δικαιούχου, καθώς και της υπεύθυνης δήλωσης του αγοραστή για τη συζυγική σχέση ή τη συγγένεια με τρίτο πληρωτή, πρέπει να δηλώνονται και να υποβάλλονται υπευθύνως από τους συμβαλλόμενους ενώπιον του συντάσσοντος το συμβόλαιο συμβολαιογράφου και να αναγράφονται σε αυτό.

6. Ο πολίτης τρίτης χώρας, κατά την κατάθεση της αίτησης για τη χορήγηση της μόνιμης άδειας διαμονής επενδυτή, υποβάλλει βεβαίωση του συμβολαιογράφου που συνέταξε τις συμβολαιογραφικές πράξεις μεταβίβασης ή τις συμβάσεις μίσθωσης της υποπαρ. 2 της παρ. Β, με την οποία βεβαιώνονται τα στοιχεία των συμβαλλομένων μερών, τα στοιχεία του ακινήτου, ο τρόπος καταβολής του συ μφωνηθέντος τιμήματος ή μισθώματος και όλα τα ειδικότερα στοιχεία διενέργειας της πληρωμής, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας, η ύπαρξη τυχόν διαλυτικής αίρεσης, καθώς και εάν το συγκεκριμένο ακίνητο έχει χρησιμοποιηθεί από τον πωλητή για την έκδοση μόνιμης άδειας διαμονής επενδυτή.

7. Στους πολίτες τρίτων χωρών, κατόχους ακινήτων παρέχεται δυνατότητα εκμίσθωσης αυτών.

8. Ο πολίτης τρίτης χώρας της παρ. 7 μπορεί να συνοδεύεται και από τα μέλη της οικογένειάς του στα οποία χορηγείται, ύστερα από αίτησή τους, ατομική άδεια διαμονής που λήγει ταυτόχρονα με την άδεια διαμονής του συντηρούντος. Ως μέλη της οικογένειας νοούνται:

(α) ο έτερος των συζύγων ή των συντρόφων με τον/την οποίο/α ο/η πολίτης τρίτης χώρας έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης στην Ελλάδα,

(β) τα άγαμα κοινά τέκνα των συζύγων ή συντρόφων κάτω των είκοσι ενός (21) ετών,

(γ) τα άγαμα τέκνα του συντηρούντος ή του ετέρου των συζύγων ή συντρόφων, εφόσον η επιμέλεια έχει νομίμως ανατεθεί για μεν τα τέκνα του/της συντηρούντος σε αυτόν/αυτήν, για δε τα τέκνα του/της ετέρου των συζύγων ή συντρόφων κάτω των είκοσι ενός (21) ετών σε αυτόν/αυτήν,

(δ) οι απευθείας ανιόντες των συζύγων ή συντρόφων.

Στα τέκνα των περ. (β) και (γ) που συμπληρώνουν το εικοστό πρώτο (21ο) έτος της ηλικίας τους, χορηγείται αυτοτελής άδεια διαμονής για τρία (3) έτη, κατ’ αναλογική εφαρμογή της παρ. 5 του άρθρου 76, με μόνη υποχρέωση την προσκόμιση της προηγούμενης άδειας διαμονής για οικογενειακή επανένωση.

9. Η μεταπώληση της ακίνητης περιουσίας κατά τη διάρκεια ισχύος της άδειας διαμονής, σε έτερο πολίτη τρίτης χώρας παρέχει δικαίωμα χορήγησης άδειας διαμονής στον νέο αγοραστή με ταυτόχρονη ανάκληση της άδειας διαμονής του πωλητή.

10. Οι άδειες διαμονής που χορηγούνται με το παρόν άρθρο δεν καθιερώνουν δικαίωμα πρόσβασης σε οποιαδήποτε μορφή εργασίας.

11. Η έκδοση της άδειας διαμονής χορηγείται εντός δύο (2) μηνών από την περιέλευση όλων των στοιχείων του φακέλου στην εκδούσα αρχή.

12. Σε περίπτωση σύναψης συμβολαίου πώλησης ακινήτου με οποιοδήποτε τίμημα, ο πωλητής, πολίτης τρίτης χώρας, οφείλει να προσκομίσει βεβαίωση της κατά τόπον αρμόδιας υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, σχετικά με το αν το συγκεκριμένο ακίνητο έχει χρησιμοποιηθεί για την έκδοση μόνιμης άδειας διαμονής επενδυτή. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση πώλησης ακινήτου από νομικό πρόσωπο, τις μετοχές ή τα εταιρικά μερίδια του οποίου κατέχει εξ ολοκλήρου πολίτης τρίτης χώρας, σύμφωνα με την περ. γ’ της υποπαρ. 1

13. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Δικαιοσύνης και Μετανάστευσης και Ασύλου καθορίζονται ο τύπος και το περιεχόμενο της βεβαίωσης της παρ. 6, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

14. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Μετανάστευσης και Ασύλου, μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ύψος της ως άνω ακίνητης περιουσίας, καθώς και να καταρτίζονται κατάλογοι περιοχών της επικράτειας, με τουλάχιστον πενταετή διάρκεια, για τις οποίες δύναται να ισχύει διαφοροποίηση ως προς το ύψος της επένδυσης της υποπαρ. 2, λαμβάνοντας υπόψη στοιχεία, όπως η αναπτυξιακή στόχευση, η τουριστική ανάπτυξη, η γεωγραφική θέση, καθώς και οι εμπορικές ή αντικειμενικές αξίες των ευρισκόμενων στις περιοχές αυτές ακινήτων και να ρυθμίζεται κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή των ως άνω διατάξεων.»

Άρθρο 2

Μεταβατική διάταξη για τις άδειες διαμονής της παρ. Β του άρθρου 20 του ν. 4251/2014

Πολίτες τρίτων χωρών δύνανται να ολοκληρώσουν την επένδυσή τους σε ένα ή περισσότερα ακίνητα στις περιοχές της περ. α’ της υποπαρ. 2 της παρ. Β του άρθρου 20 του ν. 4251/2014 (Α’80), έως την 31η Δεκεμβρίου 2023, με ελάχιστη αξία επένδυσης τις διακόσιες πενήντα χιλιάδες (250.000) ευρώ, υπό την προϋπόθεση πληρωμής προκαταβολής ύψους δέκα τοις εκατό (10%) επί του τιμήματος αγοράς ή μίσθωσης ξενοδοχειακών καταλυμάτων ή τουριστικών κατοικιών του παρόντος μέχρι την 30η Απριλίου 2023, είτε όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της υποπαρ. 5 της παρ. Β του άρθρου 20 του ν. 4251/2014, είτε με υπογραφή συμβολαιογραφικού προσυμφώνου, είτε με υπογραφή ιδιωτικού συμφωνητικού βεβαίας χρονολογίας και σχετική απόδειξη πίστωσης της τράπεζας του αγοραστή ως προς την αποστολή του ποσού της προκαταβολής σε λογαριασμό του πωλητή μέχρι την 30η Απριλίου 2023.

Αν δεν ολοκληρωθεί η αγορά του ακίνητου για την οποία δόθηκε προκαταβολή δέκα τοις εκατό (10%) επί του τιμήματος αγοράς μέχρι την 30η Απριλίου 2023, ο πολίτης τρίτης χώρας δύναται να ολοκληρώσει την επένδυσή του σε έτερο ή έτερα ακίνητα, με ελάχιστη αξία επένδυσης διακόσιες πενήντα χιλιάδες (250.000) ευρώ και πάντως όχι πέραν της 31η Δεκεμβρίου 2023.

Άρθρο 3

Χρήση πληρεξουσίων για την υποβολή αίτησης άδειας διαμονής επενδυτή- Τροποποίηση παρ. 10 και 11 άρθρου 8 ν. 4251/2014

Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 10 και στο πρώτο εδάφιο της παρ. 11 του άρθρου 8 του ν. 4251/2014 (Α’ 80), προστίθεται, υπό προϋποθέσεις, η δυνατότητα υποβολής αίτησης ενώπιον αρμόδιας αλλοδαπής αρχής ή συμβολαιογράφου και οι παρ. 10 και 11 διαμορφώνονται ως εξής:

«10. Κατά παρέκκλιση της παρ. 1, πολίτης τρίτης χώρας, ο οποίος πληροί τις προϋποθέσεις για την υπαγωγή στις ρυθμίσεις της παρ. Α’ ή της παρ. Γ’ του άρθρου 16 ή της παρ. Β’ του άρθρου 20, δύναται να υποβάλει αίτηση για χορήγηση άδειας διαμονής δυνάμει των ανωτέρω διατάξεων, πριν την είσοδό του στην Ελληνική Επικράτεια. Η αίτηση υποβάλλεται μέσω πληρεξουσίου, σύμφωνα με την παρ. 2, δυνάμει σχετικού πληρεξουσίου εγγράφου, το οποίο έχει συνταχθεί ενώπιον ελληνικής προξενικής αρχής ή ενώπιον αρμόδιας αλλοδαπής αρχής ή συμβολαιογράφου εδρεύοντος στο εξωτερικό και φέρει την επισημείωση της Χάγης (Σφραγίδα της Συμβάσεως της Χάγης της 5ης Οκτωβρίου 1961 (APOSTILLE) ή την αντίστοιχη θεώρηση της αρμόδιας ελληνικής προξενικής αρχής κατά περίπτωση. Εφόσον τα δικαιολογητικά που κατατίθενται είναι πλήρη, χορηγείται βεβαίωση κατάθεσης αίτησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 5. Η ίδια βεβαίωση χορηγείται και στην περίπτωση που εκκρεμεί η προσκόμιση του απαιτούμενου δικαιολογητικού της περ. ε’ του άρθρου 6. Ο αϊτών πολίτης τρίτης χώρας οφείλει εντός αποκλειστικής προθεσμίας δώδεκα (12) μηνών από την υποβολή της σχετικής αίτησης, να εισέλθει στην Ελληνική Επικράτεια και να υποβάλει στην αρμόδια υπηρεσία τα απαιτούμενα βιομετρικά στοιχεία και το ανωτέρω τυχόν ελλείπον δικαιολογητικά της παρ. ε’ του άρθρου 6. Τα ανωτέρω καταλαμβάνουν και την υποβολή αίτησης για χορήγηση άδειας διαμονής, στα μέλη της οικογένειας του αιτοόντος.

11. Πολίτης τρίτης χώρας, ο οποίος ευρίσκεται εκτός της Ελληνικής Επικράτειας, μπορεί να υποβάλει στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, πριν την είσοδό του στη Χώρα, μέσω νομίμου αντιπροσώπου, δυνάμει σχετικού πληρεξουσίου, το οποίο έχει συνταχθεί ενώπιον ελληνικής προξενικής αρχής ή ενώπιον αρμόδιας αλλοδαπής αρχής ή συμβολαιογράφου εδρεύοντος στο εξωτερικό και φέρει την επισημείωση της Χάγης (Σφραγίδα της Συμβάσεως της Χάγης της 5ης Οκτωβρίου 1961 (APOSTILLE) ή την αντίστοιχη θεώρηση της αρμόδιας ελληνικής προξενικής αρχής κατά περίπτωση, αίτηση για χαρακτηρισμό επένδυσης της παρ. Α’ ή πιστοποίηση πραγματοποίησης και διακράτησης επένδυσης της παρ. Γ’ του άρθρου 16, που συνοδεύεται από τα δικαιολογητικά που ορίζονται στην απόφαση κατά περίπτωση του πρώτου και του δεύτερου εδαφίου της παρ. 12 του άρθρου 136. Η αίτηση διαβιβάζεται στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, προκειμένου να εισηγηθεί, για τον χαρακτηρισμό της επένδυσης και τη σκοπιμότητα χορήγησης άδειας διαμονής όπως προβλέπεται στην περ. 2 της παρ. Α’ του άρθρου 16 ή την πραγματοποίηση και τη διακράτηση της επένδυσης, όπως προβλέπεται στην περ. 4 της παρ. Γ’ του άρθρου 16.»

Πηγή