ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 22ας Δεκεμβρίου 2022

«Προδικαστική παραπομπή – Οδηγία 2008/7/ΕK – Άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ– Έμμεσοι φόροι επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων – Tέλος χαρτοσήμου επί των υπηρεσιών διαθέσεως στην αγορά μεριδίων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων ανοικτού τύπου σε κινητές αξίες»

Στην υπόθεση C‑656/21,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Tribunal Arbitral Tributário (Centro de Arbitragem Administrativa – CAAD) [διαιτητικό δικαστήριο φορολογικών διαφορών (κέντρο διαιτησίας επί διοικητικών υποθέσεων – CAAD), Πορτογαλία] με απόφαση της 7ης Οκτωβρίου 2021, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 29 Οκτωβρίου 2021, στο πλαίσιο της δίκης

IM Gestão de Ativos (IMGA) – Sociedade Gestora de Organismos de Investimento Coletivo SA,

IMGA Rendimento Semestral,

IMGA Ações Portugal Cat A,

IMGA Ações América Cat A,

IMGA Mercados Emergentes,

IMGA Eurofinanceiras,

IMGA Eurocarteira,

IMGA Rendimento Mais,

IMGA Investimento PPR,

IMGA Alocação Moderada Cat A,

IMGA Alocação Dinâmica Cat A,

IMGA Global Equities Selection Cat A,

IMGA Liquidez Cat A,

IMGA Money Market Cat A,

IMGA Euro Taxa Variável Cat A,

IMGA Dívida Pública Europeia,

IMGA Retorno Global Cat A,

IMGA Poupança PPR,

IMGA Alocação Conservadora Cat A,

IMGA Iberia Equities ESG Cat A,

IMGA Iberia Fixed Income ESG Cat A,

IMGA Alternativo,

CA Curto Prazo,

IMGA Ações Europa,

IMGA Flexível Cat A,

CA Monetário,

CA Rendimento,

Eurobic PPR/OICVM Ciclo Vida 35-44,

Eurobic PPR/OICVM Ciclo Vida 45-54,

Eurobic PPR/OICVM Ciclo Vida + 55,

Eurobic Seleção Top,

IMGA European Equities Cat A

κατά

Autoridade Tributária e Aduaneira,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

συγκείμενο από τους E. Regan, πρόεδρο τμήματος, Δ. Γρατσία (εισηγητή), M. Ilešič, I. Jarukaitis και Z. Csehi, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: G. Pitruzzella

γραμματέας: Α. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        οι IM Gestão de Ativos (IMGA) – Sociedade Gestora de Organismos de Investimento Coletivo SA, IMGA Rendimento Semestral, IMGA Ações Portugal Cat A, IMGA Ações América Cat A, IMGA Mercados Emergentes, IMGA Eurofinanceiras, IMGA Eurocarteira, IMGA Rendimento Mais, IMGA Investimento PPR, IMGA Alocação Moderada Cat A, IMGA Alocação Dinâmica Cat A, IMGA Global Equities Selection Cat A, IMGA Liquidez Cat A, IMGA Money Market Cat A, IMGA Euro Taxa Variável Cat A, IMGA Dívida Pública Europeia, IMGA Retorno Global Cat A, IMGA Poupança PPR, IMGA Alocação Conservadora Cat A, IMGA Iberia Equities ESG Cat A, IMGA Iberia Fixed Income ESG Cat A, IMGA Alternativo, CA Curto Prazo, IMGA Ações Europa, IMGA Flexível Cat A, CA Monetário, CA Rendimento, Eurobic PPR/OICVM Ciclo Vida 35‑44, Eurobic PPR/OICVM Ciclo Vida 45‑54, Eurobic PPR/OICVM Ciclo Vida + 55, Eurobic Seleção Top και IMGA European Equities Cat A, εκπροσωπούμενες από τον A. Fernandes de Oliveira, advogado,

–        η Πορτογαλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις P. Barros da Costa, C. Chambel Alves, H. Gomes Magno και S. Jaulino,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την I. Melo Sampaio και τον V. Uher,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/7/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2008, περί των έμμεσων φόρων των επιβαλλόμενων επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων (ΕΕ 2008, L 46, σ. 11).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της IM Gestão de Ativos (IMGA) – Sociedade Gestora de Organismos de Investimento Coletivo SA καθώς και 31 αμοιβαίων κεφαλαίων τα οποία διαχειρίζεται η ίδια, ήτοι των IMGA Rendimento Semestral, IMGA Ações Portugal Cat A, IMGA Ações América Cat A, IMGA Mercados Emergentes, IMGA Eurofinanceiras, IMGA Eurocarteira, IMGA Rendimento Mais, IMGA Investimento PPR, IMGA Alocação Moderada Cat A, IMGA Alocação Dinâmica Cat A, IMGA Global Equities Selection Cat A, IMGA Liquidez Cat A, IMGA Money Market Cat A, IMGA Euro Taxa Variável Cat A, IMGA Dívida Pública Europeia, IMGA Retorno Global Cat A, IMGA Poupança PPR, IMGA Alocação Conservadora Cat A, IMGA Iberia Equities ESG Cat A, IMGA Iberia fixed income ESG Cat A, IMGA Alternativo, CA Curto Prazo, IMGA Ações Europa, IMGA Flexível Cat A, CA Monetário, CA Rendimento, Eurobic PPR/OICVM Ciclo Vida 35‑44, Eurobic PPR/OICVM Ciclo Vida 45‑54, Eurobic PPR/OICVM Ciclo Vida + 55, Eurobic Seleção Top και IMGA European Equities Cat A, αφενός, και της Autoridade Tributária e Aduaneira (φορολογικής και τελωνειακής αρχής, Πορτογαλία), αφετέρου, λόγω της επιβολής τέλους χαρτοσήμου επί της διαθέσεως στην αγορά των ως άνω αμοιβαίων κεφαλαίων

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Οι αιτιολογικές σκέψεις 1 έως 3 και 9 της οδηγίας 2008/7 έχουν ως εξής:

«(1)       Η οδηγία 69/335/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 1969, περί των εμμέσων φόρων των επιβαλλομένων επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων [(ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 20),] υπέστη επανειλημμένα ουσιαστικές τροποποιήσεις. Δεδομένου ότι πρόκειται να πραγματοποιηθούν περαιτέρω τροποποιήσεις, θα πρέπει να αναδιατυπωθεί για λόγους σαφήνειας.

(2)       Οι έμμεσοι φόροι που επιβάλλονται επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων, ήτοι ο φόρος εισφοράς (ο φόρος που επιβάλλεται επί των εισφορών κεφαλαίου σε εταιρείες και επιχειρήσεις), ο φόρος χαρτοσήμου επί των τίτλων και ο φόρος επί των πράξεων αναδιάρθρωσης, ανεξαρτήτως του εάν οι εν λόγω πράξεις συνεπάγονται ή όχι αύξηση κεφαλαίου, δημιουργούν διακρίσεις, διπλή φορολόγηση και ανισότητες, οι οποίες παρακωλύουν την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων. Το ίδιο ισχύει για άλλους έμμεσους φόρους που έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά με τον φόρο εισφοράς ή τον φόρο χαρτοσήμου επί των τίτλων.

(3)       Συνεπώς, είναι προς το συμφέρον της εσωτερικής αγοράς να εναρμονισθεί η νομοθεσία περί των έμμεσων φόρων των επιβαλλόμενων επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων, προκειμένου να εξαλειφθούν, στο μέτρο του δυνατού, οι παράγοντες οι οποίοι ενδέχεται να στρεβλώνουν τους όρους του ανταγωνισμού ή να παρακωλύουν την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων.

[…]

(9)       Εκτός από το φόρο εισφοράς, δεν θα πρέπει να επιβάλλονται άλλοι έμμεσοι φόροι επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων. Ειδικότερα, δεν θα πρέπει να επιβάλλεται φόρος χαρτοσήμου επί των τίτλων, τόσο επί εκείνων που αντιπροσωπεύουν ίδια κεφάλαια εταιρειών, όσο και επί εκείνων οι οποίοι αντιπροσωπεύουν δανειακά κεφάλαια ανεξαρτήτως προέλευσης.»

4        Το άρθρο 1 της οδηγίας 2008/7 προβλέπει τα ακόλουθα:

«Η παρούσα οδηγία ρυθμίζει την επιβολή έμμεσων φόρων σε σχέση με τα ακόλουθα:

α)      εισφορές κεφαλαίου σε κεφαλαιουχικές εταιρείες·

β)      πράξεις αναδιάρθρωσης που αφορούν κεφαλαιουχικές εταιρείες·

γ)      το ζήτημα ορισμένων τίτλων και ομολογιών.»

5        Το άρθρο 2 της οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Κεφαλαιουχική εταιρεία», ορίζει τα εξής:

«1.      Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “κεφαλαιουχική εταιρεία” θεωρείται:

α)      οιαδήποτε εταιρεία που έχει μία από τις μορφές που παρατίθενται στο παράρτημα Ι·

β)      κάθε εταιρεία, επιχείρηση, ένωση προσώπων ή νομικό πρόσωπο, των οποίων τα μερίδια, τα αντιπροσωπεύοντα κεφάλαιο ή εταιρική εισφορά, δύνανται να αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο χρηματιστήριο·

γ)      κάθε εταιρεία, επιχείρηση, ένωση προσώπων ή νομικό πρόσωπο, που επιδιώκουν σκοπούς κερδοσκοπικούς, των οποίων τα μέλη έχουν το δικαίωμα να εκχωρούν άνευ προηγούμενης έγκρισης τα εταιρικά τους μερίδια σε τρίτους και δεν ευθύνονται για τα χρέη της εταιρείας, της επιχείρησης, της ένωσης προσώπων ή του νομικού προσώπου, παρά μόνο κατά το μέτρο της εισφοράς τους.

2.      Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, εξομοιούται προς κεφαλαιουχική εταιρεία κάθε άλλη εταιρεία, επιχείρηση, ένωση προσώπων ή νομικό πρόσωπο που επιδιώκει σκοπούς κερδοσκοπικούς.»

6        Το άρθρο 5 της ως άνω οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Πράξεις οι οποίες δεν υπόκεινται σε έμμεσο φόρο», προβλέπει στην παράγραφο 2 τα ακόλουθα:

«Τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν οποιαδήποτε μορφή έμμεσου φόρου στις ακόλουθες πράξεις:

α)      στη δημιουργία, έκδοση, εισαγωγή στο χρηματιστήριο ή θέση σε κυκλοφορία ή διαπραγμάτευση μετοχών, μεριδίων ή άλλων τίτλων ιδίας φύσεως καθώς και στα πιστοποιητικά των τίτλων αυτών, όποιος και αν είναι ο εκδότης τους·

β)      στα δάνεια, συμπεριλαμβανομένων των παγίων δανείων, τα οποία συνάπτονται υπό μορφή εκδόσεως ομολογιών ή άλλων διαπραγματεύσιμων τίτλων, όποιος και αν είναι ο εκδότης τους και σε όλες τις σχετικές διατυπώσεις, όπως η δημιουργία, έκδοση, εισαγωγή στο χρηματιστήριο, κυκλοφορία ή διαπραγμάτευση αυτών των ομολογιών ή άλλων διαπραγματεύσιμων τίτλων.»

7        Κατά το άρθρο 1, παράγραφοι 1 έως 3, της οδηγίας 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (ΕΕ 2009, L 302, σ. 32), οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) στους οποίους εφαρμόζεται η ανωτέρω οδηγία μπορούν να λαμβάνουν συμβατική μορφή (αμοιβαία κεφάλαια διαχειριζόμενα από εταιρία διαχειρίσεως) ή trust (unit trust) ή καταστατική μορφή (εταιρία επενδύσεων).

8        Κατά το άρθρο 87, πρώτη περίοδος, της ως άνω οδηγίας:

«Τα μερίδια ενός ΟΣΕΚΑ δεν εκδίδονται, εάν δεν καταβληθεί, μέσα στις συνήθεις προθεσμίες, στο ενεργητικό του ΟΣΕΚΑ το ισοδύναμο της καθαρής τιμής έκδοσης.»

 Το πορτογαλικό δίκαιο

9        Το άρθρο 1, σημείο 1, του Código do Imposto do Selo (κώδικα τελών χαρτοσήμου) προβλέπει τα εξής:

«Το τέλος χαρτοσήμου επιβάλλεται σε όλες τις πράξεις, συμβάσεις, έγγραφα, τίτλους, δικόγραφα και άλλα νομικά γεγονότα ή καταστάσεις που προβλέπονται στον Tabela Geral do Imposto do Selo [(γενικό πίνακα για το τέλος χαρτοσήμου)], συμπεριλαμβανομένων των μεταβιβάσεων αγαθών εκ χαριστικής αιτίας.»

10      Ο γενικός πίνακας τελών χαρτοσήμου (στο εξής: TGIS) περιλαμβάνει την ενότητα 17, που αφορά τις χρηματοοικονομικές πράξεις και έχει ως εξής:

«Χρηματοοικονομικές πράξεις:

[…]

17.3.      Πράξεις που πραγματοποιούνται από ή με τη διαμεσολάβηση πιστωτικών ιδρυμάτων, χρηματοοικονομικών εταιριών ή άλλων οντοτήτων που είναι νομικά ισοδύναμες με αυτές ή οποιουδήποτε άλλου χρηματοοικονομικού οργανισμού – επί του τιμολογηθέντος ποσού:

[…]

17.3.4.      Άλλες προμήθειες και ανταλλάγματα για χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των προμηθειών για τις πράξεις πληρωμής με κάρτα – [ποσοστό του τέλους χαρτοσήμου:] 4 %.»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

11      Η IMGA είναι εταιρία διαχειρίσεως οργανισμών συλλογικών επενδύσεων ανοικτού τύπου σε κινητές αξίες (στο εξής: αμοιβαία κεφάλαια). Διαχειρίζεται και εκπροσωπεί τα 31 αμοιβαία κεφάλαια τα οποία μνημονεύονται στη σκέψη 2 της παρούσας αποφάσεως.

12      Προκειμένου να καταστήσει γνωστά και να διαθέσει στην αγορά τα μερίδια των εν λόγω αμοιβαίων κεφαλαίων, η IMGA απευθύνεται σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, κυρίως εμπορικές τράπεζες, οι οποίες διαθέτουν δίκτυο καταστημάτων το οποίο καλύπτει την πορτογαλική επικράτεια και έχουν εμπειρία στον τομέα της χρηματοπιστωτικής διαμεσολαβήσεως και της διαθέσεως τίτλων στο κοινό.

13      Κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ Ιανουαρίου και Δεκεμβρίου 2019, τέσσερις τράπεζες διέθεσαν στο ευρύ κοινό μερίδια εκδοθέντα από τα αμοιβαία κεφάλαια της κύριας δίκης. Για την παροχή των υπηρεσιών της διαθέσεώς τους στην αγορά χάρη στις οποίες κατέστη δυνατή η συγκέντρωση των νέων εισφορών κεφαλαίου, οι ανωτέρω τράπεζες εισέπραξαν προμήθειες τις οποίες χρέωσαν στην IMGA ως διαχειρίστρια των αμοιβαίων κεφαλαίων. Οι τράπεζες εκκαθάρισαν επίσης το τέλος χαρτοσήμου, το οποίο εισέπραξαν από την IMGA επί των εκδοθέντων τιμολογίων, σύμφωνα με το σημείο 17.3.4 του TGIS.

14      Κατά τη διάρκεια του 2019, η IMGA χρέωσε στα αμοιβαία κεφάλαια προμήθειες διαχειρίσεως, μέρος των οποίων, ήτοι 8 752 232,43 ευρώ, συνίστατο στην αξία των προμηθειών για τη διάθεση στην αγορά από τις μνημονευόμενες στην προηγούμενη σκέψη τράπεζες των αναληφθέντων μεριδίων, πλην όμως το ποσό αυτό δεν περιελάμβανε τα τέλη χαρτοσήμου που είχαν εκκαθαρίσει οι τράπεζες στο πλαίσιο των εν λόγω προμηθειών. Η IMGA εκκαθάρισε επίσης και κατέβαλε στο Δημόσιο ποσό 350 089,30 ευρώ ως τέλος χαρτοσήμου, βάσει του προβλεπόμενου στο σημείο 17.3.4 του TGIS συντελεστή 4 %, που αντιστοιχεί στις ίδιες προμήθειες διαθέσεως στην αγορά, τις οποίες μετακύλισε στα αμοιβαία κεφάλαια.

15      Οι προσφεύγοντες της κύριας δίκης υπέβαλαν αίτηση θεραπείας κατά της εν λόγω επιβαρύνσεως με τέλος χαρτοσήμου ενώπιον του Divisão de Serviço Central da Unidade dos Grandes Contribuises (τμήματος της κεντρικής υπηρεσίας της μονάδας φορολογουμένων μεγάλου πλούτου, Πορτογαλία).

16      Κατόπιν απορρίψεως της ανωτέρω αιτήσεως θεραπείας, οι προσφεύγοντες της κύριας δίκης άσκησαν προσφυγή ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, ήτοι του Tribunal Arbitral Tributário (Centro de Arbitragem Administrativa – CAAD) [διαιτητικού δικαστηρίου φορολογικών διαφορών (κέντρου διαιτησίας επί διοικητικών υποθέσεων – CAAD), Πορτογαλία], ζητώντας μεταξύ άλλων να διαπιστωθεί η έλλειψη νομιμότητας των πράξεων εκκαθαρίσεως και αυτοεκκαθαρίσεως του επίμαχου στην κύρια δίκη τέλους χαρτοσήμου.

17      Προς στήριξη του αιτήματός τους, οι προσφεύγοντες της κύριας δίκης προέβαλαν δύο λόγους ακυρώσεως. Κατά τον πρώτο λόγο ακυρώσεως, η είσπραξη τέλους χαρτοσήμου επί του τμήματος της τιμολογηθείσας από την IMGA στα αμοιβαία κεφάλαια προμήθειας διαχειρίσεως, το οποίο αντιστοιχεί στο ποσό των προμηθειών διαθέσεως στην αγορά (και στα συναφή τέλη χαρτοσήμου) που έχουν ήδη τιμολογηθεί από τις τράπεζες και υποβληθεί από αυτές στα απαιτητά τέλη χαρτοσήμου, συνιστά διπλή φορολόγηση μίας και μόνης παροχής.

18      Κατά τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/7, η διάθεση στην αγορά νέων μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων θα έπρεπε να απαλλάσσεται παντός έμμεσου φόρου. Η εν λόγω υποχρέωση απαλλαγής αφορά τόσο την εκ μέρους των τραπεζών χρέωση στην IMGA της υπηρεσίας εμπορικής προωθήσεως όσο και την εκ μέρους της IMGA εκ νέου χρέωση του κόστους της ίδιας ακριβώς υπηρεσίας στα αμοιβαία κεφάλαια.

19      Αφού απέρριψε τον πρώτο λόγο ακυρώσεως, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει, στο πλαίσιο της εξετάσεως του δευτέρου λόγου ακυρώσεως, ότι διατηρεί αμφιβολίες ως προς το αν το δίκαιο της Ένωσης απαγορεύει την επιβολή τέλους χαρτοσήμου επί της αμοιβής την οποία εισπράττουν οι τράπεζες για τις υπηρεσίες διαθέσεως στην αγορά μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων, είτε κατά τη χρέωση των υπηρεσιών αυτών στην εταιρεία διαχειρίσεως των εν λόγω κεφαλαίων είτε κατά τη μετακύλιση στα αμοιβαία κεφάλαια των ποσών που κατέβαλε για τις εν λόγω υπηρεσίες η εταιρία διαχειρίσεως.

20      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Tribunal Arbitral Tributário (Centro de Arbitragem Administrativa – CAAD) [διαιτητικό δικαστήριο φορολογικών διαφορών (κέντρο διαιτησίας επί διοικητικών υποθέσεων – CAAD)] αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Αντιβαίνει στο άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας [2008/7] εθνική ρύθμιση, όπως είναι το σημείο 17.3.4 του [TGIS], που επιβάλλει τέλος χαρτοσήμου επί των προμηθειών τις οποίες χρεώνουν οι τράπεζες στις εταιρίες διαχειρίσεως οργανισμών συλλογικών επενδύσεων ανοικτού τύπου σε κινητές αξίες, για την παροχή στις εταιρίες αυτές υπηρεσιών συνδεόμενων με την τραπεζική δραστηριότητα και συνιστάμενων στην προσέλκυση νέων εγγραφών για την απόκτηση μεριδίων, ήτοι στην πραγματοποίηση νέων εισροών κεφαλαίων για τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων μέσω της εγγραφής για την απόκτηση νέων μεριδίων που εκδίδουν οι οργανισμοί;

2)      Αντιβαίνει στο άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας [2008/7] εθνική ρύθμιση η οποία επιβάλλει τέλος χαρτοσήμου επί των προμηθειών διαχειρίσεως, τις οποίες χρεώνουν οι εταιρίες διαχειρίσεως στους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων ανοικτού τύπου σε κινητές αξίες, στο μέτρο που οι εν λόγω προμήθειες διαχειρίσεως περιλαμβάνουν τις προμήθειες τις οποίες χρεώνουν οι τράπεζες στις εταιρίες διαχειρίσεως για την προαναφερθείσα δραστηριότητα;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

21      Με τα δύο ερωτήματά του, τα οποία πρέπει να εξετασθούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/7 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση η οποία προβλέπει την επιβολή τέλους χαρτοσήμου, αφενός, επί της αμοιβής την οποία εισπράττει χρηματοπιστωτικό ίδρυμα από εταιρία διαχειρίσεως αμοιβαίων κεφαλαίων για την παροχή υπηρεσιών εμπορικής προωθήσεως για προσέλκυση νέων εισφορών κεφαλαίου με σκοπό την εγγραφή για την απόκτηση νεοεκδοθέντων μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων, καθώς και, αφετέρου, επί των ποσών τα οποία εισπράττει η εταιρία διαχειρίσεως από τα αμοιβαία κεφάλαια, στο μέτρο που τα ποσά αυτά περιλαμβάνουν την αμοιβή την οποία κατέβαλε στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα η εταιρία διαχειρίσεως έναντι των υπηρεσιών εμπορικής προωθήσεως.

22      Προκαταρκτικώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά το άρθρο 1, στοιχείο αʹ, η οδηγία 2008/7 ρυθμίζει την επιβολή έμμεσων φόρων επί των εισφορών κεφαλαίου σε κεφαλαιουχικές εταιρίες. Μεταξύ των ως άνω έμμεσων φόρων περιλαμβάνονται το τέλος χαρτοσήμου επί των τίτλων καθώς και οι λοιποί έμμεσοι φόροι που έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά με το τέλος χαρτοσήμου επί των τίτλων, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 2 της οδηγίας.

23      Το άρθρο 2, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας προβλέπει, εξάλλου, ότι κάθε εταιρία, ένωση προσώπων ή νομικό πρόσωπο, που επιδιώκει σκοπούς κερδοσκοπικούς και δεν εμπίπτει στις κατηγορίες κεφαλαιουχικών εταιριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του ίδιου άρθρου, εξομοιούται προς κεφαλαιουχική εταιρία.

24      Εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι ο επίμαχος στην κύρια δίκη φόρος συνιστά τέλος χαρτοσήμου εισπραττόμενο επί της αμοιβής των τραπεζών για τις υπηρεσίες εμπορικής προωθήσεως νέων εγγραφών για την απόκτηση μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων. Προκύπτει επίσης ότι, κατά το πορτογαλικό δίκαιο, η έννοια των «αμοιβαίων κεφαλαίων» αφορά ομάδα περιουσίας, χωρίς νομική προσωπικότητα, η οποία ανήκει στους μετέχοντες σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις περί κοινωνίας.

25      Το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι ένωση προσώπων στερούμενη νομικής προσωπικότητας, της οποίας τα μέλη εισφέρουν κεφάλαια σε χωριστή περιουσία προς επιδίωξη κερδοσκοπικού σκοπού, πρέπει να θεωρείται «ένωση προσώπων που επιδιώκει σκοπούς κερδοσκοπικούς», κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/7, οπότε, κατ’ εφαρμογήν της τελευταίας αυτής διατάξεως, εξομοιούται προς κεφαλαιουχική εταιρία για τους σκοπούς της οδηγίας (πρβλ. απόφαση της 12ης Νοεμβρίου 1987, Amro Aandelen Fonds, 112/86, EU:C:1987:488, σκέψη 13).

26      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι αμοιβαία κεφάλαια, όπως τα επίμαχα στην κύρια δίκη, πρέπει να εξομοιώνονται προς κεφαλαιουχικές εταιρίες και, ως εκ τούτου, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2008/7.

27      Κατόπιν των προκαταρκτικών αυτών παρατηρήσεων, υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/7 απαγορεύει στα κράτη μέλη να επιβάλλουν έμμεσο φόρο, υπό οποιαδήποτε μορφή, επί της δημιουργίας, εκδόσεως, εισαγωγής στο χρηματιστήριο ή θέσεως σε κυκλοφορία ή διαπραγματεύσεως μετοχών, μεριδίων ή άλλων τίτλων ιδίας φύσεως καθώς και επί των πιστοποιητικών των τίτλων αυτών, όποιος και αν είναι ο εκδότης τους.

28      Εντούτοις, λαμβανομένου υπόψη του σκοπού που επιδιώκει η οδηγία, το άρθρο της 5 πρέπει να ερμηνεύεται ευρέως, ώστε οι απαγορεύσεις τις οποίες προβλέπει η διάταξη αυτή να μη στερούνται της πρακτικής τους αποτελεσματικότητας. Στο πνεύμα αυτό, η απαγόρευση φορολογήσεως των πράξεων συγκεντρώσεως κεφαλαίων έχει εφαρμογή και σε πράξεις στις οποίες δεν αναφέρεται ρητώς η απαγόρευση αυτή, όταν μια τέτοια φορολόγηση συνιστά εν τέλει φορολόγηση πράξεως η οποία αποτελεί στην πραγματικότητα αναπόσπαστο τμήμα συνολικής πράξεως από πλευράς συγκεντρώσεως κεφαλαίων (πρβλ. απόφαση της 19ης Οκτωβρίου 2017, Air Berlin, C 573/16, EU:C:2017:772, σκέψεις 31 και 32 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

29      Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, εφόσον η έκδοση τίτλων έχει νόημα μόνον αφ’ ης στιγμής οι εν λόγω τίτλοι ευρίσκουν αγοραστές, τυχόν φόρος επί της πρώτης αποκτήσεως νεοεκδοθέντος τίτλου πλήττει στην πραγματικότητα την ίδια την έκδοση του τίτλου αυτού ως αποτελούσα αναπόσπαστο τμήμα συνολικής πράξεως για τους σκοπούς της συγκεντρώσεως κεφαλαίων. Επομένως, ο σκοπός της διασφαλίσεως της πρακτικής αποτελεσματικότητας του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/7 συνεπάγεται ότι η «έκδοση», κατά την έννοια της ανωτέρω διατάξεως, πρέπει να περιλαμβάνει την πρώτη απόκτηση τίτλων που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της εκδόσεώς τους (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 15ης Ιουλίου 2004, Επιτροπή κατά Βελγίου, C‑415/02, EU:C:2004:450, σκέψεις 32 και 33).

30      Ομοίως, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι η μεταβίβαση της υπό νομική έννοια κυριότητας επί των μετοχών, με αποκλειστικό σκοπό την εισαγωγή των μετοχών αυτών στο Χρηματιστήριο και χωρίς συνέπειες ως προς την εν τοις πράγμασι κυριότητα επ’ αυτών, πρέπει να νοηθεί αποκλειστικώς ως παρεπόμενη πράξη, εντασσόμενη στην πράξη εισαγωγής των μετοχών στο Χρηματιστήριο, η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/7, δεν μπορεί να υποβληθεί σε οποιονδήποτε φόρο υπό οποιαδήποτε μορφή (πρβλ. απόφαση της 19ης Οκτωβρίου 2017, Air Berlin, C‑573/16, EU:C:2017:772, σκέψεις 35 και 36).

31      Δεδομένου όμως ότι υπηρεσίες διαθέσεως μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων στην αγορά, όπως οι επίμαχες στην κύρια δίκη, συνδέονται στενά με τις πράξεις εκδόσεως και θέσεως σε κυκλοφορία των μεριδίων, κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/7, πρέπει να θεωρηθούν ως αποτελούσες αναπόσπαστο μέρος συνολικής πράξεως για τους σκοπούς της συγκεντρώσεως κεφαλαίων.

32      Πράγματι, υπό την επιφύλαξη της επαληθεύσεως από το αιτούν δικαστήριο, τα αμοιβαία κεφάλαια εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2009/65, δυνάμει του άρθρου της 1, παράγραφοι 1 έως 3. Συναφώς, η καταβολή του τιμήματος που αντιστοιχεί στα αγορασθέντα μερίδια, που συνιστά τον μοναδικό σκοπό μιας πράξεως εμπορικής προωθήσεως, συνδέεται με την ουσία της συγκεντρώσεως κεφαλαίων και αποτελεί, όπως προκύπτει από το άρθρο 87 της οδηγίας 2009/65, προϋπόθεση η οποία πρέπει να πληρούται προκειμένου να εκδοθούν τα επίμαχα μερίδια αμοιβαίου κεφαλαίου.

33      Επομένως, η γνωστοποίηση στο κοινό της υπάρξεως επενδυτικών μέσων με σκοπό την προώθηση της εγγραφής για την απόκτηση μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων συνιστά αναγκαία εμπορική ενέργεια η οποία, ως εκ τούτου, πρέπει να θεωρηθεί ως παρεπόμενη πράξη συνιστώσα αναπόσπαστο τμήμα της πράξεως εκδόσεως και θέσεως σε κυκλοφορία των μεριδίων των εν λόγω αμοιβαίων κεφαλαίων.

34      Εξάλλου, δεδομένου ότι η εφαρμογή του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/7 εξαρτάται από τον στενό σύνδεσμο των υπηρεσιών εμπορικής προωθήσεως με τέτοιες πράξεις εκδόσεως και θέσεως σε κυκλοφορία, είναι αδιάφορο, για τους σκοπούς της εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως, το αν επελέγη η ανάθεση των εν λόγω πράξεων εμπορικής προωθήσεως σε τρίτες οντότητες αντί της απευθείας διενέργειάς τους.

35      Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, αφενός, η διάταξη αυτή δεν εξαρτά την υποχρέωση των κρατών μελών να απαλλάσσουν τις πράξεις συγκεντρώσεως κεφαλαίων από καμία προϋπόθεση σχετική με την ιδιότητα της οντότητας στην οποία έχει ανατεθεί η διενέργεια των πράξεων αυτών. Αφετέρου, η ύπαρξη ή μη νομικής υποχρεώσεως προσφυγής στις υπηρεσίες τρίτου δεν αποτελεί κρίσιμη προϋπόθεση, όταν πρόκειται να διαπιστωθεί αν ορισμένη πράξη πρέπει να θεωρηθεί αναπόσπαστο τμήμα συνολικής πράξεως για τους σκοπούς της συγκεντρώσεως κεφαλαίων (πρβλ. απόφαση της 19ης Οκτωβρίου 2017, Air Berlin, C‑573/16, EU:C:2017:772, σκέψη 37).

36      Επομένως, υπηρεσίες εμπορικής προωθήσεως όπως οι επίμαχες στην κύρια δίκη αποτελούν αναπόσπαστο μέρος πράξεως συγκεντρώσεως κεφαλαίων, οπότε η επιβολή επ’ αυτών τέλους χαρτοσήμου εμπίπτει στην απαγόρευση του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/7.

37      Εξάλλου, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η πρακτική αποτελεσματικότητα της ως άνω διατάξεως θα διακυβευόταν αν, μολονότι η διάταξη αποκλείει την επιβολή τέλους χαρτοσήμου στις αμοιβές που εισπράττουν οι τράπεζες από την εταιρία διαχειρίσεως αμοιβαίων κεφαλαίων για υπηρεσίες εμπορικής προωθήσεως νέων μεριδίων των κεφαλαίων αυτών, ήταν εντούτοις επιτρεπτή η επιβολή τέλους χαρτοσήμου επί των ιδίων ακριβώς αμοιβών όταν η εν λόγω εταιρία διαχειρίσεως τις χρεώνει εν συνεχεία στα αμοιβαία κεφάλαια.

38      Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων, στα υποβληθέντα ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/7 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση η οποία προβλέπει την επιβολή τέλους χαρτοσήμου, αφενός, επί της αμοιβής την οποία εισπράττει χρηματοπιστωτικό ίδρυμα από εταιρία διαχειρίσεως αμοιβαίων κεφαλαίων για την παροχή υπηρεσιών εμπορικής προωθήσεως για προσέλκυση νέων εισφορών κεφαλαίου με σκοπό την εγγραφή για την απόκτηση νεοεκδοθέντων μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων καθώς και, αφετέρου, επί των ποσών τα οποία εισπράττει η εταιρία διαχειρίσεως από τα αμοιβαία κεφάλαια, στο μέτρο που τα ποσά αυτά περιλαμβάνουν την αμοιβή την οποία κατέβαλε στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα η εταιρία διαχειρίσεως έναντι των υπηρεσιών εμπορικής προωθήσεως.

 Επί των δικαστικών εξόδων

39      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σε αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/7/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2008, περί των έμμεσων φόρων των επιβαλλόμενων επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων,

έχει την έννοια ότι:

αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση η οποία προβλέπει την επιβολή τέλους χαρτοσήμου, αφενός, επί της αμοιβής την οποία εισπράττει χρηματοπιστωτικό ίδρυμα από εταιρία διαχειρίσεως αμοιβαίων κεφαλαίων για την παροχή υπηρεσιών εμπορικής προωθήσεως για προσέλκυση νέων εισφορών κεφαλαίου με σκοπό την εγγραφή για την απόκτηση νεοεκδοθέντων μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων καθώς και, αφετέρου, επί των ποσών τα οποία εισπράττει η εταιρία διαχειρίσεως από τα αμοιβαία κεφάλαια, στο μέτρο που τα ποσά αυτά περιλαμβάνουν την αμοιβή την οποία κατέβαλε στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα η εταιρία διαχειρίσεως έναντι των υπηρεσιών εμπορικής προωθήσεως.

Πηγή