Συνέντευξη στην Κατερίνα Κοκκαλιάρη

Στην ανάγκη ο Μεσοπρόθεσμος Δημοσιονομικός Στόχος να μην υπαγορεύει δεσμευτικές δημοσιονομικές προσαρμογές για κάθε χώρα αναφέρεται ο πρώην υπουργός Οικονομικών Φίλιππος Σαχινίδης, σε συνέντευξή του στη «Ν». Όπως τονίζει, οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες πρέπει να είναι ευέλικτοι και αξιόπιστοι, ενώ επισημαίνει  πως όσο διαρκεί αυτή η συζήτηση είναι πολύ πιθανό να δούμε μια αναβίωση της σύγκρουσης Βορρά-Νότου σε μια νέα μορφή.

Ο κ. Σαχινίδης σημειώνει πως «για να δημιουργηθεί δημοσιονομικός χώρος απαιτείται υπευθυνότητα στις υποχρεώσεις που έχουμε αναλάβει ως χώρα μέσα από την χρηστή και υπεύθυνη δημοσιονομική διαχείριση ώστε να μειωθεί το χρέος και να αυξηθούν οι βαθμοί ελευθερίας στη δημοσιονομική πολιτική». Παράλληλα τονίζει πως «η ανάκαμψη που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση της ΝΔ για το 2022 και μετά, αν είναι χωρίς κοινωνική διάσταση, δεν θα αφορά τους πολλούς αλλά τους λίγους και τους αρεστούς».

Στη συνέντευξή του υπογραμμίζει πως είναι αναγκαίο να ελαφρύνουμε τη φορολογία εισοδήματος από εργασία, να περάσουμε μέρος των βαρών στη φορολογία εισοδήματος από κεφάλαιο και να χτυπηθεί η φοροδιαφυγή. Προσθέτει δε πως «ήρθε  η ώρα να ανοίξει η συζήτηση για την εισαγωγή φορολογίας καθαρού πλούτου»

Στο πεδίο της πολιτικής ο κ. Σαχινίδης  σημειώνει πως «την  τελευταία διετία βιώνουμε τις παραλυτικές συνέπειες του «κολοβού» δικομματισμού. Η ΝΔ κυβερνά χωρίς ουσιαστική αντιπολίτευση και χωρίς το φόβο ότι στις επόμενες εκλογές απειλείται από το ΣΥΡΙΖΑ». Παράλληλα αναφέρεται στην επόμενη ημέρα του Κινήματος Αλλαγής αλλά και στη συζήτηση που έχει ανοίξει περί προοδευτικής διακυβέρνησης.  

Η υγειονομική κρίση οδήγησε σε χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων και άνοιξε μία ευρύτερη συζήτηση για την επόμενη ημέρα. Πιστεύετε ότι μπορεί να διατηρηθεί ένα πιο ευέλικτο  πλαίσιο  όταν επιστρέψει η κανονικότητα;

Η απόφαση για αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων είχε ληφθεί πριν την εκδήλωση της κρίσης πανδημίας. Η απουσία ενός ισχυρού  κεντρικού προϋπολογισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο προκειμένου να στηριχτούν οι οικονομίες κατέστησε αναγκαία την αναστολή στην εφαρμογή τους ώστε να δοθεί το περιθώριο στους εθνικούς προϋπολογισμούς να στηρίξουν εργαζόμενους και επιχειρήσεις. Η αναστολή αυτή θα ισχύσει και για το 2022.

Σύμφωνα με τους υφιστάμενους σχεδιασμούς η ΕΕ το αργότερο στο δεύτερο τρίμηνο του 2022 θα πρέπει να πάρει τις οριστικές αποφάσεις για τους νέους κανόνες. Είναι γνωστό ότι υπάρχουν πολλές και διαφορετικές απόψεις στο εσωτερικό της. Για παράδειγμα ενώ όλοι αναγνωρίζουν ότι οι δημοσιονομικοί κανόνες είναι δύσκολα παρατηρήσιμοι και σε πολλές περιπτώσεις δεν εφαρμόστηκαν, οι «φειδωλοί» της Ευρώπης υποστηρίζουν ότι δεν χρειάζονται τροποποίηση.

Ο Επίτροπος Οικονομικών κ. Τζεντιλόνι μετά από το τελευταίο Eurogroup δήλωσε ότι κανένας υπουργός οικονομικών δεν έθεσε ζήτημα αναθεώρησης των ορίων για το έλλειμμα και το χρέος που έχουν οριστεί στο 3% και 60% του ΑΕΠ αντίστοιχα. Η θέσπιση αυτών των ορίων δεν είχε οικονομική θεμελίωση και σήμερα το χρέος στην ΕΕ είναι πολύ μακριά από το 60% του ΑΕΠ. Παρ’ όλα αυτά η πρόταση του ESM για αύξηση του ορίου χρέους στο 100% του ΑΕΠ δεν θα υιοθετηθεί με το επιχείρημα ότι απαιτείται αλλαγή Συνθηκών.

Οι νέοι κανόνες πρέπει να είναι ευέλικτοι για να διευκολύνουν τον πράσινο και ψηφιακό μετασχηματισμό και την επανεκκίνηση των οικονομιών και αξιόπιστοι ώστε να πείθουν τις αγορές. Για να μην τιμωρηθούν χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος με υψηλό κόστος δανεισμού μετά την αναίρεση των ευνοϊκών αποφάσεων της ΕΚΤ. 

Θεωρώ λοιπόν ότι η πιο ουσιαστική αλλαγή θα αφορά τον κανόνα που θέλει το χρέος να μειώνεται ετήσια κατά το 1/20 της απόστασης από το όριο του 60% του ΑΕΠ. Πιθανότατα χώρες με πολύ υψηλό χρέος όπως Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιταλία, Ισπανία θα κληθούν να μειώνουν το χρέος τους με βάση κάποιο τροποποιημένο κανόνα. Επίσης, θεωρώ αναγκαίο και πιο πιθανό ότι θα συμφωνηθεί ο Μεσοπρόθεσμος Δημοσιονομικός Στόχος να μην υπαγορεύει δεσμευτικές δημοσιονομικές προσαρμογές για κάθε χώρα.

Θα επηρεάσουν οι αλλαγές στη γερμανική πολιτική σκηνή την ευρωπαϊκή συζήτηση για τη χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας;  Βλέπετε την … αναβίωση του «μετώπου» Βορρά – Νότου στο εσωτερικό της Ε.Ε.;

Η στάση της Γερμανίας θα είναι καθοριστική στην τελική απόφαση για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες. Το θέμα της επαναφοράς του φρένου χρέους στη Γερμανία είναι ψηλά στην ατζέντα της δημόσιας συζήτησης και η κατάληξη στο θέμα αυτό θα καθορίσει και τη στάση της στο ζήτημα της αναθεώρησης των κανόνων στην ΕΕ. Στη νέα τρικομματική κυβέρνηση το Υπουργείο Οικονομικών πέρασε στο FDP γεγονός που κάνει ακόμη πιο δύσκολη την αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων.

Οι υποστηρικτές της αναθεώρησης των κανόνων θα χάσουν έναν πολύτιμο σύμμαχο αν ο Μ. Ντράγκι επιλέξει να αποχωρήσει από Πρωθυπουργός της Ιταλίας στις αρχές του 2022 για να αναλάβει καθήκοντα Πρόεδρου. Η πιο πιθανή συμμαχία στην Ευρώπη είναι αυτή των χωρών με το υψηλότερο δημόσιο χρέος που τυχαίνει να είναι οι χώρες του Μεσογειακού νότου. Είναι λοιπόν πολύ πιθανό να δούμε μια αναβίωση της σύγκρουσης Βορρά-Νότου αλλά σε μια νέα μορφή και μόνο για όσο διαρκεί η συζήτηση για την αναθεώρηση των κανόνων.

Τον τελευταίο μήνα υπήρξε μια σημαντική αύξηση των κρουσμάτων, που οδήγησε και στην επιδείνωση των σκληρών δεικτών της πανδημίας. Με αυτά τα δεδομένα και με μια σειρά περιοριστικών μέτρων να μπαίνουν σε εφαρμογή στα ευρωπαϊκά κράτη πως βλέπετε την ελληνική οικονομία το 2022;

Η ελληνική οικονομία και το 2022 θα έχει ένα θετικό ρυθμό ανάκαμψης και θα καλύψει τις απώλειες από το επίπεδο του 2019 αλλά δεν θα φτάσει εκεί που εκτιμούσαμε ότι θα ήταν το 2022 αν δεν είχε εκδηλωθεί η κρίση πανδημίας.

Η Ελλάδα κατά την τελευταία δεκαετία είδε το ΑΕΠ της να μειώνεται. Το 2020 το ΑΕΠ ήταν στα επίπεδα του 2003. Χρειάζεται πολύ μεγάλη προσπάθεια για να καλύψουμε το χαμένο έδαφος. Κρίσιμος παράγοντας σε αυτή την προσπάθεια θα είναι οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης. Προϋπόθεση όμως για να διασφαλίσουν οι πόροι αυτοί μια βιώσιμη ανάπτυξη με μέσο ετήσιο πραγματικό ρυθμό πάνω από το 2,5% είναι η σωστή αξιοποίηση τους. Σε δράσεις με το μεγαλύτερο πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα που θα συμβάλλουν στο μετασχηματισμό της οικονομίας σε πιο ανθεκτική, δυναμική, συνεκτική, πράσινη και ψηφιακή. Η ανάκαμψη που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση της ΝΔ για το 2022 και μετά, αν είναι χωρίς κοινωνική διάσταση, δεν θα αφορά τους πολλούς αλλά τους λίγους και τους αρεστούς.

To διεθνές ράλι αυξήσεων στην ενέργεια οδηγεί σε ανατιμήσεις σε μια σειρά προϊόντων. Ποιες κινήσεις θα πρέπει να γίνουν για να αντιμετωπιστεί το ντόμινο αυξήσεων; Υπάρχει δημοσιονομικός χώρος για ουσιαστικές αλλαγές στη φορολογική  πολιτική;

Για να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες από το διεθνές ράλι τιμών στις αγορές ενέργειας απαιτείται σειρά ενεργειών από την ΕΕ αλλά και την κυβέρνηση. Η ΕΕ στην περίπτωση του φυσικού αερίου να προχωρήσει σε δέσμευση ποσοτήτων με μια ενιαία τιμή για όλα τα μέλη της, να δημιουργήσει ικανά αποθεματικά φυσικού αερίου αλλά και αργού πετρελαίου ώστε οι βραχυχρόνιες διακυμάνσεις τιμών να μετριάζονται όταν μεταφέρονται στον τελικό καταναλωτή.

Η κυβέρνηση πρέπει να στοχεύσει στην προστασία των τμημάτων του πληθυσμού που πραγματικά πλήττονται δηλαδή τα ασθενέστερα νοικοκυριά. Σήμερα βλέπουμε να στηρίζονται κυρίως οι εταιρείες χωρίς ουσιαστική προστασία για τα νοικοκυριά. Η ΡΑΕ και η Επιτροπή Ανταγωνισμού πρέπει να αναλάβουν πρωτοβουλίες για να αντιμετωπιστούν φαινόμενα υπερτιμολογήσεων που οφείλονται σε ολιγοπωλιακές συνθήκες. Ο ρόλος του κράτους θα πρέπει να είναι παρεμβατικός σε τέτοιες ακραίες συνθήκες αλλιώς η χώρα που είναι ήδη στις δεύτερη χειρότερη θέση στην ενεργειακή φτώχεια θα γίνει η χώρα της ΕΕ με την χειρότερη επίδοση. Τέλος, σημαντικός είναι ο ρόλος των καταναλωτικών οργανώσεων.

Αναφορικά με τον δημοσιονομικό χώρο η αύξηση του δημόσιου χρέους πάνω από το 200% του ΑΕΠ περιορίζει τους βαθμούς ελευθερίας. Στο σκέλος της φορολογίας είναι αναγκαίο να ελαφρύνουμε τη φορολογία εισοδήματος από εργασία, να περάσουμε μέρος των βαρών στη φορολογία εισοδήματος από κεφάλαιο και να χτυπηθεί η φοροδιαφυγή. Η κυβέρνηση της ΝΔ με την ταυτόχρονη μείωση φορολογίας στα κέρδη των επιχειρήσεων και τα μερίσματα κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση στο όνομα της προσέλκυσης των επενδύσεων αλλά χωρίς ουσιαστικά αποτελέσματα. Ήρθε η ώρα να ανοίξει η συζήτηση για την εισαγωγή φορολογίας καθαρού πλούτου. Για να δημιουργηθεί δημοσιονομικός χώρος απαιτείται υπευθυνότητα στις υποχρεώσεις που έχουμε αναλάβει ως χώρα μέσα από την χρηστή και υπεύθυνη δημοσιονομική διαχείριση ώστε να μειωθεί το χρέος και να αυξηθούν οι βαθμοί ελευθερίας στη δημοσιονομική πολιτική.

Στην εσωτερική πολιτική σκηνή την επόμενη εβδομάδα τα «φώτα» στρέφονται στο Κίνημα Αλλαγής, καθώς θα πραγματοποιηθεί ο πρώτος γύρος των εσωκομματικών εκλογών. Πώς βλέπετε να διαμορφώνεται η επόμενη ημέρα του κόμματος και πως τοποθετείστε   στη συζήτηση για προοδευτική διακυβέρνηση;

Την τελευταία διετία βιώνουμε τις παραλυτικές συνέπειες του «κολοβού» δικομματισμού. Η ΝΔ κυβερνά χωρίς ουσιαστική αντιπολίτευση και χωρίς το φόβο ότι στις επόμενες εκλογές απειλείται από το ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή είναι μια επικίνδυνη εξέλιξη για την ποιότητα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας αλλά και για τη χώρα σε μια χρονική συγκυρία όπου βρίσκεται ταυτόχρονα αντιμέτωπη με προκλήσεις οικονομικές, υγειονομικές και γεωπολιτικές.

Σε αυτές τις συνθήκες η υποψηφιότητα του Γ. Παπανδρέου στις εσωκομματικές εκλογές του Κινήματος Αλλαγής ανοίγει την προοπτική για τον μετασχηματισμό του Κινήματος σε πρωταγωνιστή στην πολιτική σκηνή της χώρας. Να δούμε δηλαδή και στην Ελλάδα την επιστροφή της Σοσιαλδημοκρατίας όπως συμβαίνει και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Να γίνει κυβέρνηση και να αναδειχτεί από το Κίνημα Αλλαγής ένας Σοσιαλδημοκράτης Πρωθυπουργός.

Σε ό,τι αφορά την προοδευτική διακυβέρνηση οι κυβερνήσεις Α. Παπανδρέου, Κώστα Σημίτη και Γ. Παπανδρέου προσδιορίζονταν ως προοδευτικές κυβερνήσεις. Στην άλλη όχθη υπάρχει η συντηρητική διακυβέρνηση -ανεξάρτητα από το αν φορείς της είναι η ΝΔ ή ο «προοδευτικός» ΣΥΡΙΖΑ-  και το ΠΑΣΟΚ και το Κίνημα Αλλαγής ήταν και παραμένουν απέναντι σε αυτήν.

Πηγή