Ανοδικά έκλεισε η Wall Street αφού ταλαντεύθηκε μεταξύ κερδών και απωλειών, καθώς οι επενδυτές προσπαθούν να αποτιμήσουν τις δηλώσεις του προέδρου της Federal Reserve, Τζερόμ Πάουελ, για τη δέσμευση της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ να συνεχίσει τη μάχη κατά του πληθωρισμού. 

Ο Dow Jones ενισχύθηκε 193,24 μονάδες ή 0,61%, ο S&P 500 σημείωσε άνοδο 0,66% διαμορφούμενος στις 4.006 μονάδες, ενώ ο Nasdaq κατέγραψε κέρδη 0,60%.  

Αρχικά, οι μετοχές κινούνταν πτωτικά καθώς ο Πάουελ επανέλαβε ότι η Fed θα κάνει ότ,ι χρειαστεί για να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό. Υπογράμμισε επίσης ότι μία παύση στις επιτοκιακές αυξήσεις ή μία στροφή σε μία χαλαρή νομισματική πολιτική απέχει ακόμη πολύ. 

«Η ιστορία μας κάνει να είμαστε πολύ προσεκτικοί και αντίθετοι σε μία πρόωρη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής. Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι οι συνάδελφοί μου και εγώ είμαστε απόλυτα δεσμευμένη στη σημερινή πολιτική και θα συνεχίσουμε σε αυτό τον ρυθμό έως ότου ολοκληρώσουμε το έργο μας», είπε χαρακτηριστικά. 

Όμως, μετά τις δηλώσεις Πάουελ, οι μετοχές έκαναν μία προσπάθεια ανάκαμψης, συνεχίζοντας την χθεσινή τάση, καθώς η συνεδρίαση της Τετάρτης παρουσίασε την καλύτερη επίδοση της Wall Street από τις 10 Αυγούστου, με το Nasdaq να τερματίζει ένα καθοδικό σερί επτά ημερών. 

Παρ΄όλα αυτά, οι μετοχές εξακολουθούν να βρίσκονται υπό πίεση, εν μέσω ανησυχιών για επιβράδυνση της οικονομίας και περαιτέρω επιτοκιακές αυξήσεις από την Fed, με αποτέλεσμα πολλοί επενδυτές να αποφύγουν το πιο ριψοκίνδυνο ενεργητικό, όπως οι μετοχές. 

«Θεωρώ ότι έχουμε μία νευρική αγορά προ της ανακοίνωσης των στοιχείων για τις τιμές καταναλωτή Αυγούστου στις 13 Σεπτεμβρίου. Ενδεχομένως έως τότε, η αγορά να τηρήσει στάση αναμονής», αναφέρει ο Αρτ Χόγκαν, στρατηγικός αναλυτής της B. Riley Financial.

Ο κλάδος υγείας παρουσίασε την καλύτερη επίδοση μεταξύ των μετοχών του S&P 500, καθώς η αγορά προσπάθησε να συνεχίσει τα κέρδη της Τετάρτης. Ο κλάδος υγείας ενισχύθηκε 1,3%, καθοδηγούμενος από την άνοδο 18% των μετοχών της Regeneron, στην καλύτερη ημερήσια επίδοση από τις 9 Νοεμβρίου του 2016. Η μετοχή της φαρμακοβιομηχανίας ενισχύθηκε από τα θετικά αποτελέσματα κλινικής δοκιμής θεραπείας της. 

Πηγή