Ολόκληρη η ρωσική οικονομία – και η σταθερότητα του καθεστώτος Πούτιν – στηρίζεται σε αυτόν τον έναν, στρατηγικά κρίσιμο πόρο. Είναι το πανίσχυρο «όπλο» της. Αυτό όταν οι τιμές είναι υψηλές. Γιατί όταν πέφτουν απότομα, γίνεται η αχίλλειος πτέρνα.

Ο λόγος φυσικά για το πετρέλαιο, το οποίο μαζί το φυσικό αέριο αποφέρει περίπου το 30% των εσόδων του ρωσικού κρατικού προϋπολογισμού. Η πρόσφατη πτώση στις διεθνείς τιμές, ωθούμενη από τον φόβο παγκόσμιας ύφεσης λόγω των δασμών, προκαλεί πονοκέφαλο στο Κρεμλίνο: η τιμή του ρωσικού μείγματος Urals κυμαίνεται γύρω από τα 51 δολάρια το βαρέλι –πολύ κάτω από τον προϋπολογισμένο μέσο όρο των 70 δολαρίων.

Έτσι μπορεί η Ρωσία να μην εμφανίστηκε στον κατάλογο των κρατών που στοχοποιούνται άμεσα από τον νέο κύκλο δασμών της κυβέρνησης Τραμπ, όμως βρέθηκε και αυτή εμμέσως στο στόχαστρο. H Ελίνα Ριμπακόβα από το Peterson Institute εξηγεί στη Wall Street Journal πως άν οι τιμές παραμείνουν σε αυτά τα επίπεδα, η Ρωσία θα βρεθεί σύντομα μπροστά σε ένα «δίλημμα όπλων ή βουτύρου». Δηλαδή, θα πρέπει να επιλέξει ανάμεσα σε πολεμικές δαπάνες και την οικονομική στήριξη του πληθυσμού.

Το πετρέλαιο ως εργαλείο εξωτερικής πολιτικής

Η Μόσχα είναι διαχρονικά ευάλωτη στις τιμές του πετρελαίου. Η κατάρρευση των εσόδων από το μαύρο χρυσό τη δεκαετία του ’80 συνέβαλε στη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Η ανάκαμψη των τιμών στα τέλη της δεκαετίας του ’90 βοήθησε τον Πούτιν να εδραιωθεί στην εξουσία.

Σήμερα, η εξίσωση είναι ακόμα πιο σύνθετη: η Ρωσία προσπαθεί να διατηρήσει υψηλό επίπεδο στρατιωτικών δαπανών, ενώ ταυτόχρονα έχει περιορισμένες δυνατότητες προσφυγής στις διεθνείς αγορές λόγω των κυρώσεων. Η εγχώρια ζήτηση διατηρείται τεχνητά μέσω δημοσίων επενδύσεων και στρατολόγησης. Αν οι τιμές του πετρελαίου παραμείνουν χαμηλές, το «κοινωνικό συμβόλαιο» του πολέμου θα αρχίσει να ραγίζει.

Συστημική έκθεση και οικονομικές επιλογές

Ο Ρώσος ειδικός στην ενέργεια Σεργκέι Βακουλένκο υπολογίζει πως για κάθε πτώση 10 δολαρίων στην τιμή του πετρελαίου, η ρωσική οικονομία χάνει περίπου 25 δισ. δολάρια σε έσοδα. Η Goldman Sachs εκτιμά ότι το Brent θα κυμανθεί φέτος κατά μέσο όρο στα 63 δολάρια, και στα 58 δολάρια το 2026 – κάτι που μεταφράζεται σε ρωσικό Urals κάτω και από τα 50 δολάρια.

Η κυβέρνηση της Ρωσίας διατηρεί κάποιες αντοχές. Μπορεί να περικόψει μη στρατιωτικές δαπάνες, να ενισχύσει τη ρευστότητα μέσω του τραπεζικού συστήματος ή να υποτιμήσει περαιτέρω το ρούβλι. Μπορεί επίσης να αυξήσει την εξαγόμενη ποσότητα, για να αντισταθμίσει τη χαμηλή τιμή ανά βαρέλι, αφού το πλαφόν που είχε επιβληθεί από τη Δύση ουσιαστικά παρακάμπτεται πλέον.

Όμως, όλα αυτά έχουν κόστος: σε πληθωρισμό, επενδύσεις, και, κυρίως, στη σταθερότητα του εσωτερικού μετώπου. Η ετήσια ανάπτυξη επιβραδύνθηκε από 3% τον Ιανουάριο σε 0,8% τον Φεβρουάριο. Η παραγωγή, οι μεταφορές, και οι πωλήσεις αυτοκινήτων κινούνται ήδη πτωτικά.

Η πίεση χτίζεται σε πολλά μέτωπα

Η Ρωσία έχει διαχειριστεί στο παρελθόν σοβαρές κρίσεις τιμών: κατά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008-09, και την πανδημία. Όμως τώρα, μετά από τρία χρόνια πολέμου, έχει ήδη καταναλώσει τα δύο τρίτα των ρευστών διαθεσίμων του Εθνικού Ταμείου Ευημερίας της.

Ο πληθωρισμός έχει εκτιναχθεί, ωθώντας την Κεντρική Τράπεζα να αυξήσει τα επιτόκια στο 21%. Οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού –λόγω κινητοποίησης ή φυγής στο εξωτερικό– εντείνουν την πίεση. Η οικονομία πλέον στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε κρατικές ενέσεις ρευστότητας και παραγωγή όπλων.

Αναλυτές της Renaissance Capital προειδοποιούν για σενάριο «σκληρής προσγείωσης» αν η τιμή του Urals μείνει στα 50 δολάρια. Σε αυτό το σενάριο, η ανάπτυξη για φέτος θα περιοριστεί στο οριακό 0,1%.

Οι δασμοί Τραμπ

Αν και η Ρωσία εξαιρέθηκε από τη λίστα των νέων δασμών, η εμπορική πολιτική Τραμπ πλήττει τη χώρα έμμεσα. Η αστάθεια στην Κίνα –μεγάλο αγοραστή ρωσικών πρώτων υλών– οδηγεί σε μείωση της ζήτησης για πετρέλαιο, άνθρακα και μέταλλα. Οι τιμές σε όλα αυτά έχουν υποχωρήσει τις τελευταίες εβδομάδες.

Η αμερικανική στρατηγική, σύμφωνα με κύκλους της Ουάσιγκτον, είναι να πλήξει τη ρωσική οικονομία έμμεσα μέσω παγκόσμιας υπερπροσφοράς και πτώσης τιμών. Ο ειδικός απεσταλμένος του Τραμπ για την Ουκρανία, Κιθ Κέλογκ, είχε δηλώσει από τον Ιανουάριο πως τιμή στα 45 δολάρια το βαρέλι θα μπορούσε να οδηγήσει σε ειρήνη.

Δεν είναι βέβαιο ότι κάτι τέτοιο ισχύει, σχολιάζει το Bloomberg. Η Ρωσία εξοπλίζεται από τη Βόρεια Κορέα, υποστηρίζεται οικονομικά από την Κίνα, και συνεχίζει να κατασκευάζει άρματα και βλήματα εγχώρια. Όμως όσο τα έσοδα μειώνονται, η πίεση αυξάνεται. Και ο Πούτιν θα αναγκαστεί να πάρει δύσκολες αποφάσεις.

Ένα εύθραυστο συμβόλαιο, σε εύθραυστο έδαφος

Η Ρωσία έχει καταφέρει ως τώρα να διατηρήσει ένα είδος «πολεμικής κανονικότητας» στο εσωτερικό: δουλειές, επιδόματα, αυξήσεις σε συντάξεις. Αν η πτώση του πετρελαίου συνεχιστεί, αυτό θα αλλάξει.

Η διοικήτρια της Κεντρικής Τράπεζας, Ελβίρα Ναμπιούλινα, προειδοποίησε ότι ο παγκόσμιος εμπορικός πόλεμος μειώνει τη ζήτηση για ρωσική ενέργεια. Το Κρεμλίνο απαντά ότι «λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία της οικονομίας».

Αλλά σε έναν πόλεμο που εξαρτάται από το πετρέλαιο και από την εικόνα εσωτερικής σταθερότητας, ακόμα και μια εξωτερική απειλή, όπως η παγκόσμια ύφεση, μπορεί να προκαλέσει πολιτικό σεισμό. Και τότε, το ερώτημα δεν θα είναι μόνο αν αντέχει ο Πούτιν οικονομικά. Θα είναι αν αντέχει πολιτικά.

Διαβάστε ακόμη:

→Τι σημαίνει η πασχαλινή εκεχειρία του Πούτιν

Πηγή