Της Ζωρζέτ Ζολώτα
zzol@naftemporiki.gr
Μπορεί ο καπιταλισμός να επιβιώσει χωρίς ατομικά δικαιώματα και ελευθερία του λόγου; Τέλη Οκτωβρίου, ο ιδρυτής του κολοσσού ηλεκτρονικού εμπορίου Alibaba και του ομίλου ψηφιακής τραπεζικής Ant Group, Τζακ Μα, άσκησε δριμεία κριτική στις κρατικές τράπεζες της Κίνας, ισχυριζόμενος πως λειτουργούν με φιλοσοφία «ενεχυροδανειστηρίων» στο πλαίσιο ομιλίας που αναφέρονταν γενικά στους «απαρχαιωμένους κανόνες» του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Λίγο μετά οι ρυθμιστικές αρχές της Κίνας ανέστειλαν επ’ αορίστου τη δημόσια εγγραφή της Ant Group στο χρηματιστήριο της Σαγκάης που επρόκειτο να πραγματοποιηθεί μέσα σε μια λίγες ημέρες, αναγκάζοντας την αναβολή της παράλληλης εισαγωγής του ομίλου στο Χονγκ Κονγκ.
Έτσι έκλεισε αιφνιδίως η αυλαία σε ένα χρηματιστηριακό γεγονός που θα επισφράγιζε την οικονομική και τεχνολογική εξέλιξη της Κίνας σε ένα περιβάλλον με πολλαπλές προκλήσεις λόγω της πανδημίας της νόσου Covid-19. Έκτοτε οι αρμόδιοι αξιωματούχοι στην Κίνα φαίνεται να έχουν περικυκλώσει την αυτοκρατορία του Τζακ Μα με την έναρξη ερευνών αντιμονοπωλιακού δικαίου εις βάρος της Alibaba και σύσταση της Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας για την «λειτουργική αναδιάρθρωση» των δραστηριοτήτων της Ant Group που εκλήφθηκε από όλον τον κόσμο ως έμμεση αλλά σαφής προτροπή για τη διάσπασή της.
Από τα τέλη Οκτωβρίου, η κεφαλαιοποίηση της Alibaba έχει υποχωρήσει κατά 25% ή 260 δις δολάρια. Η προσωπική περιουσία του Τζακ Μα, που ήταν ο πλουσιότερος άνθρωπος της Κίνας, υποχώρησε από σχεδόν 62 δις δολάρια στα 49,3 δις δολάρια, σύμφωνα με στοιχεία του πρακτορείου Bloomberg. Ξεχάστηκαν δε τα μεγαλόπνοα σχέδια της Ant Group για τη διπλή εισαγωγή της στη Σαγκάη και το Χονγκ Κονγκ, η οποία είχε αποτιμηθεί στα 37 δις δολάρια με όλον τον όμιλο να αξιολογείται στο αστρονομικό ποσό των 300 δις δολαρίων.
Δυτικός καπιταλισμός: κλειδί για την επιχειρηματικότητα και την καινοτομία
Η περιουσία του κ. Μα θα εξακολουθεί να είναι αμύθητη και η Κίνα θα συνεχίσει να έχει αξιοζήλευτες οικονομικές επιδόσεις και να προσελκύει επενδυτές από τον ανεπτυγμένο κόσμο. Αλλά το ερώτημα δεν είναι αυτό. Μπορεί η Κίνα, όπως και οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο, να φθάσει στην κορυφή της παγκόσμιας οικονομίας και διατηρήσει τη θέση της σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα χωρίς την αρμονική συνύπαρξη καπιταλισμού και ατομικών ελευθεριών; Πώς διαχωρίζεις τον ελεύθερο καταναλωτή από τον άνθρωπο που εκφράζει άφοβα την άποψη του;
Είναι οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. Ο πολυπόθητος καπιταλισμός της σύγχρονης Δύσης, ένα κομμάτι του οποίου θέλει να καρπωθεί ο υπόλοιπος κόσμος, έχει καταφέρει να είναι βιώσιμος διότι έχει εξελιχθεί με δημοκρατικά κριτήρια. Μέσα από την πορεία του ανά τους αιώνες, το σημερινό μοντέλο του καπιταλισμού είναι το πλέον ανθεκτικό για δυο βασικούς λόγους: η κατανάλωση είναι πολυδιάστατη και η ελεύθερη σκέψη οδηγεί στην καινοτομία και την επέκταση της επιχειρηματικότητας σε όλα τα μήκη και πλάτη της οικονομίας.
Επενδυτική συμφωνία της Ε.Ε με την Κίνα: περιορισμένη σφαίρα επιρροής
Το ακανθώδες ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τέθηκε από το Βέλγιο και την Ολλανδία όταν ανακοινώθηκε η επίτευξη της κατ΄αρχήν επενδυτικής συμφωνίας ανάμεσα στις Βρυξέλλες και το Πεκίνο αυτήν την εβδομάδα, η οποία παρέχει στις ευρωπαϊκές εταιρείες μεγαλύτερη πρόσβαση στην κινεζική οικονομία και με δικαιότερους όρους. Αν και στην συμφωνία περιλαμβάνονται τα εργασιακά δικαιώματα και η καταναγκαστική εργασία, έχουν εκφραστεί σοβαρές επιφυλάξεις για το εάν η Κίνα θα ανταποκριθεί. Στους όρους της επενδυτικής συμφωνίας δεν προβλέπεται η επιβολή αντίποινων όπως θα ίσχυε σε μια εμπορική συμφωνία. Είναι πολύ δύσκολη η εφαρμογή μιας τέτοιας συμφωνίας και έτσι είναι αβέβαιη η επιρροή της Ε.Ε στην Κίνα στο θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τόνισε το Βέλγιο και η Ολλανδία.
Κριτική ασκήθηκε, επίσης, από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. «Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπαναχώρησε στο θέμα των εργασιακών δικαιωμάτων», δήλωσε ο Ρέιχαρντ Μπούτικοφερ, μέλος των Πρασίνων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και αρμόδιος για την Κίνα. Κατά τον ίδιο δεν επαρκούν απλές δεσμεύσεις για να εγκαταλείψει το Πεκίνο πρακτικές στην καταναγκαστική εργασία. Πρόσφατα, το Αυστραλιανό Ινστιτούτο Στρατηγικής Πολιτικής αποκάλυψε πως 80.000 Ουιγούροι μεταφέρθηκαν από «κέντρα επανεκπαίδευσης» σε εργοστάσια της Κίνας. Κάποιες μονάδες παραγωγής αποτελούν τμήμα αλυσίδων εφοδιασμού που παράγουν προϊόντα για 83 παγκόσμια εμπορικά σήματα όπως η Apple, η Nike και η Volkswagen, έγραψε η Guardian. Ανάλογες αποκαλύψεις έχουν γίνει το βρετανικό ειδησεογραφικό δίκτυο BBC.
Καταναλωτική κοινωνία και ατομικές ελευθερίες: δυο όψεις του ιδίου νομίσματος
Προ ημερών, μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποδοκίμασε την καταδίκη της δημοσιογράφου Τζανγκ Ζαν σε φυλάκιση τεσσάρων ετών επειδή είχε καλύψει τα αρχικά στάδια της πανδημίας στην Ουχάν. Η κατηγορία ήταν «υποκίνηση ταραχών» αν και το ρεπορτάζ της αποκάλυψε την πραγματική έκταση της πανδημίας στην πόλη απ΄ όπου εντοπίστηκε πρώτη φορά ο κορωνοϊός. «Οι περιορισμοί στην ελευθερία της έκφρασης, στην πρόσβαση στην πληροφορία, ο εκφοβισμός και η επιτήρηση δημοσιογράφων, καθώς και οι προφυλακίσεις, δίκες και καταδίκες υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δικηγόρων και διανοουμένων στην Κίνα αυξάνονται και εξακολουθούν να είναι πηγή μεγάλης ανησυχίας», ανέφερε ο Ύπατος Εκπρόσωπος για την Εξωτερική Πολιτική της Ε.Ε.
Mια οικονομία με εισροές 150 δις δολαρίων από ξένους επενδυτές μπορεί να συνυπάρξει μακροπρόθεσμα με πρακτικές που αντιβαίνουν στους κανόνες της δημοκρατίας; Τα κέρδη του δείκτη τεχνολογίας ChiNext στην Κίνα έφθασαν φέτος το 59%, υπερβαίνοντας την άνοδο του αμερικανικού Nasdaq καθώς η Κίνα χαλάρωσε περιορισμούς στην είσοδο ξένων επενδυτών. Ετήσιες αποδόσεις της τάξεως του 27% εμφάνισε ο γενικός δείκτης CSI 300 της Κίνας έναντι κερδών 14% που κατέγραψε ο S&P 500. Αλλά μαζί με το άνοιγμα των αγορών κεφαλαίου της Κίνας θα έρθουν αργά ή γρήγορα και ακτιβιστές μέτοχοι που συνήθως πιέζουν για δομικές αλλαγές και εκφράζουν ανοικτά την άποψή τους.
Η Δύση έχει δοκιμάσει διάφορες εκδοχές του καπιταλισμού για να καταλήξει στο πάντρεμα του με τη δημοκρατία. Αν και είναι μια δυναμική σχέση με σκαμπανεβάσματα, έχει διαρκέσει διότι οι εταιρείες πουλούν τα προϊόντα τους σε πολίτες που κινούνται και εκφράζονται ελεύθερα. Χωρίς την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών και των επενδυτών που αποφασίζουν ανεμπόδιστα για τις επιλογές τους, ο καπιταλισμός συρρικνώνεται και εν τέλει αποδυναμώνεται.