ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΥΠΟΥ αριθ. 133/24

Λουξεμβούργο, 10 Σεπτεμβρίου 2024


Απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-465/20 P | Επιτροπή κατά Ιρλανδίας κ.λπ.


Φορολογικές αποφάσεις προέγκρισης: το Δικαστήριο αναιρεί την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου σχετικά με τις φορολογικές αποφάσεις που εξέδωσε η Ιρλανδία υπέρ της Apple

Το Δικαστήριο αποφαίνεται οριστικώς επί της διαφοράς και επικυρώνει την απόφαση που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2016: η Ιρλανδία χορήγησε στην Apple παράνομη ενίσχυση και υποχρεούται να την ανακτήσει

Το 2016, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκρινε με απόφασή της ότι η Ιρλανδία, από το 1991 έως το 2014, είχε χορηγήσει σε εταιρίες που ανήκαν στον όμιλο Apple φορολογικά πλεονεκτήματα που αποτελούσαν κρατική ενίσχυση. Η ενίσχυση αυτή αφορούσε τη φορολογική μεταχείριση των κερδών που προέκυπταν από δραστηριότητες της Apple εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών. Το 2020, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής, εκτιμώντας ότι η Επιτροπή δεν είχε αποδείξει επαρκώς ότι υφίστατο επιλεκτικό πλεονέκτημα υπέρ των ως άνω εταιριών. Το Δικαστήριο, επιληφθέν κατ’ αναίρεση, αναιρεί την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου και αποφαίνεται οριστικώς επί της διαφοράς, επικυρώνοντας την απόφαση της Επιτροπής.

Το 1991 και το 2007, η Ιρλανδία εξέδωσε δύο φορολογικές αποφάσεις προέγκρισης υπέρ δύο εταιριών του ομίλου Apple, συγκεκριμένα της Apple Sales International (ASI) και της Apple Operations Europe (AOE), οι οποίες είχαν συσταθεί ως εταιρίες ιρλανδικού δικαίου αλλά δεν είχαν φορολογική έδρα στην Ιρλανδία. Οι εν λόγω φορολογικές αποφάσεις ενέκριναν τις μεθόδους που εφάρμοζαν η ASI και η AOE για τον καθορισμό των φορολογητέων στην Ιρλανδία κερδών τους από εμπορικές δραστηριότητες των αντίστοιχων ιρλανδικών υποκαταστημάτων τους.

Το 2016, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτίμησε ότι, στο μέτρο που τα κέρδη που προέκυπταν από τη χρήση των αδειών διανοητικής ιδιοκτησίας που κατείχαν η ASI και η AOE εξαιρούνταν από τη φορολογητέα βάση, με την αιτιολογία, κατ’ ουσίαν, ότι οι έδρες των εταιριών αυτών βρίσκονται εκτός Ιρλανδίας και ότι η διαχείριση των εν λόγω αδειών εξαρτάται από τις αποφάσεις που λαμβάνονται στο επίπεδο του ομίλου Apple στις Η.Π.Α., οι εταιρίες αυτές είχαν λάβει μέσω των φορολογικών αποφάσεων προέγκρισης, από το 1991 έως το 2014, παράνομη κρατική ενίσχυση μη συμβατή προς την εσωτερική αγορά, η οποία είχε ωφελήσει τον όμιλο Apple στο σύνολό του. Η Επιτροπή ζήτησε επίσης από την Ιρλανδία να προχωρήσει στην ανάκτηση της ενίσχυσης1. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Επιτροπής, η Ιρλανδία χορήγησε στην Apple παράνομα φορολογικά πλεονεκτήματα ύψους 13 δισεκατομμυρίων ευρώ2.

Το 2020, το Γενικό Δικαστήριο, επιληφθέν προσφυγών που άσκησαν η Ιρλανδία, η ASI και η AOE, ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής, κρίνοντας ότι η Επιτροπή δεν είχε αποδείξει ότι υφίστατο επιλεκτικό πλεονέκτημα το οποίο απέρρεε από τις επίμαχες φορολογικές αποφάσεις προέγκρισης και το οποίο είχε ως αποτέλεσμα προτιμησιακή μείωση της φορολογητέας βάσης στην Ιρλανδία3.

Με την απόφασή του το Δικαστήριο, επιληφθέν κατόπιν αναίρεσης που άσκησε η Επιτροπή, αναιρεί την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου και αποφαίνεται οριστικώς επί της διαφοράς.

Κατά το Δικαστήριο, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πολλαπλή πλάνη καθόσον έκρινε ότι η Επιτροπή δεν είχε αποδείξει επαρκώς ότι οι άδειες διανοητικής ιδιοκτησίας που κατείχαν η ASI και η AOE και τα σχετικά κέρδη που προέκυπταν από τις πωλήσεις των προϊόντων Apple εκτός των Η.Π.Α. έπρεπε να καταλογιστούν, για φορολογικούς σκοπούς, στα ιρλανδικά υποκαταστήματα. Ειδικότερα, το Γενικό Δικαστήριο, αφενός, έκρινε εσφαλμένως ότι η κύρια συλλογιστική της Επιτροπής θεμελιωνόταν σε μη ορθές εκτιμήσεις σχετικά με τους κοινούς κανόνες φορολογίας δυνάμει του εφαρμοστέου ιρλανδικού φορολογικού δικαίου και, αφετέρου, δέχτηκε εσφαλμένως τις αιτιάσεις της Ιρλανδίας, της ASI και της AOE κατά των πραγματικών εκτιμήσεων της Επιτροπής σχετικά με τις δραστηριότητες των ιρλανδικών υποκαταστημάτων της ASI και της AOE και τις δραστηριότητες εκτός των εν λόγω υποκαταστημάτων.

Κατόπιν της αναίρεσης της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, το Δικαστήριο εκτιμά ότι οι προσφυγές είναι ώριμες προς εκδίκαση και ότι πρέπει να αποφανθεί οριστικώς επ’ αυτών εντός των ορίων της διαφοράς της οποίας έχει επιληφθεί. Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο επιβεβαιώνει την προσέγγιση της Επιτροπής κατά την οποία, δυνάμει της κρίσιμης διάταξης του ιρλανδικού δικαίου σχετικά με τον υπολογισμό της φορολογίας των αλλοδαπών εταιριών, οι δραστηριότητες των υποκαταστημάτων της ASI και της AOE στην Ιρλανδία δεν έπρεπε να συγκριθούν με δραστηριότητες άλλων εταιριών του ομίλου Apple, όπως για παράδειγμα μιας μητρικής εταιρίας στις Η.Π.Α., αλλά με δραστηριότητες άλλων οντοτήτων της ASI και της AOE, ιδίως δε των εδρών των εταιριών αυτών οι οποίες βρίσκονται εκτός Ιρλανδίας.

1Απόφαση (ΕΕ) 2017/1283 της Επιτροπής, της 30ής Αυγούστου 2016, σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.38373 (2014/C) (πρώην 2014/NN) (πρώην 2014/CP) που χορηγήθηκε από την Ιρλανδία στην Apple.
2Ανακοινωθέν Τύπου IP/16/2923 της Επιτροπής της 30ής Αυγούστου 2016.
3Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Ιουλίου 2020, Ιρλανδία κ.λπ. κατά Επιτροπής, συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-778/16 και T-892/16 (βλ., επίσης, ΑΤ αριθ. 90/20).

Πηγή