Αριθμός απόφασης: 5484/2024
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΙΓ’ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ
Σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 24 Ιανουαρίου 2024, με δικαστή τη Μυρτώ Αρβανίτη, Πρωτοδίκη Δ.Δ., και γραμματέα τη Χρυσούλα Σπανού, δικαστική υπάλληλο,
γ ι α να δικάσει την προσφυγή με αριθμό και χρονολογία κατάθεσης ΠΡ…../…..2021 [Εθνικός Αριθμός Υπόθεσης (Ε.Α.Υ.) …………],
τ ο υ ….. του ….., κατοίκου ….. Θεσσαλονίκης (οδός ….), ο οποίος παρέστη διά της πληρεξουσίας του δικηγόρου ……. (Α.Μ.Δ.Σ. Θεσ/νίκης …….),
κ α τ ά του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται από την εδρεύουσα στην Αθήνα Ανεξάρτητη Αρχή (χωρίς νομική προσωπικότητα) με την επωνυμία «Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων» (Α.Α.Δ.Ε.), νομίμως εκπροσωπούμενη από το Διοικητή της και, εν προκειμένω, από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ.) της Α.Α.Δ.Ε., ο οποίος δεν παρέστη.
Κατά τη συζήτηση, η πληρεξούσια δικηγόρος του προσφεύγοντος ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά.
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα.
Σκέφθηκε κατά το Νόμο.
Η κρίση του είναι η εξής:
1. Επειδή, η κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε παράβολο συνολικού ποσού 488,65 ευρώ (βλ. σχετ. το από …….2021 αποδεικτικό της ηλεκτρονικής τραπεζικής της Τράπεζας ……. περί εξόφλησης του με κωδικό πληρωμής ……………. e-παραβόλου, ποσού 50,00 ευρώ, της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και το ……., σειράς Θ’ και με Α/Α …./…..2022, διπλότυπο είσπραξης τύπου – Α, ποσού 438,65 ευρώ, του Τμήματος Εσόδων της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης), νομίμως επαναφέρεται προς συζήτηση μετά τη δημοσίευση, αφενός μεν, της …./2022 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου (Τμήμα ΙΕ’ -και ήδη ΙΓ’- Μονομελές), με την οποία ανεστάλη η εκδίκαση της υπόθεσης, έως τη δημοσίευση απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας επί του προδικαστικού ερωτήματος που υποβλήθηκε με την 450/2021 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Χανίων, αφετέρου δε, της 355/2023 απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία απαντήθηκε το ως άνω υποβληθέν προδικαστικό ερώτημα. Ειδικότερα, με την τελευταία αυτή απόφαση κρίθηκε ότι η διαφορά που γεννάται από την αμφισβήτηση της ρητής ή σιωπηρής απόρριψης της προβλεπόμενης από την παρ. 29 του άρθρου 66 του ν. 4646/2019 αίτησης συνιστά διαφορά ουσίας, της οποίας η επίλυση ανήκει στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, κατά το άρθρο 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ., που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999, Α’ 97), και επί της οποίας εφαρμοστέες, κατά την έννοια της ανωτέρω διάταξης, είναι, όσον αφορά στο αρμόδιο για την εκδίκαση της διαφοράς δικαστήριο και το απαιτούμενο παράβολο, οι διατάξεις που ισχύουν για τις διαφορές που αναφύονται κατά την είσπραξη δημοσίων εσόδων, ήτοι το άρθρο 218 του Κ.Δ.Δ. για το αρμόδιο δικαστήριο και το άρθρο 277 παρ. 2 περ. α’ του αυτού Κώδικα για το παράβολο. Επομένως, εφόσον, εν προκειμένω, για την άσκηση της υπό κρίση προσφυγής καταβλήθηκε, ως εκτέθηκε, παράβολο ποσού 488,65 ευρώ, αντί του νομίμου, κατά τ’ ανωτέρω, πάγιου παραβόλου των 100,00 ευρώ, το υπερβάλλον παράβολο, ποσού 388,65 ευρώ, πρέπει να επιστραφεί στον προσφεύγοντα, ως αχρεωστήτως καταβληθέν, ανεξαρτήτως της έκβασης της δίκης, κατ’ άρθρο 277 παρ. 11 του Κ.Δ.Δ.. Εξάλλου, νομίμως εχώρησε εν προκειμένω η συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, παρά την απουσία του καθ’ ου η προσφυγή Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο κλητεύθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως να παραστεί κατά την αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο (βλ. σχετ. το από 20.11.2023 αποδεικτικό περί επίδοσης της ΚΛ…../…….2023 κλήσης του Επιμελητή Δικαστηρίων ……….., σύμφωνα με το οποίο η ως άνω κλήση νομίμως επιδόθηκε στην αρμόδια εφοριακή υπάλληλο του καθ’ ου Α.Π.).
2. Επειδή, με την προσφυγή αυτή ζητείται, κατ’ εκτίμηση του δικογράφου της, η ακύρωση της τεκμαιρόμενης σιωπηρής απόρριψης από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ.) της Α.Α.Δ.Ε. τής …./……2021 ενδικοφανούς προσφυγής του προσφεύγοντος κατά της …./……..2021 απόφασης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης περί απόρριψης της (ταυτάριθμης) …./…….2020 αίτησης του προσφεύγοντος, με την οποία ο τελευταίος είχε ζητήσει -κατ’ επίκληση των μεταβατικών διατάξεων της παρ. 29 του άρθρου 66 του ν. 4646/2019, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 50 του (τότε ισχύοντος) Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Κ.Φ.Δ., ν. 4174/2013), όπως αυτές ίσχυαν μετά την αντικατάστασή τους με την παρ. 1 του άρθρου 34 του μνησθέντος ν. 4646/2019– την απαλλαγή του από τη φερόμενη προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη του, για την καταβολή ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών της πτωχευσάσης ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «….. (….) …..ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ», της οποίας είχε διατελέσει Διευθύνων Σύμβουλος από το έτος 1993 μέχρι και το χρόνο της διάλυσής της (17.6.2009), λόγω της κηρύξεώς της σε πτώχευση. Η τεκμαιρόμενη σιωπηρή απόρριψη της ανωτέρω ενδικοφανούς προσφυγής συντελέσθηκε στις 29.10.2021 (βλ. σχετ. και το υπ’ αριθ. ηλεκτρ. καταχώρ. …./……..2021 ενημερωτικό έγγραφο της Προϊσταμένης της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης και Νομικής Υποστήριξης της Δ.Ε.Δ.), κατόπιν παράτασης της προβλεπόμενης από το πρώτο εδάφιο (ως ίσχυε) της παρ. 5 του άρθρου 63 του ανωτέρω Κ.Φ.Δ. προθεσμίας προς έκδοση σχετικής απόφασης από τη Δ.Ε.Δ., κατ’ εφαρμογή του άρθρου μόνου της Α.1049/2021 κοινής απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (Β’ 984/12.3.2021). Περαιτέρω, η υπό κρίση προσφυγή, με το ως άνω αντικείμενο, αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (βλ. ό.π. ΣτΕ 355/2023 Ολομ. σκ. 16), για το λόγο, δε, ότι ασκήθηκε εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω στην ουσία της.
3. Επειδή, ο ισχύων έως την 31η.12.2013 Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε., ν. 2238/1994 – Α’ 115) όριζε στην παράγραφο 1 του άρθρου 115 αυτού ότι: «Τα πρόσωπα που είναι διευθυντές, διαχειριστές ή διευθύνοντες σύμβουλοι και εκκαθαριστές των ημεδαπών ανώνυμων εταιρειών … κατά το χρόνο της διάλυσης ή συγχώνευσής τους, ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως για την πληρωμή του φόρου που οφείλεται από αυτά τα νομικά πρόσωπα σύμφωνα με τον παρόντα, καθώς και του φόρου που παρακρατείται, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής τους. …». Eξάλλου, στον -ισχύοντα κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο- Πτωχευτικό Κώδικα (ν. 3588/2007, Α’ 153) προβλεπόταν, στο άρθρο 96 παρ. 1 αυτού, ότι η πτώχευση επιφέρει τη λύση του νομικού προσώπου, ενώ αντίστοιχη διάταξη περιλαμβανόταν και στο άρθρο 47α παρ. 1 περ. γ’ του τότε ισχύοντος ν. 2190/1920 «περί ανωνύμων εταιρειών» (Α’ 144), σύμφωνα με το οποίο η εταιρία λύεται «άμα τη κηρύξει της εταιρείας εις κατάστασιν πτωχεύσεως». Με τις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 115 παρ. 1 του ν. 2238/1994 θεσπίζεται προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη των φυσικών προσώπων, τα οποία διευθύνουν ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες και στα διευθυντικά καθήκοντα των οποίων, προδήλως, περιλαμβάνεται και η μέριμνα για τη συμμόρφωση του νομικού προσώπου προς τις απορρέουσες από τη φορολογική νομοθεσία υποχρεώσεις, ευθύνη η οποία αποβλέπει στην επίτευξη σκοπού δημοσίου συμφέροντος και, ειδικότερα, στη διασφάλιση της είσπραξης των οφειλόμενων από τα νομικά πρόσωπα φόρων κατά το χρόνο της διάλυσής τους (ΣτΕ 1183- 1187/2018 7μ., 1028/2013). Ως χρόνος δε διάλυσης ανώνυμης εταιρίας νοείται, μεταξύ άλλων, και ο χρόνος κήρυξης αυτής σε πτώχευση (όπως συνάγεται από το άρθρο 47 παρ. 1 του ν. 2190/1920), ως ευθυνόμενοι δε, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, προς πληρωμή των φόρων νοούνται εκείνοι, οι οποίοι, κατά τον ως άνω χρόνο, έχοντας αναλάβει καθήκοντα, διοικούν και εκπροσωπούν νομίμως την ανώνυμη εταιρία, αδιαφόρως του χρόνου στον οποίο αναφέρονται οι φόροι ή του χρόνου βεβαίωσής τους (πρβλ. ΣτΕ 2089/2014, 2711/2011, 2030/2004 επταμ., 1590/2000 επταμ. κ.ά.).
4. Επειδή, εν συνεχεία, το ζήτημα της αλληλέγγυας ευθύνης των διοικούντων νομικά πρόσωπα ρυθμίστηκε με το άρθρο 50 του, ισχύοντος κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας [Κ.Φ.Δ., ν. 4174/2013 (Α’ 170), που καταργήθηκε μετά τη θέση σε ισχύ, από την 4η.11.2022, νεότερου Κ.Φ.Δ., που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 4987/2022 (Α’ 206/4.11.2022)], ενώ με το άρθρο 72 παρ. 25 του νέου Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε., ν. 4172/2013 – Α’ 167), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 26 του ν. 4223/2013 (Α’ 287), καταργήθηκαν, από την έναρξη ισχύος του νέου αυτού Κώδικα (ήτοι από την 1η.1.2014, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 72 παρ. 1 αυτού), οι διατάξεις του προμνησθέντος παλαιού Κ.Φ.Ε. (ν. 2238/1994), περιλαμβανομένων και εκείνων του άρθρου 115 αυτού. Ειδικότερα, το ανωτέρω άρθρο 50 του Κ.Φ.Δ. -ως ίσχυε μετά τη συμπλήρωση των παρ. 1 και 2 αυτού με τις παρ. 19 και 20, αντίστοιχα, του άρθρου 47 του πιο πάνω ν. 4223/2013 και πριν την αντικατάστασή του με το άρθρο 34 παρ. 1 του ν. 4646/2019– όριζε στις παρ. 1 και 2 ότι: «1. Τα πρόσωπα που είναι διευθυντές, πρόεδροι, διαχειριστές, διευθύνοντες σύμβουλοι, εντεταλμένοι στη διοίκηση και εκκαθαριστές των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων κατά το χρόνο της διάλυσης ή συγχώνευσής τους, ευθύνονται προσωπικά και αλληλέγγυα για την πληρωμή του φόρου, τόκων και προστίμων που οφείλονται από αυτά τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες, καθώς και του φόρου που παρακρατείται, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής τους. … 2. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως για τους παρακρατούμενους φόρους, το Φ.Π.Α. και όλους τους επιρριπτόμενους φόρους και κατά τη διάρκεια λειτουργίας του νομικού προσώπου που εκπροσωπούν ως εξής: α) Αν έχει γίνει η παρακράτηση φόρου, όλα τα πρόσωπα που είχαν μία από τις ως άνω ιδιότητες από τη λήξη της προθεσμίας απόδοσης του φόρου και μετά. β) Αν δεν έχει γίνει η παρακράτηση φόρου, όλα τα πρόσωπα, που είχαν μία από τις πιο πάνω ιδιότητες κατά το χρόνο που υπήρχε η υποχρέωση παρακράτησης του φόρου.».
5. Επειδή, ακολούθως, με την παράγραφο 1 του άρθρου 34 του μνησθέντος ν. 4646/2019 (Α’ 201/12.12.2019) αντικαταστάθηκαν οι παράγραφοι 1 και 2 του ανωτέρω άρθρου 50 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, ως εξής: «1. Τα πρόσωπα, που είναι εκτελεστικοί πρόεδροι, διευθυντές, γενικοί διευθυντές, διαχειριστές, διευθύνοντες σύμβουλοι, εντεταλμένοι στη διοίκηση και εκκαθαριστές των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, καθώς και τα πρόσωπα που ασκούν εν τοις πράγμασι τη διαχείριση ή διοίκηση νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, ευθύνονται προσωπικά και αλληλέγγυα για την πληρωμή του φόρου εισοδήματος, παρακρατούμενου φόρου, κάθε επιρριπτόμενου φόρου, Φόρου Προστιθέμενης Αξίας και του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων, που οφείλονται από αυτά τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες, ανεξάρτητα από τον χρόνο βεβαίωσής τους, ως και για τους τόκους, πρόστιμα, προσαυξήσεις και οποιεσδήποτε διοικητικές χρηματικές κυρώσεις επιβάλλονται επ’ αυτών, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι κατωτέρω προϋποθέσεις: α. τα ανωτέρω πρόσωπα είχαν μια από τις ανωτέρω ιδιότητες είτε κατά τη διάρκεια λειτουργίας του νομικού προσώπου είτε κατά τον χρόνο λύσης, διάλυσης ή συγχώνευσής του είτε κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισης του νομικού προσώπου, β. οι οφειλές κατέστησαν ληξιπρόθεσμες κατά τη διάρκεια της θητείας τους υπό κάποια εκ των ανωτέρω ιδιοτήτων με την επιφύλαξη των επόμενων εδαφίων. Αν οι οφειλές διαπιστώνονται μετά από έλεγχο, ως αλληλεγγύως υπεύθυνα πρόσωπα κατά την έννοια της παραγράφου αυτής νοούνται μόνο τα πρόσωπα στα οποία συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις των στοιχείων α’ και γ’ κατά το φορολογικό έτος ή την περίοδο στην οποία ανάγονται οι οφειλές αυτές. Σε περίπτωση που οι υπό παρ. 1 φορολογικές οφειλές έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, η αλληλέγγυα ευθύνη βαραίνει και τα πρόσωπα στα οποία συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις των στοιχείων α’ και γ’ κατά τον χρόνο που κάθε δόση της ρύθμισης κατέστη ληξιπρόθεσμη ή η ρύθμιση απωλέσθηκε. Για τα ποσά των τόκων, των προσαυξήσεων, των προστίμων και των λοιπών χρηματικών κυρώσεων, η αλληλέγγυα ευθύνη βαραίνει τα πρόσωπα που είναι αλληλεγγύως υπεύθυνα για την κύρια οφειλή επί της οποίας υπολογίζονται και επιβάλλονται τα ποσά αυτά, γ. οι εν λόγω οφειλές δεν καταβλήθηκαν ή δεν αποδόθηκαν στο Δημόσιο από υπαιτιότητα των ανωτέρω προσώπων. Το βάρος απόδειξης για την μη ύπαρξη υπαιτιότητας φέρουν τα υπό παρ. 1 πρόσωπα. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων δύνανται να ορίζονται ενδεικτικά περιπτώσεις έλλειψης υπαιτιότητας. 2. […]». Περαιτέρω, με το άρθρο 66 [με τίτλο «Μεταβατικές διατάξεις και έναρξη εφαρμογής»] παράγραφος 29 του ανωτέρω ν. 4646/2019, όπως η παρ. αυτή ίσχυε κατά το χρόνο υποβολής της επίμαχης ……/……..2020 αίτησης του προσφεύγοντος -ήτοι, μετά την αντικατάστασή της με την παρ. 2 του άρθρου 31 του ν. 4701/2020 (Α’ 128/30.6.2020), με αναδρομική ισχύ από την έναρξη ισχύος του νόμου 4646/2019 (12.12.2019)-, ορίστηκαν τα εξής: «Οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 50 του ν. 4174/2013, όπως αντικαθίστανται με τις διατάξεις του άρθρου 34 του παρόντος, ισχύουν από τη δημοσίευση του παρόντος και εφαρμόζονται και για οφειλές, οι οποίες έχουν βεβαιωθεί πριν από τη θέση σε ισχύ του παρόντος σε βάρος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων για τις οποίες ευθύνονται αλληλεγγύως και προσωπικά τα φυσικά πρόσωπα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 50 παρ. 1 και 2, όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή του με τις διατάξεις του άρθρου 34 του παρόντος, του άρθρου 115 του ν. 2238/1994 (Α’ 151), της παρ. 7 του άρθρου 22 του ν. 2648/1998 (Α’ 238), της περ. β’ του άρθρου 55 του ν. 2859/2000 (Α’ 248), καθώς και κάθε άλλης διάταξης με την οποία θεσπίζεται αλληλέγγυα ευθύνη για οφειλές για τις οποίες εφαρμόζεται ο Κώδικας. Οι οφειλές αυτές παύουν να βαραίνουν τα αλληλεγγύως ευθυνόμενα πρόσωπα, εφόσον τα τελευταία δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις, που τίθενται με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 50 του ν. 4174/2013, όπως αντικαθίστανται με τις διατάξεις του άρθρου 34 του παρόντος για τη θεμελίωση της αλληλέγγυας ευθύνης και αίρονται τα σε βάρος τους ληφθέντα μέτρα. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, υποβάλλεται αίτηση στην Υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης που είναι αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης των οφειλών μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2020 [προθεσμία που παρατάθηκε μέχρι τις 30 Ιουνίου 2021 με το άρθρο 39 του ν. 4797/2021 (Α’ 66/23.4.2021]. Η αίτηση μπορεί να υποβληθεί και για εκκρεμείς υποθέσεις οφειλών κατά την έννοια της παρ. 50 του άρθρου 72 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, καθώς και για εκκρεμείς υποθέσεις οφειλών ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων μετά από άσκηση ανακοπής. Η Φορολογική Διοίκηση εκδίδει αιτιολογημένη πράξη, με την οποία αποδέχεται ή απορρίπτει την αίτηση. Κατά της τυχόν απορριπτικής απόφασης ή της σιωπηρής απόρριψης της αίτησης μπορεί να ασκηθεί ενδικοφανής προσφυγή κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 63 του ν. 4174/2013. Ποσά που έχουν εισπραχθεί από τα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 50 του ν. 4174/2013 δεν επιστρέφονται».
6. Επειδή, εξάλλου, μεταγενέστερα, με την Ε.2173/2020 εγκύκλιο του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. με θέμα «Αλληλέγγυα ευθύνη διοικούντων του άρθρου 50 του ν. 4174/2013, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει», ορίστηκαν, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Α. […] Β. […] Γ. Ο κρίσιμος χρόνος για τη θεμελίωση της αλληλέγγυας ευθύνης. 12. […] 17. Τέλος, σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο της περ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 50 [του Κ.Φ.Δ.], σε περίπτωση που οι υπό παράγραφο 1 [του] άρθρου 50 φορολογικές οφειλές έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση με οποιονδήποτε τρόπο, ήτοι είτε βάσει νόμου, είτε βάσει δικαστικής απόφασης ή απόφασης διοικητικού οργάνου, η αλληλέγγυα ευθύνη κρίνεται κατά το χρόνο που κάθε δόση της ρύθμισης κατέστη ληξιπρόθεσμη ή η ρύθμιση απωλέσθηκε και βαραίνει, εκτός από τα πρόσωπα του πρώτου ή του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης β’, κατά περίπτωση, και τα πρόσωπα στα οποία συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις των στοιχείων α’ και γ’ κατά το χρόνο που κάθε δόση της ρύθμισης κατέστη ληξιπρόθεσμη ή η ρύθμιση απωλέσθηκε. Δ. […] Ε. Η υπαιτιότητα. 25. Πρόσωπα για τα οποία συντρέχουν σωρευτικά όλες οι λοιπές προϋποθέσεις, οι οποίες αναφέρονται στη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 50 Κ.Φ.Δ., καθίστανται καταρχήν αλληλεγγύως υπεύθυνα και τεκμαίρεται η υπαιτιότητά τους εκ μόνης της ιδιότητάς τους για τις οφειλές που δημιουργούνται κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Ωστόσο, σύμφωνα και με τα ρητώς οριζόμενα στο β’ εδάφιο της περίπτωσης γ’ της παρ. 1 του άρθρου 50 του Κ.Φ.Δ., πρόκειται για μαχητό τεκμήριο, καθόσον το βάρος απόδειξης για τη μη ύπαρξη υπαιτιότητας, φέρουν τα εν λόγω πρόσωπα. Επομένως, εφόσον τα πρόσωπα σε βάρος των οποίων συντρέχει αλληλέγγυα ευθύνη αποδείξουν ότι δεν ήταν υπαίτια για τη μη καταβολή ή μη απόδοση των οφειλών που προβλέπονται στις οικείες διατάξεις, απαλλάσσονται από την ευθύνη για πληρωμή των οφειλών του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας που διοικούν ή διαχειρίζονται. 26. … 27. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι η έλλειψη υπαιτιότητας αποδεικνύεται εφόσον έχουν εκδοθεί αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις οιουδήποτε Δικαστηρίου ή αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα, από τα οποία διαπιστώνεται ρητά η έλλειψη υπαιτιότητας σχετικά με τη μη καταβολή της οφειλής από τον αλληλεγγύως υπόχρεο ή/και η μη συμμετοχή του στην φορολογική παράβαση που προκάλεσε την οφειλή και εν γένει η μη ενεργός συμμετοχή του στη διοίκηση και διαχείριση του νομικού προσώπου. ΣΤ. […]». Περαιτέρω, κατ’ εξουδιοδότηση της προεκτεθείσας περίπτωσης γ’ της παρ. 1 του άρθρου 50 του Κ.Φ.Δ. (ν. 4174/2013) εκδόθηκε η (ισχύουσα κατά το χρόνο συντέλεσης, στις 29.10.2021, της προσβαλλόμενης σιωπηρής απορριπτικής πράξης) Α. 1082/7.4.2021 κοινή απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. «Περιπτώσεις έλλειψης υπαιτιότητας για τη μη στοιχειοθέτηση της αλληλέγγυας ευθύνης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 50 του ν. 4174/2013» (Β’ 1487/13.4.2021), στο άρθρο 1 της οποίας ορίζεται ότι: «Τα πρόσωπα που φέρουν τις ιδιότητες που ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 50 του ν. 4174/2013 (Κ.Φ.Δ.) θεωρούνται καταρχήν υπαίτια για τη μη καταβολή ή μη απόδοση των οριζόμενων στις ως άνω διατάξεις οφειλών των νομικών προσώπων και των νομικών οντοτήτων, εκτός αν στα πρόσωπα αυτά συντρέχει περίπτωση έλλειψης υπαιτιότητας, σύμφωνα με τις κατωτέρω ενδεικτικά αναφερόμενες περιπτώσεις, οι οποίες σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να εξετάζονται από τις υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε., κατά λόγο αρμοδιότητας, πριν την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 50 Κ.Φ.Δ. στα αλληλεγγύως ευθυνόμενα πρόσωπα» και στο άρθρο 2 αυτής ότι: «Για τους σκοπούς εφαρμογής της περ. γ’ της παρ. 1 του άρθρου 50 του Κ.Φ.Δ., ορίζονται ενδεικτικά περιπτώσεις έλλειψης υπαιτιότητας των προσώπων αυτών ως ακολούθως: 1. […] 4. Ύπαρξη αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης ποινικού δικαστηρίου ή αμετάκλητου απαλλακτικού βουλεύματος ή τελεσίδικη [η λέξη «τελεσίδικη» προστέθηκε με τις διορθώσεις σφαλμάτων, που δημοσιεύθηκαν στο Φ.Ε.Κ. Β’ 1626/21.4.2021] απόφαση δικαστηρίου βάσει των οποίων διαπιστώνεται ρητά η έλλειψη υπαιτιότητας σχετικά με τη δημιουργία ή τη μη καταβολή της οριζόμενης στην παρ. 1 του άρθρου 50 του Κ.Φ.Δ. οφειλής από τον αλληλεγγύως υπόχρεο. 5. […] 9. Στην περίπτωση κατά την οποία πρόσωπα που αν και φέρουν μία από τις ιδιότητες που προβλέπονται στην παρ. 1 του άρθρου 50 Κ.Φ.Δ. δεν έχουν πραγματική ανάμειξη στη διοίκηση/διαχείριση των υποθέσεων του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας. Για την περίπτωση αυτή εκτιμώνται συνολικά και λαμβάνονται υπόψη στοιχεία, όπως: η έλλειψη αμοιβής προς το πρόσωπο αυτό, η έλλειψη μετοχικής ή εταιρικής σχέσης με το νομικό πρόσωπο ή τη νομική οντότητα, η μη διενέργεια τραπεζικών συναλλαγών, η μη διαχείριση των εταιρικών τραπεζικών λογαριασμών … η μη υπογραφή πρακτικών Διοικητικού Συμβουλίου ή οικονομικών καταστάσεων, σε συνδυασμό με στοιχεία που αποδεικνύουν το πρόσωπο που πραγματικά διαχειρίζεται τις εταιρικές υποθέσεις. 10. […]».
7. Επειδή, με τις νέες διατάξεις του άρθρου 34 του ν. 4646/2019 τροποποιήθηκαν επί το επιεικέστερον οι προϋποθέσεις γένεσης της ευθύνης των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 του άρθρου 50 του Κ.Φ.Δ. φυσικών προσώπων, ως ευθυνομένων προσωπικώς και αλληλεγγύως για τις φορολογικές οφειλές νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων και, αφενός μεν, περιορίστηκε η φορολογητέα ύλη για την οποία ευθύνονται τα πρόσωπα αυτά στους ρητώς αναφερόμενους σ’ αυτές φόρους, αφετέρου δε, ορίσθηκε ότι, πέραν της ιδιότητας των προσώπων αυτών, ως εντεταλμένων στη διοίκηση των νομικών προσώπων, πρέπει να συντρέχουν στο πρόσωπό τους σωρευτικώς οι αναφερόμενες στο ως άνω άρθρο 34 του ν. 4646/2019 προϋποθέσεις (βλ. Ολομ. ΣτΕ 355/2023 σκ. 14). Ειδικότερα, απαιτείται, πλέον, να πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) η κατοχή, εκ μέρους των φερόμενων ως ευθυνομένων για την καταβολή των πιο πάνω φορολογικών οφειλών φυσικών προσώπων, μίας εκ των προβλεπόμενων στις ως άνω διατάξεις τυπικών ιδιοτήτων είτε κατά τη διάρκεια λειτουργίας είτε κατά το χρόνο λύσης, διάλυσης ή συγχώνευσης είτε κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισης του νομικού προσώπου/οντότητας, β) η επέλευση, καταρχήν, του ληξιπροθέσμου των εν λόγω φορολογικών οφειλών, κατά τη διάρκεια της θητείας των ανωτέρω φυσικών προσώπων και γ) η υπαιτιότητα των τελευταίων για τη μη καταβολή/απόδοση των οφειλών αυτών στο Δημόσιο, η συνδρομή της οποίας τεκμαίρεται μαχητώς. Επομένως, η ευθύνη των προσώπων αυτών παύει πλέον για τις συγκεκριμένες οφειλές να είναι αντικειμενική και καθίσταται υποκειμενική, ενώ το βάρος απόδειξης της μη ύπαρξης υπαιτιότητας ανατίθεται στα ίδια αυτά τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα (βλ. Δ.Εφ.Αθ. 3701/2020 σκ. 6, Δ.Εφ.Πατρ. 451/2020 σκ. 11). Άλλωστε, λόγω της δυσχέρειας απόδειξης αρνητικού γεγονότος, παρέχεται σχετική εξουσιοδότηση στη Διοίκηση για κανονιστική τυποποίηση συγκεκριμένων περιστατικών από τα οποία θα τεκμαίρεται μαχητά η έλλειψη υπαιτιότητας (βλ. Δ.Εφ.Λαρ. 32/2021 σκ. 4, 515/2020 σκ. 4, βλ. επίσης ό.π. Δ.Εφ.Πατρ. 451/2020 σκ. 11). Περιστατικά αυτού του είδους αποτελούν λ.χ. η περίπτωση, κατά την οποία πρόσωπα που, αν και φέρουν μία από τις ιδιότητες που προβλέπονται στην παρ. 1 του άρθρου 50 του Κ.Φ.Δ., δεν έχουν πραγματική ανάμειξη στη διοίκηση/διαχείριση των υποθέσεων του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας, καθώς και η περίπτωση δημοσίευσης αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης ποινικού δικαστηρίου ή αμετάκλητου απαλλακτικού βουλεύματος ή τελεσίδικης απόφασης οποιουδήποτε Δικαστηρίου, με την οποία διαπιστώνεται ρητά η έλλειψη υπαιτιότητας των ως άνω αλληλεγγύως ευθυνόμενων φυσικών προσώπων σχετικά με τη δημιουργία ή τη μη καταβολή των οφειλών αυτών. Εξάλλου, με τη μεταβατική διάταξη της παρ. 29 του άρθρου 66 του ν. 4646/2019 επεκτάθηκε η εφαρμογή των νεότερων ευμενέστερων ρυθμίσεων και στις περιπτώσεις των οφειλών, οι οποίες είχαν βεβαιωθεί πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 4646/2019 (ήτοι πριν την 12η.12.2019), καθώς και σε εκκρεμείς υποθέσεις οφειλών, όπως ειδικότερα ορίζονται αυτές στην εν λόγω μεταβατική διάταξη. Προς τούτο παρασχέθηκε στο φερόμενο ως ευθυνόμενο για την εξόφληση των ως άνω βεβαιωμένων έως την 12η.12.2019 οφειλών του νομικού προσώπου, προθεσμία υποβολής αίτησης στη φορολογική Διοίκηση, με την οποία δύναται να προβάλει ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του οι προβλεπόμενες στο άρθρο 34 του ν. 4646/2019 προϋποθέσεις της προσωπικής και αλληλέγγυας ευθύνης, φέροντας το σχετικό βάρος απόδειξης των ισχυρισμών του αυτών, η δε αποδοχή της σχετικής αίτησης έχει ως συνέπεια τη μερική ή ολική απαλλαγή του από την ευθύνη (βλ. ό.π. Ολομ. ΣτΕ 355/2023 σκ. 14).
8. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας, μεταξύ των οποίων και ο από 23.10.2013 πίνακας χρεών του Δικαστικού Τμήματος της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης -στον οποίο περιλαμβάνονται οι ληξιπρόθεσμες φορολογικές οφειλές, προς το Ελληνικό Δημόσιο, της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «….. (…..) ………. —– ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ» (με αριθμό Μητρώου …../…./Β/…./…. και Α.Φ.Μ. …..), σε συνδυασμό με τα ιστορούμενα στο δικόγραφο της υπό κρίση προσφυγής, προκύπτουν τα εξής: Η μνησθείσα ανώνυμη εταιρία (στο εξής αναφερόμενη, χάριν συντομίας, ως «…. ……..»), η οποία έδρευε στο …. της Βιομηχανικής Περιοχής (ΒΙ.ΠΕ.) Σίνδου Θεσσαλονίκης, κηρύχθηκε σε πτώχευση (με χρόνο παύσης πληρωμών την 1η.2.2009) με την …../………2009 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και ως οριστικός σύνδικος πτωχεύσεως ορίσθηκε ο δικηγόρος του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης Ε.Τ. του ….., ενώ, στη συνέχεια, ανακοινώθηκε (με δημοσίευση στο τεύχος Α.Ε. και Ε.Π.Ε., Φ.Ε.Κ. …../…….2009) η από 31.8.2009 καταχώριση της ανωτέρω …../2009 δικαστικής απόφασης στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιριών (Μ.Α.Ε.) της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης. Ο δε προσφεύγων κατείχε τη θέση του Διευθύνοντος Συμβούλου της εν λόγω εταιρίας από το έτος 1993 (ότε και συνεστήθη αυτή, κατά τα αναγραφόμενα στη σελ. 9 του δικογράφου της υπό κρίση προσφυγής) και τη θέση του Προέδρου του Διοικητικού της Συμβουλίου (Δ.Σ.) και Διευθύνοντος Συμβούλου αυτής, αδιαλείπτως, από την 20ή.5.2004 μέχρι και τον προαναφερθέντα χρόνο διάλυσής της (λόγω κηρύξεώς της σε πτώχευση), εκπροσωπώντας και δεσμεύοντάς την «διά μόνης της υπογραφής του τιθέμενης κάτωθι της εταιρικής επωνυμίας» (βλ. Φ.Ε.Κ., τεύχος Α.Ε. και Ε.Π.Ε., …../…..1994, ……/….1999, …../….2004, …../….2008 και …./……2009). Όπως δε αναφέρεται στη σελίδα 2 της …../…….2022 έκθεσης απόψεων του καθ’ ου, λόγω της κήρυξης της ως άνω εταιρίας σε πτώχευση, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης ανήγγειλε, «με τις …./2009, …../2010, …./2011, …./2011 και …../2012 αναγγελίες χρεών», προς το Γραμματέα του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και τον προαναφερθέντα σύνδικο της πτώχευσης την ύπαρξη χρεών της εν λόγω εταιρίας προς το Ελληνικό Δημόσιο, συνολικού ύψους 180.753,32 ευρώ (157.440,42 ευρώ «αρχικώς βεβαιωθέν κεφάλαιο», 119.096,36 ευρώ «ληξιπρόθεσμο κεφάλαιο» και 61.635,84 ευρώ προσαυξήσεις), ενώ, επιπροσθέτως, εξέδωσε την …/2010 έγγραφη παραγγελία, σε εκτέλεση της οποίας επιβλήθηκε, με την (μη περιλαμβανόμενη μεταξύ των στοιχείων του διοικητικού φακέλου) …../……..2010 έκθεση αρμόδιου δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών, αναγκαστική κατάσχεση στο περιγραφόμενο σ’ αυτήν ακίνητο (διαμέρισμα) ιδιοκτησίας του προσφεύγοντος στο ….. Αττικής, στο πλαίσιο διοικητικής εκτέλεσης που επισπεύδετο σε βάρος του, υπό την ιδιότητά του ως τελευταίου Προέδρου του Δ.Σ. και Διευθύνοντος Συμβούλου της ανωτέρω οφειλέτριας ανώνυμης εταιρίας κατά το χρόνο κηρύξεώς της σε πτώχευση, προκειμένου να εισπραχθεί το ανωτέρω οφειλόμενο από αυτήν χρέος προς το Δημόσιο. Εν συνεχεία, ο προσφεύγων υπέβαλε στη Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης, για λογαριασμό της πιο πάνω πτωχής οφειλέτριας Α.Ε. και υπό την προαναφερθείσα ιδιότητά του, αρχικά την (απευθυνόμενη προς τον Υπουργό Οικονομικών) …../……..2013 «αίτηση εξωπτωχευτικού συμβιβασμού» και, ακολούθως, τη συμπληρωματική της τελευταίας …../……..2013 όμοια αίτηση, με τις οποίες ζήτησε την υπαγωγή των βεβαιωμένων οφειλών (πτωχευτικών χρεών) της εν λόγω εταιρίας στις διατάξεις του άρθρου 62Α του (ισχύοντος κατά το χρόνο εκείνο) ν.δ/τος 356/1974 «Περί Κώδικος Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων» (Κ.Ε.Δ.Ε., Α’ 90) και, ειδικότερα, «τη διαγραφή του συνόλου των προσαυξήσεων (άλλως του 80% αυτών) και την τμηματική καταβολή της υπολειπόμενης οφειλής σε 90 δόσεις, σύμφωνα με το άρθρο 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε. [όπως προστέθηκε με το άρθρο 19 του ν. 3522/2006 (Α’ 276)]». Οι αιτήσεις αυτές διαβιβάσθηκαν, με τα …../……2013 και …../………2013, αντίστοιχα, έγγραφα του Προϊσταμένου της ανωτέρω Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε., στη 16η Διεύθυνση Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (-Τμήμα Γ’) του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών και στη Διεύθυνση Πολιτικής Εισπράξεων (της Γενικής Δ/νσης Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων της Γενικής Γραμματείας Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων) του Υπουργείου Οικονομικών αντίστοιχα. Στο δε προμνησθέν ……./……..2013 διαβιβαστικό έγγραφο της πιο πάνω Δ.Ο.Υ., που αποτελούσε την «εισήγηση» της εν λόγω Υπηρεσίας προς την Επιτροπή του άρθρου 9 του ν. 2386/1996 (Α’ 43), αναγράφονταν, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Σημειώνουμε ότι από το σύνολο των βεβαιωμένων οφειλών, όπως διαφαίνονται και από τον συνημμένο πίνακα χρεών, μόνο το Α.Τ.Β. …../………2008, που αφορά περαίωση εισοδήματος με βάση το νόμο …../2008 (περαίωση οικ. ετών 2005, 2006 και 2007), είναι πτωχευτικά χρέη, καθώς έχουν βεβαιωθεί πριν την κήρυξη της οφειλέτριας εταιρίας σε κατάσταση πτώχευσης ή ανάγονται σε χρόνο πριν την πτώχευση. Οι υπόλοιπες οφειλές προέρχονται από πρόστιμο του Κ.Β.Σ., οικονομικού έτους 2011, και εισφορές και τέλος επιτηδεύματος, οικονομικών ετών 2011 και 2012, που αποτελούν μεταπτωχευτικά χρέη. Τελευταία δήλωση φορολογίας εισοδήματος η επιχείρηση κατέθεσε για το οικονομικό έτος 2009. […] Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ανωτέρω αναφερόμενα, η Υπηρεσία προτείνει την αποδοχή της αίτησης της επιχείρησης για καταβολή των οφειλών σε 90 δόσεις, χωρίς απαλλαγή από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής». Ειδικότερα, σύμφωνα με τον συνημμένο στο ίδιο ως άνω από 7.11.2013 διαβιβαστικό έγγραφο από 23.10.2013 πίνακα χρεών (με τίτλο «Φορολογούμενοι με χρέη») του Δικαστικού Τμήματος της ως είρηται φορολογικής Αρχής, οι προαναφερθείσες οφειλές της «…… Α.Β.Ε.Ε.» προέρχονταν από: α) φόρο εισοδήματος, ποσού («αρχική βεβαίωση») 155.860,42 ευρώ, προκύψαντος κατόπιν σχετικής περαίωσης της φορολογίας εισοδήματος [κατ’ εφαρμογή του ν. 3697/2008 (Α’ 194)] για τα οικονομικά έτη 2005-2007, το οποίο (ποσό), κατόπιν είσπραξης του ποσού των 38.344,06 ευρώ, ανήλθε εν τέλει στο ποσό των 117.516,36 ευρώ («ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο»), το οποίο (πλέον προσαυξήσεων ύψους 60.126,47 ευρώ) βεβαιώθηκε σε βάρος της ανωτέρω ανώνυμης εταιρίας με την ……/………2008 [γραμμή χρηματικού καταλόγου (εφεξής γρ. Χ.Κ.) 18] πράξη ταμειακής βεβαίωσης της ανωτέρω Δ.Ο.Υ., β) πρόστιμο του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Κ.Β.Σ., π.δ. 186/1992, Α’ 84), οικονομικού έτους 2011, ποσού (κεφαλαίου) 880,00 ευρώ, το οποίο (πλέον προσαυξήσεων και λοιπών συνεισπραττομένων, ύψους 246,40 ευρώ και 21,12 ευρώ αντίστοιχα) βεβαιώθηκε σε βάρος της με την …../……..2011 (γρ. Χ.Κ. 2) πράξη ταμειακής βεβαίωσης, γ) εισφορά και τέλος επιτηδεύματος, οικονομικού έτους 2011, ποσού 300,00 ευρώ, το οποίο (πλέον προσαυξήσεων ύψους 69,00 ευρώ) βεβαιώθηκε σε βάρος της με την …../……..2011 (γρ. Χ.Κ. 271) πράξη ταμειακής βεβαίωσης, και δ) εισφορά και τέλος επιτηδεύματος, οικονομικού έτους 2012, ποσού («αρχική βεβαίωση») 400,00 ευρώ (με τελικό «ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο» ύψους 300,00 ευρώ), το οποίο (πλέον προσαυξήσεων ύψους 3,00 ευρώ) βεβαιώθηκε σε βάρος της με την …../……..2013 (γρ. Χ.Κ. 393) πράξη ταμειακής βεβαίωσης. Ο Υπουργός Οικονομικών, αφού έλαβε υπόψη, μεταξύ άλλων, την …./………2013 γνωμοδότηση της Επιτροπής του άρθρου 9 του ν. 2386/1996, εξέδωσε την ΔΠΕΙΣ Ε ……. ΕΞ 2013/…….2013 απόφαση, με την οποία, κατά μερική αποδοχή της πιο πάνω ……/……..2013 αίτησης του προσφεύγοντος, ενέκρινε την καταβολή του «βασικού πτωχευτικού χρέους» της πιο πάνω ανώνυμης εταιρίας και του συνόλου των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής σε ενενήντα (90) δόσεις, επισημαίνοντας ότι ο προσφεύγων είχε την υποχρέωση να προσέλθει στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από την επίδοση σ’ αυτόν σχετικής πρόσκλησης, προκειμένου να αποδεχθεί την εν λόγω ρύθμιση. Όπως δε προκύπτει από το συνταχθέν επί του σώματος της ανωτέρω από 12.12.2013 απόφασης «ιδιωτικό συμφωνητικό εξωπτωχευτικού συμβιβασμού με Α/Α 1», ο προσφεύγων υπέβαλε, στις 13.1.2014, ρητή, ανεπιφύλακτη και χωρίς όρους δήλωση περί αποδοχής των όρων της προεκτεθείσας ρύθμισης, η οποία (δήλωση αποδοχής) αποτελούσε, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 5 του άρθρου 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε., «αναγνώριση της ύπαρξης και του ύψους του παλαιού χρέους (βασικού και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής)». Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την (περιλαμβανόμενη μεταξύ των στοιχείων του διοικητικού φακέλου) υπό αύξοντα αριθμό (Α/Α) ρύθμισης …/……..2014 απόφαση «νομοθετικής ρύθμισης Ν. 2386/96» του Τμήματος Εσόδων της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσ/νίκης, αποφασίσθηκε η τμηματική καταβολή της ληξιπρόθεσμης οφειλής της πιο πάνω εταιρίας από φόρο εισοδήματος (κατόπιν περαίωσης κατ’ εφαρμογή του ν. 3697/2008), ποσού 117.516,36 ευρώ -το οποίο είχε βεβαιωθεί σε βάρος της με την …../………2008 (γρ. Χ.Κ. 18) πράξη ταμειακής βεβαίωσης, ως προεκτέθηκε-, σε ενενήντα (90) μηνιαίες δόσεις, ποσού 1.305,74 ευρώ εκάστης, με έναρξη καταβολής στις 12.3.2014 (1η δόση) και λήξη (τελευταία δόση) στις 31.8.2021. Κατά τα αναφερόμενα δε στην πιο πάνω έκθεση απόψεων του καθ’ ου, ο προσφεύγων, σε συμμόρφωση προς την ανωτέρω απόφαση ρύθμισης, κατέβαλε για λογαριασμό της πιο πάνω εταιρίας, έως τις 30.11.2020 (ημερομηνία καταβολής της τελευταίας δόσης), ογδόντα μία (81) δόσεις, συνολικού ποσού 105.764,94 ευρώ (ήτοι 1.305,74 ευρώ × 81 δόσεις), πλην όμως, απώλεσε εν τέλει τα ευεργετήματα της πιο πάνω ρύθμισης, λόγω πλήρωσης της σχετικής διαλυτικής αίρεσης της μη εμπρόθεσμης καταβολής τριών (3) συνεχών μηνιαίων δόσεων, γεγονός που συνεπαγόταν -σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε.- την αυτοδίκαιη (ex lege) ανατροπή της ρύθμισης, με αποτέλεσμα το υπόλοιπο χρέος (9 δόσεις, συνολικού ύψους 11.751,42 ευρώ) να καταστεί άμεσα απαιτητό και να επιβαρύνεται με το σύνολο των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής «από τη βεβαίωσή του μέχρι την εξόφλησή του». Ακολούθως, με την (υποβληθείσα στην ίδια ως άνω Δ.Ο.Υ.) …../…….2020 αίτησή του, ο προσφεύγων -κατ’ επίκληση των μεταβατικών διατάξεων της παραγράφου 29 του άρθρου 66 του ν. 4646/2019 (όπως η παρ. αυτή ίσχυε μετά την αντικατάστασή της με την παρ. 2 του άρθρου 31 του ν. 4701/2020), σε συνδυασμό με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 50 του Κ.Φ.Δ. (όπως οι παρ. αυτές ίσχυαν μετά την αντικατάστασή τους με την παρ. 1 του άρθρου 34 του ανωτέρω ν. 4646/2019)- ζήτησε να απαλλαγεί από τη φερόμενη αλληλέγγυα ευθύνη του για την καταβολή των ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών της ανωτέρω ήδη πτωχευσάσης ανώνυμης εταιρίας και, συνακόλουθα, να αρθούν τα ληφθέντα σε βάρος του μέτρα διοικητικής εκτέλεσης. Με την αίτηση αυτή ο προσφεύγων ισχυρίσθηκε (μεταξύ άλλων) ότι, σε κάθε περίπτωση, δεν ευθυνόταν για τα φορολογικά χρέη της πιο πάνω εταιρίας ελλείψει υπαιτιότητάς του για τη μη καταβολή τους, δοθέντος ότι ο ίδιος ήταν μεν πράγματι ο τελευταίος νόμιμος εκπρόσωπός της (πρόεδρος του Δ.Σ. και διευθύνων σύμβουλος αυτής) πριν από την πτώχευσή της στις 17.6.2009, πλην όμως, έκτοτε, δεν είχε καμία ανάμειξη στη διαχείρισή της. Συναφώς, δε, υποστήριξε ότι δεν ευθυνόταν για τα προερχόμενα από φόρο εισοδήματος (κατόπιν περαίωσης) φορολογικά χρέη της εν λόγω εταιρίας, που, ως προεκτέθηκε, είχαν βεβαιωθεί σε βάρος της με την προμνησθείσα (υπό στοιχείο α’) ……/……..2008 πράξη ταμειακής βεβαίωσης και υπαχθεί στην ανωτέρω ρύθμιση, για το λόγο ότι η ρύθμιση αυτή είχε απωλεσθεί το έτος 2020, ήτοι σε χρόνο κατά τον οποίο αυτός δεν είχε την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της. Τέλος, ο προσφεύγων ισχυρίσθηκε ότι η έλλειψη ευθύνης του αποδεικνυόταν και από το γεγονός ότι, με σωρεία αθωωτικών αποφάσεων ποινικών δικαστηρίων, είχε αθωωθεί για τα αδικήματα της καταδολίευσης δανειστών [ήτοι, της «Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε.», πιστώτριας της «…… Α.Β.Ε.Ε.»], της δόλιας χρεωκοπίας και της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο. Η αίτησή του αυτή απορρίφθηκε με την (ταυτάριθμη) ……/………2021 απόφαση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης, με την αιτιολογία ότι ο προσφεύγων είχε την ιδιότητα του Διευθύνοντος Συμβούλου της ανωτέρω εταιρίας τόσο κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της, όσο και κατά το χρόνο κηρύξεως αυτής σε πτώχευση (17.6.2009), οι δε οφειλόμενες φορολογικές οφειλές της εταιρίας [δηλαδή «το Α.Τ.Β. …../………2008 ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΠΕΡΑΙΩΣΗ Ν. 3697/2008», που «αφορά τη χρήση του 2005, 2006, 2007, η οποία βεβαιώθηκε στις 2.12.2008, οφειλή δηλαδή για την πληρωμή της οποίας διατηρείται (ως παλαιά υπόθεση) αλληλέγγυα ευθύνη», βλ. σελ. 4 της εν λόγω απόφασης] κατέστησαν ληξιπρόθεσμες κατά τη διάρκεια της θητείας του υπό την ανωτέρω ιδιότητά του, ενώ αυτός δεν προσκόμισε τα απαιτούμενα στοιχεία προς απόδειξη της έλλειψης υπαιτιότητάς του για τη μη καταβολή των οφειλών αυτών στο Δημόσιο. Και τούτο, λαμβανομένου, μάλιστα, υπόψη ότι, κατά την κρίση του Προϊσταμένου της ανωτέρω Δ.Ο.Υ., οι προσκομισθείσες εκ μέρους του προσφεύγοντος (και μη περιλαμβανόμενες μεταξύ των στοιχείων του διοικητικού φακέλου) αθωωτικές αποφάσεις ποινικών δικαστηρίων «δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, καθώς η μία [ήτοι, η …../2015 απόφαση του Β’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσ/νίκης, όπως υποστηρίζει ο προσφεύγων στη σελ. 14 του δικογράφου της προσφυγής] αφορά αναστολή ποινικής δίκης για μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο [ποινικό αδίκημα του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 – Α’ 43], λόγω ύπαρξης ενεργούς [κατά το χρόνο εκείνο] ρύθμισης, ενώ οι άλλες δύο [ήτοι, οι …../2013 και …../2013 αποφάσεις του Β’ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Θεσ/νίκης, ομοίως όπως υποστηρίζει ο προσφεύγων στη σελ. 13 του δικογράφου της προσφυγής] αφορούν δίκες με τους πιστωτές της “Α.Ε. …..”, λόγω της πτώχευσής της, με αντικείμενο τα αδικήματα της καταδολίευσης δανειστών κατ’ εξακολούθηση και της δόλιας χρεωκοπίας». Περαιτέρω, με την ίδια ως άνω ……/……..2021 απόφαση κρίθηκε ότι εφαρμοστέα, εν προκειμένω, ήταν η περίπτωση 17 της παραγράφου Γ’ της Ε.2173/2020 εγκυκλίου της Α.Α.Δ.Ε., ενώ, τέλος, στη σελίδα 5 αυτής αναγράφονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Επειδή η ρύθμιση των πτωχευτικών χρεών της με αρ. πρωτ. ΔΠΕΙΣ Ε …… ΕΞ 2013/…….2013 [απόφασης του Υπουργού Οικονομικών] δεν τηρείται σήμερα, καθώς η τελευταία καταβληθείσα δόση ήταν εκείνη του μηνός Νοεμβρίου του 2020 και ισχύουν, επομένως, οι ανωτέρω αναφερόμενες διατάξεις του άρθρου 62Α παρ. 4 του Ν.Δ. 356/1974 [Κ.Ε.Δ.Ε.]. Σημειώνουμε ότι κατά την τεχνική απεικόνιση της απόφασης ρύθμισης στο σύστημα “TAXIS”, δεν απεικονίζεται ορθά το ποσό των προσαυξήσεων κατά την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης ρύθμισης (12.12.2013), οι οποίες, κατά το χρονικό εκείνο σημείο, ανήρχοντο σε ποσό ύψους 63.651,96 ευρώ. Το ποσό αυτό παραμένει απαιτητό και άλλωστε, όπως προαναφέρθηκε, έχει αναγνωριστεί η ύπαρξή του από τον αιτούντα με την υπογραφή της [ΔΠΕΙΣ Ε …… ΕΞ2013/………2013] υπουργικής απόφασης. Η διαδικασία ολοκλήρωσης της αυτοδίκαιας ανατροπής της ρύθμισης από το σύστημα “TAXIS”, λόγω της εκπλήρωσης της ως άνω διαλυτικής αίρεσης [της παρ. 4 του άρθρου 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε.], είναι σε εξέλιξη και θα προκύψει το ακριβές υπόλοιπο του απαιτητού ποσού, μετά του συνόλου των προσαυξήσεων εκπροθέσμου καταβολής, με τις οποίες επιβαρύνεται από τη βεβαίωση μέχρι και την εξόφλησή του.». Κατά δε της τελευταίας αυτής απόφασης ο προσφεύγων άσκησε εμπροθέσμως, ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ.) της Α.Α.Δ.Ε., την ……/………2021 ενδικοφανή προσφυγή με την οποία αιτήθηκε την επανεξέταση της υπόθεσής του, επαναλαμβάνοντας όλους τους περιλαμβανόμενους στην ανωτέρω από 23.12.2020 αίτησή του ισχυρισμούς, προς απόδειξη των οποίων επικαλέσθηκε τα αναφερόμενα στην εν λόγω ενδικοφανή προσφυγή (βλ. σελίδες 34-35 αυτής) αποδεικτικά στοιχεία (χωρίς, ωστόσο, να προκύπτει το εάν είχε συνυποβάλει τα στοιχεία αυτά ενώπιον της Δ.Ε.Δ. με την παραπάνω ενδικοφανή προσφυγή του, δοθέντος ότι αυτά δεν περιλαμβάνονται μεταξύ των στοιχείων του διοικητικού φακέλου που απεστάλησαν από τη φορολογική Διοίκηση στο Δικαστήριο τούτο). Η εν λόγω δε ενδικοφανής προσφυγή τεκμαίρεται ότι απορρίφθηκε σιωπηρώς (στις 29.10.2021, κατά τα εκτεθέντα στη δεύτερη σκέψη της παρούσας) με την ήδη προσβαλλόμενη πράξη, λόγω παρόδου άπρακτης της κατά νόμο προβλεπόμενης προθεσμίας εντός της οποίας όφειλε να αποφανθεί ο Προϊστάμενος της ανωτέρω Διεύθυνσης.
9. Επειδή, ήδη, με την κρινόμενη προσφυγή, όπως οι λόγοι αυτής αναπτύσσονται με τα νομίμως κατατεθέντα στις 24.10.2022 και στις 29.1.2024 υπομνήματα, ο προσφεύγων ζητεί την ακύρωση της προσβαλλόμενης τεκμαιρόμενης σιωπηρής απόρριψης της ανωτέρω ενδικοφανούς προσφυγής του -και, κατ’ επέκταση, της, ενσωματωθείσας στην εν λόγω σιωπηρή απορριπτική πράξη, …../……..2021 απόφασης του Προϊσταμένου της ανωτέρω Δ.Ο.Υ.-, επαναφέροντας όλους τους διαλαμβανόμενους στην τελευταία ισχυρισμούς του, μεταξύ των οποίων και τον προεκτεθέντα ισχυρισμό περί μη συνδρομής, στο πρόσωπό του, της προϋπόθεσης της υπαιτιότητας για τη μη καταβολή των επίμαχων φορολογικών οφειλών της μνησθείσας πτωχευσάσης ανώνυμης εταιρίας («….. Α.Β.Ε.Ε.»), δοθέντος ότι, κατά τους ισχυρισμούς του, ο ίδιος ήταν μεν πράγματι ο τελευταίος νόμιμος εκπρόσωπός της (πρόεδρος του Δ.Σ. και διευθύνων σύμβουλος αυτής) πριν από την πτώχευσή της στις 17.6.2009, πλην όμως, έκτοτε, δεν είχε καμία ανάμειξη στη διαχείρισή της. Ειδικότερα, όπως ιστορεί ο προσφεύγων, η εν λόγω ανώνυμη εταιρία είχε εξέχουσα θέση στον εμπορικό χώρο, εντούτοις δεν παρέμεινε ανεπηρέαστη από τη γενική οικονομική κρίση που επήλθε στη Χώρα ήδη από το έτος 2009, παρά τις προσπάθειές του για τη διάσωσή της. Οι βασικότεροι, δε, παράγοντες που οδήγησαν στη σταδιακή οικονομική της κατάρρευση ήταν, κατά τον προσφεύγοντα, η αδυναμία είσπραξης επισφαλών απαιτήσεων από πελάτες και οφειλέτες της, η κρίση στην αγορά και, τέλος, ο σκληρός ανταγωνισμός λόγω της «σαρωτικής εισβολής» στο εσωτερικό της Χώρας φθηνών προϊόντων από το εξωτερικό, με αποτέλεσμα την περιέλευσή της, την 1η.2.2009, σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμών και την κήρυξή της, την 17η.6.2009, σε πτώχευση, δυνάμει της μνησθείσας ……/2009 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Ισχυρίζεται δε, περαιτέρω, ότι ενέταξε μόνο τα πτωχευτικά χρέη της εταιρίας αυτής (που είχαν βεβαιωθεί σε βάρος της με την ……/……2008 ταμειακή βεβαίωση) σε ρύθμιση 90 δόσεων, την οποία όμως (ρύθμιση) δεν μπόρεσε τελικά να τηρήσει «λόγω αντικειμενικής οικονομικής αδυναμίας» και εξαιτίας της «αδικοπρακτικής συμπεριφοράς των τραπεζών» -και, ιδίως, της «…………………. Α.Ε.», πιστώτριας της πιο πάνω εταιρίας-, με αποτέλεσμα την απώλειά της εντός του έτους 2020, κατόπιν καταβολής, έως την 30ή.11.2020, 81 δόσεων, συνολικού ποσού 105.764,94 ευρώ. Ενόψει των προαναφερόμενων, ο προσφεύγων προβάλλει συναφώς ότι, εφόσον ο ίδιος κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια, προκειμένου να αντιμετωπίσει τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε η πιο πάνω εταιρία και να εξυπηρετήσει τις οφειλές αυτής τόσο προς τους ιδιώτες πιστωτές της, όσο και προς το Δημόσιο, δεν βαρύνεται με δόλο για τη μη καταβολή προς το καθ’ ου των βεβαιωμένων σε βάρος της πτωχευτικών χρεών, ενώ, σε κάθε περίπτωση, δεν ευθύνεται για τα μεταπτωχευτικά χρέη αυτής, καθόσον τούτα βεβαιώθηκαν και κατέστησαν ληξιπρόθεσμα μετά την ως άνω ημερομηνία παύσης πληρωμών. Περαιτέρω, ο προσφεύγων προβάλλει ότι δεν ευθύνεται για τα πιο πάνω πτωχευτικά χρέη για τον επιπρόσθετο λόγο ότι η ως άνω ρύθμιση αυτή απωλέσθη σε χρόνο (έτος 2020), κατά τον οποίο αυτός δεν είχε πια την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της ανωτέρω εταιρίας και η οικονομική της διαχείριση ασκούνταν αποκλειστικά από το σύνδικο πτώχευσης [εντούτοις, στις σελίδες 1 και 23 του κρινόμενου δικογράφου αναγράφεται, επί λέξει, ότι: «ο διορισθείς σύνδικος, κ. ……….., έπαυσε να έχει την ιδιότητα του συνδίκου μετά την πάροδο 10ετίας»], η δε επίμαχη ……/2021 απορριπτική απόφαση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης εκδόθηκε κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της περίπτωσης 17 της παρ. Γ της Ε.2173/2020 εγκυκλίου του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (το περιεχόμενο της οποίας εκτέθηκε στην 6η σκέψη της παρούσας). Εξάλλου, ο προσφεύγων προβάλλει επικουρικώς ότι, εν πάση περιπτώσει, το καθ’ ου η προσφυγή Δημόσιο δεν προέβη, ως όφειλε, σε μείωση και επαναπροσδιορισμό του υπολοίπου του απαιτητού ποσού, μετά την απώλεια της πιο πάνω ρύθμισης, το οποίο, κατά τους υπολογισμούς του, ανέρχεται σε 11.751,42 ευρώ (ήτοι, στις 9 υπολειπόμενες δόσεις της ρύθμισης), κατόπιν μερικής απόσβεσης του αρχικού φορολογικού χρέους, λόγω καταβολής 81 δόσεων (συνολικού ποσού 105.764,94 ευρώ, ως προεκτέθηκε). Ακολούθως, ο προσφεύγων ιστορεί ότι, κατόπιν εγκλήσεων της «……………….. Α.Ε., πιστώτριας της «….. Α.Β.Ε.Ε.», ασκήθηκε σε βάρος του ποινική δίωξη για τα αδικήματα της καταδολίευσης δανειστών κατ’ εξακολούθηση και της δόλιας χρεωκοπίας, πλην όμως το Β’ Μονομελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, με τις ……/2013 και ……/2013 αποφάσεις του, τον κήρυξε αθώο, ελλείψει συνδρομής δόλου στο πρόσωπό του, αναγνωρίζοντας τη δύσκολη οικονομική κατάσταση στην οποία αυτός είχε περιέλθει και αποδίδοντας τις ενέργειές του σε προσπάθεια διάσωσης της εταιρίας. Επιπροσθέτως, στη σελίδα 14 του δικογράφου της υπό κρίση προσφυγής αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι: «Επιπροσθέτως, το Β’ Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, με την υπ’ αριθμόν …../2015 απόφασή του, ανέστειλε την ποινική διαδικασία που είχε εκκινηθεί εις βάρος μου από τη Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης για μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο. Ειδικότερα, με την με αρ. πρωτ. …../…………2011 αίτηση ποινικής δίωξης, ο Προϊστάμενος της ως άνω Υπηρεσίας αιτήθηκε την δίωξή μου, η οποία όμως ανεστάλη λόγω υπαγωγής μου σε διαδικασία ρύθμισης και εξόφλησης του χρέους με δόσεις». Ενόψει των προαναφερθέντων, ο προσφεύγων προβάλλει, καθ’ ερμηνεία του οικείου λόγου, ότι η έλλειψη ευθύνης στο πρόσωπό του αποδεικνύεται, προεχόντως, από το περιεχόμενο των προαναφερθεισών αθωωτικών αποφάσεων (χωρίς, όμως, να ισχυρίζεται και να αποδεικνύει ότι αυτές κατέστησαν αμετάκλητες), με τις οποίες διαπιστώθηκε ρητά, όπως διατείνεται, η έλλειψη του δόλου του σχετικά με τη μη καταβολή των φορολογικών οφειλών της «… Α.Β.Ε.Ε.» και ότι, συνεπώς, η έλλειψη της υπαιτιότητάς του θεωρείται αποδεδειγμένη, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 2 της μνησθείσας Α.1082/2021 κοινής απόφασης. Τέλος, ο προσφεύγων προβάλλει, αφενός μεν, ότι δεν απέκτησε την ιδιότητα του οφειλέτη, δεδομένου ότι δεν του είχε κοινοποιηθεί ατομική ειδοποίηση ληξιπρόθεσμων χρεών της παρ. 1 του άρθρου 4 του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974) ούτε ατομική ειδοποίηση καταβολής οφειλής/υπερημερίας του άρθρου 47 του Κ.Φ.Δ. (ν. 4174/2013), αφετέρου δε, ότι οι προπαρατεθείσες περί αλληλεγγύου ευθύνης διατάξεις του άρθρου 50 παρ. 1 του Κ.Φ.Δ. θεσπίζουν «αντικειμενική», όπως διατείνεται, αλληλέγγυα ευθύνη (μεταξύ άλλων) των διοικούντων ανώνυμες εταιρίες και, συνεπώς, αντίκεινται στην αρχή της αναλογικότητας. Προς απόδειξη των ως άνω ισχυρισμών του, ο προσφεύγων επικαλείται (χωρίς να προσκομίζει) όλα τα στοιχεία που, όπως διατείνεται, είχε συνυποβάλει ενώπιον της Δ.Ε.Δ. με την προαναφερθείσα …../………..2021 ενδικοφανή προσφυγή του. Αντιθέτως, το καθ’ ου η προσφυγή Ελληνικό Δημόσιο, με την προαναφερθείσα από 30.9.2022 έκθεση απόψεων του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης, υπεραμύνεται του κύρους της προσβαλλόμενης απόφασης της Δ.Ε.Δ. -και, κατ’ επέκταση, της ενσωματωθείσας στην τελευταία επίμαχης ……/2021 απόφασης του ίδιου ως άνω Προϊσταμένου- και ζητεί την απόρριψη της υπό κρίση προσφυγής, ως αβάσιμης, ισχυριζόμενο, μεταξύ άλλων, ότι ο καθορισμός του ακριβούς υπολοίπου του απαιτητού ποσού, μετά την αυτοδίκαιη ανατροπή της ανωτέρω ρύθμισης, «είναι σε εξέλιξη».
10. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στις σκέψεις 3 και 7 της παρούσας, λαμβάνεται, καταρχάς, υπόψη ότι, όπως προκύπτει από τα οικεία πρακτικά του Δ.Σ. της ανώνυμης εταιρίας «….. Α.Β.Ε.Ε.» (που καταχωρήθηκαν στο Μ.Α.Ε. και ανακοινώσεις περί της καταχώρισής τους δημοσιεύθηκαν στα μνημονευόμενα στο ιστορικό της παρούσας Φ.Ε.Κ.), ο προσφεύγων είχε την ιδιότητα του Διευθύνοντος Συμβούλου της εν λόγω εταιρίας από το έτος 1993 και τη θέση του Προέδρου Δ.Σ. και Διευθύνοντος Συμβούλου αυτής, αδιαλείπτως, από την 20ή.5.2004 έως και τον κρίσιμο χρόνο της διάλυσής της, στις 17.6.2009, λόγω της κηρύξεώς της σε πτώχευση, φέροντας, επιπλέον, ρητά την εξουσία διαχείρισης και εκπροσώπησής της. Συνεπώς, συντρέχει η πρώτη προϋπόθεση της παρ. 1 του άρθρου 50 του ν. 4174/2013 (Κ.Φ.Δ.), ως ισχύει. Περαιτέρω, λαμβάνεται υπόψη ότι στην περίπτωση β’ της παρ. 1 του άρθρου 50 του Κ.Φ.Δ. ο νόμος εισάγει δύο ειδικότερες περιπτώσεις και, ειδικότερα, αφενός μεν, την περίπτωση εκείνη κατά την οποία οι οφειλές προέκυψαν κατόπιν σχετικού φορολογικού ελέγχου (δεύτερο εδάφιο) -οπότε ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως για την καταβολή τους τα πρόσωπα που είχαν τις αναφερόμενες στην παράγραφο αυτή ιδιότητες κατά το φορολογικό έτος ή την περίοδο στην οποία ανάγονται οι οφειλές αυτές- αφετέρου δε, την περίπτωση εκείνη, κατά την οποία οι φορολογικές οφειλές είχαν υπαχθεί σε ρύθμιση χρεών (τρίτο εδάφιο). Στην τελευταία αυτή περίπτωση αλληλέγγυα ευθύνη βαραίνει -σύμφωνα με τη ρητή, σαφή και αδιάστικτη διατύπωση του τρίτου εδαφίου της περίπτωσης β’ της παρ. 1 του άρθρου 50 του Κ.Φ.Δ.-, τόσο τα πρόσωπα του πρώτου ή του δεύτερου εδαφίου της εν λόγω περίπτωσης β’ -ήτοι, αντίστοιχα, τα πρόσωπα που είχαν την κρίσιμη τυπική ιδιότητα κατά το χρόνο που οι σχετικές οφειλές κατέστησαν ληξιπρόθεσμες (πρώτο εδάφιο) ή τα πρόσωπα που είχαν την ιδιότητα αυτή κατά το φορολογικό έτος ή την περίοδο στην οποία ανάγονται οι οφειλές αυτές [σε όσες περιπτώσεις αυτές διαπιστώθηκαν μετά τη διενέργεια ελέγχου (δεύτερο εδάφιο)]-, όσο «και» τα πρόσωπα που έφεραν την κρίσιμη ιδιότητα κατά το χρόνο που κάθε δόση της ρύθμισης κατέστη ληξιπρόθεσμη ή η ρύθμιση απωλέσθη, καθιερώνοντας, ως εκ τούτου, σωρευτική ευθύνη των ως άνω προσώπων. Λαμβανομένου, δε, υπόψη ότι, όπως προκύπτει από τον προαναφερθέντα από 23.10.2013 πίνακα χρεών, η επίδικη οφειλή, που βεβαιώθηκε σε βάρος της ανωτέρω εταιρίας με την ……/……2008 (γρ. Χ.Κ. 18) πράξη ταμειακής βεβαίωσης και προερχόταν από φόρο εισοδήματος (κατόπιν περαίωσης, κατ’ εφαρμογή του ν. 3697/2008, των οικ. ετών 2005, 2006 και 2007), κατέστη ληξιπρόθεσμη κατά τη διάρκεια της θητείας του προσφεύγοντος, υπό την προεκτεθείσα ιδιότητα του Διευθύνοντος Συμβούλου της «…..Α.Β.Ε.Ε.», νομίμως το καθ’ ου στήριξε την κρίση του περί συνδρομής, στο πρόσωπό του, αλληλέγγυας ευθύνης στο ανωτέρω πρώτο εδάφιο της περίπτωσης β’ της παρ. 1 του άρθρου 50 του Κ.Φ.Δ., απορριπτομένου, προεχόντως ως αλυσιτελούς, του προβαλλόμενου λόγου περί του ότι ο ίδιος δεν είχε την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της πιο πάνω εταιρίας κατά το έτος 2020, ότε και απωλέσθη η προμνησθείσα ρύθμιση πτωχευτικών χρεών. Και τούτο, ανεξαρτήτως του ότι, εν πάση περιπτώσει, όπως συνομολογεί ο προσφεύγων (βλ. σελίδες 1 και 23 του δικογράφου της υπό κρίση προσφυγής), η ως άνω ρύθμιση απωλέσθη σε χρόνο κατά τον οποίο είχε ήδη παύσει το λειτούργημα του προαναφερθέντος συνδίκου πτώχευσης ……… (και, κατά συνέπεια, είχε παύσει η διαχείριση από τον τελευταίο της πτωχευτικής περιουσίας), λόγω «παρέλευσης δεκαετίας», υπονοώντας, προφανώς, ότι είχε επέλθει παύση των εργασιών της πτώχευσης, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 166 του προμνησθέντος Πτωχευτικού Κώδικα [στην οποία ορίζεται ότι «Μετά παρέλευση δέκα (10) ετών από την έναρξη της ένωσης των πιστωτών … επέρχονται αυτοδικαίως και χωρίς άλλη διατύπωση τα αποτελέσματα της παραγράφου 2.»], με αποτέλεσμα την περιέλευση εκ νέου της εξουσίας εκπροσώπησης στο Δ.Σ. της ανωτέρω ανώνυμης εταιρίας και, συνεπώς, στον προσφεύγοντα κατά το χρόνο απώλειας της ανωτέρω ρύθμισης (πρβλ. ΣτΕ 2089/2014 σκ. 3 in fine, 397-8/2002 σκ. 4). Εξάλλου, ο ισχυρισμός του προσφεύγοντος ότι μη νομίμως κρίθηκε από τη φορολογική Αρχή ότι θεμελιώνεται προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη του για την καταβολή των μεταπτωχευτικών χρεών της ως άνω εταιρίας είναι απορριπτέος, ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋπόθεσης (των πραγμάτων). Και τούτο διότι, όπως προκύπτει από την επίμαχη …../……..2021 απόφαση, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης δεν διέλαβε, άμεση ή έμμεση, κρίση περί της ευθύνης του προσφεύγοντος για την καταβολή των φορολογικών οφειλών της ανωτέρω εταιρίας, που είχαν βεβαιωθεί σε βάρος της με τις μνησθείσες …../…..2011, …../…..2011 και …../……2013 ταμειακές βεβαιώσεις, ενόψει του ότι ο προσφεύγων, με την …../…..2020 αίτησή του, είχε ζητήσει την απαλλαγή του από την προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη του μόνο για την καταβολή των πτωχευτικών χρεών της εταιρίας, που είχαν βεβαιωθεί σε βάρος της με την προμνησθείσα …../……2008 πράξη ταμειακής βεβαίωσης, ενώ, περαιτέρω, ο ίδιος δεν αποδεικνύει ότι η ανωτέρω Δ.Ο.Υ. έλαβε σε βάρος του αναγκαστικά μέτρα (μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης) για την είσπραξη των ως άνω λοιπών χρεών αυτής. Συνεπώς, συντρέχει και η δεύτερη προϋπόθεση της παρ. 1 του άρθρου 50 του Κ.Φ.Δ., ως ισχύει. Περαιτέρω, όσον αφορά στη συνδρομή ή μη της τρίτης προϋπόθεσης της παρ. 1 του άρθρου 50 του Κ.Φ.Δ., λαμβάνεται, κατά πρώτον, υπόψη ότι ο προσφεύγων ουδέν στοιχείο προσκόμισε προς απόδειξη της έλλειψης υπαιτιότητάς του για τη μη καταβολή των επίμαχων οφειλών στο Δημόσιο, καίτοι, ως εκτέθηκε στην έβδομη σκέψη της παρούσας, έφερε το σχετικό βάρος απόδειξης. Εξάλλου, εφόσον η υπό κρίση προσφυγή στρέφεται κατά της σιωπηρής απόρριψης της …../2021 ενδικοφανούς προσφυγής του κατά της ένδικης …../2021 απόφασης, ο προσφεύγων ως έχων το σχετικό βάρος απόδειξης -και όχι η φορολογική Αρχή- είχε υποχρέωση να προσκομίσει προαποδεικτικώς, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, όλα τα προς απόδειξη των ισχυρισμών του στοιχεία, έστω και αν αυτά τα είχε επικαλεστεί και προσκομίσει ενώπιον της Δ.Ε.Δ. με την κατάθεση της ανωτέρω ενδικοφανούς προσφυγής. Τούτο δε, διότι επί σιωπηρής απόρριψης ενδικοφανούς προσφυγής από τη Δ.Ε.Δ., όπως εν προκειμένω, τα στοιχεία αυτά προδήλως δεν αποτέλεσαν αντικείμενο εκτίμησης ούτε από τη φορολογική Αρχή κατά τη διαμόρφωση της κρίσης της και την έκδοση σχετικής πράξης, ούτε, εξάλλου, και από τη Δ.Ε.Δ., εφόσον η τελευταία απέρριψε σιωπηρώς την ενδικοφανή προσφυγή, χωρίς ν’ ασκήσει τον κατά νόμο προβλεπόμενο ουσιαστικό έλεγχο της πράξης της φορολογικής Αρχής (πρβλ. ΣτΕ 59/2023 σκ. 7).
Περαιτέρω, οι ισχυρισμοί του προσφεύγοντος περί μη ανάμειξής του στη διαχείριση της εταιρίας μετά την κύρηξή της σε πτώχευση, περί έλλειψη υπαιτιότητάς του για τη δυσμενή οικονομική κατάσταση στην οποία η εταιρία αυτή περιήλθε και για την επακόλουθη πτώχευσή της, καθώς και ο ισχυρισμός περί του ότι ο ίδιος δεν απέκτησε την ιδιότητα του οφειλέτη, διότι, όπως διατείνεται, δεν του είχε κοινοποιηθεί ατομική ειδοποίηση ληξιπρόθεσμων χρεών, είναι απορριπτέοι, προεχόντως, ως αλυσιτελώς προβαλλόμενοι.
Και τούτο διότι, και αληθείς υποτιθέμενοι, δεν συγκροτούν λόγους από τους οποίους προκύπτει η έλλειψη υπαιτιότητάς του κατά την έννοια της σχετικής διάταξης, όπως ερμηνεύθηκε στη μείζονα σκέψη της παρούσας, για τη μη καταβολή των ένδικων φορολογικών οφειλών της ανωτέρω εταιρίας (βλ. Τριμ.Δ.Εφ.Χανίων 249/2024 σκ. 11, βλ. επίσης Τρ.Δ.Πρ.Θεσ/νίκης 1414/2023 σκ. 10). Περαιτέρω, ο προβαλλόμενος λόγος περί του ότι οι προπαρατεθείσες περί αλληλεγγύου ευθύνης διατάξεις του άρθρου 50 παρ. 1 του Κ.Φ.Δ. αντίκεινται στην αρχή της αναλογικότητας, διότι, με αυτές καθιερώνεται -πάντοτε όπως διετείνεται ο προσφεύγων- «αντικειμενική ευθύνη» (μεταξύ άλλων) των διοικούντων ανώνυμες εταιρίες, είναι απορριπτέος, προεχόντως, ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης ερμηνευτικής εκδοχής του νόμου, διότι, ως εκτέθηκε στην 7η σκέψη, με τις πιο πάνω διατάξεις η ευθύνη των προσώπων αυτών έπαψε πλέον (για τις αναφερόμενες σ’ αυτές οφειλές) να είναι αντικειμενική και κατέστη υποκειμενική.
Εν πάση δε περιπτώσει, ο λόγος αυτός, ανεξαρτήτως της αοριστίας του, είναι απορριπτέος και ως νόμω αβάσιμος, δοθέντος ότι, ενόψει του προεκτεθέντος στην 3η σκέψη της παρούσας επιδιωκόμενου σκοπού δημοσίου συμφέροντος, η θέσπιση με τις πιο πάνω διατάξεις προσωπικής και αλληλέγγυας ευθύνης των διοικούντων νομικά πρόσωπα -στα καθήκοντα των οποίων περιλαμβάνεται και η μέριμνα για τη συμμόρφωση των τελευταίων προς τις απορρέουσες από τη φορολογική νομοθεσία υποχρεώσεις τους-, μη ισοδυναμούσα, άλλωστε, με καθιέρωση ιδίας φορολογικής υποχρέωσης των αλληλεγγύως ευθυνομένων, αλλά με πρόσθετη εγγυητικού χαρακτήρα ευθύνη τους προς πληρωμή των, βεβαιωθέντων σε βάρος των νομικών προσώπων, ρητώς μνημονευόμενων σε αυτές φόρων και προστίμων, δεν προσκρούει, καταρχήν, στις περί οικονομικής ελευθερίας συνταγματικές διατάξεις (ΣτΕ 619/2024, 2816/2020 επταμ., 2512/2019, 1775/2018 κ.ά.), ενώ, στην προκείμενη περίπτωση, οι ως άνω διατάξεις, ως θεσπίζουσες μαχητό τεκμήριο περί συνδρομής του στοιχείου της υπαιτιότητας, εναρμονίζονται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, προς την αρχή της αναλογικότητας. Επιπροσθέτως, ο εμμέσως και όλως αορίστως προβαλλόμενος λόγος περί πλημμέλειας «της οικείας πράξης προσδιορισμού του φόρου, που έχει εκδοθεί σε βάρος του νομικού προσώπου ….. (……) ………. – …… ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ» είναι απορριπτέος, προεχόντως, διότι βάλλει κατά της νομιμότητας του νόμιμου τίτλου επί του οποίου ερείδονται οι ένδικες φορολογικές οφειλές και, ως εκ τούτου, εκφεύγει του αντικειμένου της παρούσας δίκης, το οποίο συνίσταται στην εξέταση του ζητήματος της νομιμότητας της ανωτέρω απόφασης περί απόρριψης της προβλεπόμενης στο άρθρο 66 παρ. 29 του ν. 4646/2019 αίτησης του προσφεύγοντος περί απαλλαγής του από την αλληλέγγυα ευθύνη του για τις επίμαχες οφειλές, κατά την εξέταση της οποίας μπορούσε να ερευνηθεί (και ερευνήθηκε) από τη φορολογική Αρχή μόνον το εάν πληρούνταν σωρευτικά στο πρόσωπό του οι αναφερόμενες στο άρθρο 34 του ν. 4646/2019 προϋποθέσεις (πρβλ. Τρ. Δ.Εφ.Χανίων 249/2024 σκ. 11 in fine). Τέλος, όπως προαναφέρθηκε στο ιστορικό της παρούσας, ο καθορισμός του ακριβούς υπολοίπου του ποσού της ένδικης φορολογικής οφειλής, μετά την αυτοδίκαιη ανατροπή της ανωτέρω ρύθμισης χρεών, «είναι σε εξέλιξη», ενώ, σε κάθε περίπτωση, ο λόγος περί μερικής απόσβεσης της ένδικης απαίτησης του Δημοσίου λόγω μερικής εξόφλησής της, δηλαδή ένεκα γεγονότος που έλαβε χώρα μετά τη γέννησή της (πρβλ. ΣτΕ 132/2024 σκ. 6), δύναται να προβληθεί, κατ’ άρθρο 224 παρ. 5 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, επ’ ευκαιρία άσκησης ανακοπής κατά οιουδήποτε μέτρου αναγκαστικής εκτέλεσης που τυχόν ληφθεί σε βάρος του προσφεύγοντος για την είσπραξή της. Ενόψει όλων των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι συντρέχουν στο πρόσωπο του προσφεύγοντος, σωρευτικώς, οι (νομικές και πραγματικές) προϋποθέσεις που ορίζονται στις περιπτώσεις α’, β’ και γ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 50 του ν. 4174/2013, όπως η παρ. αυτή ισχύει μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 34 παρ. 1 του ν. 4646/2019. Συνεπώς, νομίμως με την επίμαχη …../……..2021 απόφαση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης απορρίφθηκε η, κατ’ άρθρο 66 παρ. 29 του ν. ……./2019, ……/…….2020 αίτηση του προσφεύγοντος, ενώ, περαιτέρω, νομίμως, με την προσβαλλόμενη απόφαση της Δ.Ε.Δ., απορρίφθηκε σιωπηρώς η κατ’ αυτής ασκηθείσα …../……2021 ενδικοφανής προσφυγή του.
11. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη, να διαταχθεί η κατάπτωση του νομίμως καταβληθέντος παραβόλου, ύψους 100,00 ευρώ, υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (κατ’ άρθρο 277 παρ. 9 εδ. α’ του Κ.Δ.Δ.) και η επιστροφή στον προσφεύγοντα του υπολοίπου παραβόλου, ύψους 388,65 ευρώ, ως αχρεωστήτως καταβληθέντος (κατ’ άρθρο 277 παρ. 11 του Κ.Δ.Δ.). Τέλος, δεν συντρέχει περίπτωση καταλογισμού δικαστικών εξόδων σε βάρος του ηττηθέντος προσφεύγοντος, δεδομένου ότι το καθ’ ου η προσφυγή Δημόσιο δεν παρέστη στην παρούσα δίκη (πρβλ. ΣτΕ 1885/2002 7μ., 2018/1997 7μ., Δ.Εφ.Κομ. 262/2022, Δ.Εφ.Πατ. 240/2018, 806/2017, 549/2016) ούτε υποβλήθηκε σε άλλα δικαστικά έξοδα, περιοριζόμενο στην αποστολή στο Δικαστήριο του διοικητικού φακέλου, με τη σχετική έκθεση απόψεων για την κρινόμενη διαφορά, ενέργειες που αποτελούν εκ του νόμου υποχρεώσεις της Διοίκησης, σύμφωνα με το άρθρο 129 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ..
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Απορρίπτει την προσφυγή.
Διατάσσει την κατάπτωση του νομίμως καταβληθέντος παραβόλου, ύψους εκατό ευρώ (100,00 €), υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και την επιστροφή στον προσφεύγοντα του λοιπού παραβόλου, ύψους τριακοσίων ογδόντα οκτώ ευρώ και εξήντα πέντε λεπτών (388,65 €), το οποίο καταβλήθηκε χωρίς να υπάρχει κατά νόμον υποχρέωση προς τούτο.
Η απόφαση δημοσιεύθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 27-11-2024, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ
Μυρτώ Αρβανίτη
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Χρυσούλα Σπανού