Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]

Το Brent πέταξε πάνω από τα 100 δολάρια το βαρέλι, για πρώτη φορά από το 2014. Και αυτό δεν είναι το τέλος του δρόμου. Οι τιμές του φυσικού αερίου αυξάνονται επίσης, απότομα. Οι τιμές στις αντλίες των πρατηρίων καυσίμων θα πάρουν και άλλη «φωτιά», καίγοντας τα πορτοφόλια  των καταναλωτών.

Με ημερήσια παραγωγή περίπου 11,5 εκατομμυρίων βαρελιών, η Ρωσία είναι ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου στον κόσμο μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες (περίπου 19,5 εκατομμύρια βαρέλια) και τη Σαουδική Αραβία (σχεδόν 12 εκατομμύρια). 

Η ρωσική εισβολή έρχεται τη χειρότερη δυνατή στιγμή, αν μπορεί φυσικά να υπάρξει μια καλή στιγμή. Η παγκόσμια αποθεματική ικανότητα ή η ποσότητα πρόσθετου πετρελαίου που μπορεί να πωληθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα, έχει μειωθεί στα 2,8 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, σύμφωνα με την αμερικανική επενδυτική τράπεζα JP Morgan. Είναι σχεδόν το μισό από τα πέντε εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως, που ιστορικά θεωρούνται καλό απόθεμα ασφαλείας για την εκτόνωση των αυξήσεων των τιμών σε περιόδους κρίσης.

Η μείωση της αποθεματικής ικανότητας οφείλεται κατ` αρχήν στην πανδημία που πλήττει τη διεθνή οικονομία εδώ και δύο χρόνια. 

Με την έκρηξη του κορωνοϊού την άνοιξη του 2020, οι διεθνείς εταιρείες πετρελαίου μείωσαν δραστικά την παραγωγή, λόγω και της απότομης πτώση της ζήτησης ως αποτέλεσμα της οικονομικής ύφεσης. Οι επενδύσεις σε νέες εγκαταστάσεις παραγωγής τέθηκαν επίσης σε μεγάλο βαθμό σε αναμονή. Αυτό ήταν καλό για τους οικολόγους και το παγκόσμιο κλίμα, αλλά για τα πορτοφόλια των περισσότερων πολιτών αποτελεί  ακόμη μεγαλύτερο βάρος στο μέλλον. Σύμφωνα με ειδικούς, η παγκόσμια ζήτηση για αργό πετρέλαιο θα αυξηθεί σε περισσότερα από 100 εκατομμύρια βαρέλια εφέτος. 

Ο συνδυασμός «σκοτώνει»: Υψηλή ζήτηση με λιγότερη πρόσθετη παραγωγή και έντονες αμφιβολίες για το πώς θα συνεχιστεί και μέχρι πότε η κρίση στην Ουκρανία, σημαίνει υψηλές τιμές.

Ακόμη χειρότερα με το φυσικό αέριο

Στην περίπτωση του φυσικού αερίου, η εξάρτηση της Δύσης από τη Ρωσία είναι πολύ πιο έντονη από ό,τι στην περίπτωση του αργού. Η Ρωσία είναι μακράν ο σημαντικότερος προμηθευτής φυσικού αερίου στην Ευρώπη: Το  40% του φυσικού αερίου που καταναλώνεται στην ΕΕ προέρχεται από ρωσικούς αγωγούς. Μετά την εισβολή στην Ουκρανία, οι τιμές αυξήθηκαν απότομα αλλά με κάποια καθυστέρηση, έτσι ώστε η απειλή που διατύπωσε πρόσφατα ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ να ακούγεται πλέον πολύ ρεαλιστική. Ο πρώην πρόεδρος της Ρωσίας έγραψε στο Twitter ότι οι τιμές του φυσικού αερίου μπορεί να διπλασιαστούν στα 2.000 ευρώ ανά 1.000 κυβικά μέτρα φυσικού αερίου μετά το πρόωρο τέλος του αμφιλεγόμενου αγωγού Nord Stream 2 στη Βαλτική Θάλασσα.

Απογειώνεται και το φυσικό αέριο

Η τιμή του φυσικού αερίου στο χρηματιστήριο του Άμστερνταμ πριν την εισβολή στην Ουκρανία ήταν 830 ευρώ ή 79 ευρώ το μεγαβάτ. Αυτή τη στιγμή η τιμή έχει αυξηθεί κατά 115 ευρώ και κυμαίνεται στα 1215 ευρώ τα 1000 κυβικά. 

Η κατάσταση αυτή ενισχύει τις φωνές που πιέζουν για διαφοροποίηση της παροχής αερίου. Ο δεύτερος σημαντικότερος προμηθευτής φυσικού αερίου της Ευρώπης είναι η Νορβηγία. Αυτό το αέριο έρχεται επίσης μέσω αγωγών, αλλά σύμφωνα με πληροφορίες κοστίζει πολύ περισσότερο από το ρωσικό αέριο. Αυτό αφορά τις ποσότητες παράδοσης που έχουν συμφωνηθεί σε μακροπρόθεσμες συμβάσεις. Οι τιμές αυτές είναι σημαντικά χαμηλότερες από τους όγκους του φυσικού αερίου που διαπραγματεύονται στις αγορές spot. 

Αλλά η διαφοροποίηση είναι πιο εύκολη στα λόγια παρά στην πράξη: Μια επιλογή που αναφέρεται συχνά είναι το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), το οποίο θα μπορούσε να μεταφερθεί στην Ευρώπη με πλοία από άλλα μέρη του κόσμου, κυρίως τις ΗΠΑ και το Κατάρ. Η Γαλλία και η Ισπανία ειδικότερα, και σε κάποιο βαθμό η Ιταλία, αγοράζουν επίσης LNG σε μεγαλύτερη κλίμακα και έχουν δημιουργήσει την κατάλληλη υποδομή τα τελευταία χρόνια, δηλαδή έχουν επενδύσει σε τερματικούς σταθμούς εκφόρτωσης. Το LNG είναι συνήθως πολύ πιο ακριβό από το αέριο του αγωγού, επειδή υπάρχει πρόσθετο κόστος για την υγροποίηση του αερίου και την επακόλουθη επαναεριοποίηση καθώς και για τη μεταφορά. Σε κάθε περίπτωση, η παραγωγή στην Ευρώπη μειώνεται εδώ και χρόνια. 

Τα σύννεφα θα παραμείνουν λοιπόν στον ενεργειακό ορίζοντα. Τουλάχιστον μέχρι να πειστεί ή να αναγκαστεί ο Πούτιν να αποσυρθεί από την Ουκρανία. Δύσκολη η εξίσωση…

Όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό από το naftemporiki.gr

Πηγή