Ανδρέας Κ. Σακελλαριάδης
Λογιστής – Φοροτέχνης

Η ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ 28ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ

Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 4 του Β.Δ 748/66 η οποία αναφέρει ότι:

2. Καθορίζονται ως ημέραι προαιρετικής αργίας, κατά την κρίσιν του εργοδότου αι κάτωθι:

α) Η 1η Μαΐου και

« ειδικά όμως για την 1η Μαΐου που σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του ΑΝ 380/1968 όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 14 του Νόμου 4468/2017: «1. Η 1η Μαΐου καθορίζεται ως ηµέρα υποχρεωτικής αργίας. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης µετατίθεται η αργία της 1ης Μαΐου σε άλλη εργάσιµη ηµέρα, εφόσον συµπίπτει µε Κυριακή, µε ηµέρα της Μεγάλης Εβδοµάδας ή µε τη Δευτέρα του Πάσχα.», καθορίστηκε πλέον ως υποχρεωτική αργία για όλα τα καταστήματα, τις βιομηχανίες, βιοτεχνικές επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες γενικά, οι οποίες αργούν κατά τις Κυριακές. Εφόσον η 1η Μαΐου συμπέσει με Κυριακή, με ημέρα της Μεγάλης Εβδομάδας ή με την Δευτέρα του Πάσχα ο Υπουργός Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με απόφαση του τη μεταθέτει σε άλλη εργάσιμη ημέρα

β) Η 28η Οκτωβρίου

Η απασχόλησις των μισθωτών των καταστημάτων ως και η λειτουργία τούτων απαγορεύεται μέχρι της 13.00 ώρας της Μ. Παρασκευής.

Με την εγκύκλιο 64597/03-09-2021 ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΑΤΟΜΙΚΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ και συγκεκριμένα με την παράγραφο 1 του άρθρου 60 του Νόμου 4808/2021 ενσωματώνονται σε μια ενιαία ρύθμιση οι ημέρες υποχρεωτικής αργίας για όλες τις επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες γενικά, οι οποίες αργούν κατά τις Κυριακές και τις ημέρες αργίας. Συγκεκριμένα, ως ημέρες υποχρεωτικής αργίας ορίζονται πλέον οι εξής:

α) Η 1η Ιανουαρίου.
β) Η εορτή των Θεοφανείων (6η Ιανουαρίου).
γ) Η 25η Μαρτίου.
δ) Η Δευτέρα του Πάσχα.
ε) Η 1η Μαΐου.
στ) Η εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (15η Αυγούστου).
ζ) Η 28η Οκτωβρίου.

η) Η εορτή της Γεννήσεως του Χριστού (25η Δεκεμβρίου).
θ) Η 26η Δεκεμβρίου.

Επομένως η εορτή της 28ης Οκτωβρίου έχει πλέον χαρακτήρα υποχρεωτικής αργίας.

Για όσους απασχοληθούν την 28η Οκτωβρίου ισχύουν τα εξής :

Με το άρθρο 2 του ν. 435/1976 και των αποφάσεων με αριθμ. 8900/46 και 25825/51 των Υπουργείων Εργασίας και Οικονομικών,

που αναφέρουν ότι: «Μισθωτοί απασχολούμενοι κατά τας Κυριακάς και τας κατωτέρω αναφερομένας εορτάς δικαιούνται, ανεξαρτήτως του κύρους της συμφωνίας περί της απασχολήσεως ταύτης και των άλλων ενδεχομένων συνεπειών, της υπό της υπ. αριθμ. 8900/1946 Κοινής Αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, ως αυθεντικώς ηρμηνεύθη διά της υπ. αριθ. 25825/1951 τοιαύτης, προβλεπομένης προσαυξήσεως εξ 75% κατά τα υπό των εν λόγω αποφάσεων, ως αύται ισχύουν σήμερον, οριζόμενα», θα έχουν πρόσθετη αμοιβή 75% επί του νομίμου ωρομισθίου για όσες ώρες απασχοληθούν.

«Απόφ. 8900/46 Υπ. Οικονομικών και Εργασίας « περί του καθορισμού ηυξημένης αμοιβής είς τους εργαζόμενους έν γένει κατά Κυριακάς και εορτάς».

Είς το εν γένει προσωπικών πασών εν γένει των νε τη χώρα επιχειρήσεων και εργασιών, περιλαμβανομένων και των ξενοδοχείων ύπνου, όπερ, λόγω της φύσεως της εργασίας του, απασχολείται κατά τας Κυριακάς και τας εκ του Νόμου καθιερωμένας ως μη εργάσιμους εορτάς του έτους, καταβάλλεται, δια τας ημέρας ταύτας το κεκανονισμένον εκάσοτε ημερομίσθιον, ηυξημένον κατά εβδομήκοντα πέντε τοις εκατόν (75%).

Αι διατάξεις της παρούσης δεν αφορούν τους επί ποσοστοίς αμειβόμενους σερβιτόρους εστιατορίων, καφενείων, ζαχαροπλαστείων και συναφών καταστημάτων.

Η παρούσα ης η ισχύς άρχεται από της υπογραφής της, εκτείνεται καθ΄ άπασαν την χώραν και περιλαμβάνει και τους μισθωτούς τους υπό των συμμαχικών Αρχών απασχολουμένους είς ξενοδοχεία ύπνου και τα λοιπάς εργασίας αυτών.

«Απόφ. 25825/51 ΥΠ. Οικονομικών και Εργασίας «περί ερμηνείας των ύπ’ αρ’ιθμ. 8900/46 και 18310/46 αποφάσεων, περί προσαυξήσεως αποδοχών κατά Κυριακάς και ωυκτερινάς ώρας».

Άρθρο 1.- Ι. Ερμηνεύοντες την ύπ’ αρίθμ. 8900/46 απόφασιν ημών ορίζομεν της δι’ αυτής καθορισθείσης κατά 75% προσαυξήσεως των ημερομισθίων ή του 1/25 του μηνιαίου μισθού των ασχολουμένων μισθωτών κατά τας Κυριακάς και λοιπάς εκ του νόμου καθιερωμένας, ως μη εργασίμους εορτάς του έτους, των επιχειρήσεων και των εργασιών εν γένει, συνεχούς ή μη λειτουργίας, δικαιούται οι απασχολούμενοι από του μεσονυκτίου του αγόντος προς τας ως άνω ημέρας μέχρι του επομένου μεσονυκτίου, είναι δε αυτή ανεξαρτήτος προς παρεχόμενην πάσαν ετέραν προσαύξησιν δια την κατά τας νυκτερινάς ώρας εργασίαν.

ΙΙ. Η κατά τα ανωτέρω 75% προσαύξησηις των μισθών και ημερομισθίων υπολογίζεται πάντοτε επί των υποχρεωτικώς τεθεσπισμένων ελαχίστων ορίων μισθών και ημερομισθίων, δεν συμψηφίζεται προς τυχόν, καταβαλλόμενας ανωτέρας τούτων αποδοχάς, μειύται δε αναλογως δια την επί ελάττον του κεκανονισμένου ωραρίου απασχόλισην.

Συγκεκριμένα οι αμειβόμενοι με ημερομίσθιο μισθωτοί δικαιούνται να λάβουν το συνήθως καταβαλλόμενο ημερομίσθιο, για όσες ώρες εργασθούν, και προσαύξηση 75% επί του νομίμου ημερομισθίου, ενώ οι αμειβόμενοι με μηνιαίο μισθό μόνο την επί του 1/25 του μισθού τους προσαύξηση εάν εργάζονται σε επιχειρήσεις που λειτουργούν Κυριακές και αργίες.

Σε περίπτωση υπερεργασίας ή υπερωρίας κατά την ημέρα αυτή οι προσαυξήσεις θα υπολογισθούν στο προσαυξημένο ήδη λόγω της απασχολήσεως κατά τη αργία ωρομίσθιο. « αν η υπερεργασία ή η υπερωριακή απασχόληση συμπίπτει με παροχή εργασίας κατά την Κυριακή ή άλλη αργία ή κατά τη νύκτα συνυπολογίζονται στο ωρομίσθιο οι προσαυξήσεις 75% ή 25% αντιστοίχως. ΑΠ 4/1999

Οι προσαυξήσεις 25% για νυχτερινή εργασία και 75% για εργασία κατά την Κυριακή-αργία υπολογίζονται στο νόμιμο ωρομίσθιο σε αντίθεση οι προσαυξήσεις για υπερεργασία για νόμιμη υπερωρία ή για παράνομη υπερωρία υπολογίζονται στο καταβαλλόμενο ωρομίσθιο. Α.Π. 4/99

Νόμιμο ωρομίσθιο είναι το προκύπτον από τον μισθό ή το ημερομίσθιο που προβλέπεται στην οικεία ΣΣΕ, ΔΑ ή άλλη απόφαση, ενώ καταβαλλόμενο ωρομίσθιο είναι το προκύπτον από τον ( τυχόν μεγαλύτερο του νομίμου) καταβαλλόμενο από τον εργοδότη μισθό ή ημερομίσθιο. Α.Π. 4/99

Κατά τις ισχύουσες σήμερα διατάξεις ως νόμιμα κατώτατα όρια στα οποία υπολογίζεται η προσαύξηση 75% θεωρούνται τα εξής :

1) Τα νομοθετημένα κατώτατα όρια του Νόμου 4093/2012 εφόσον δεν υπάρχει ειδικότερη συλλογική ρύθμιση για τον μισθωτό.

2) Τα θεσπιζόμενα κατώτατα όρια με τους κανονιστικούς όρους ΣΣΕ-ΔΑ που βρίσκονται σε ισχύ. «Δεσμεύουν μόνον τους εργοδότες και εργαζόμενους που είναι μέλη των οργανώσεων, εκτός και έχει κηρυχτεί γενικός υποχρεωτική, οπότε δεσμεύει όλους του εργοδότες και μισθωτούς του κλάδου ή του επαγγέλματος»

3) Τα νομίμως κατώτατα όρια ΣΣΕ-ΔΑ που έχει λήξει ή καταγγελθεί και ισχύουν βάση της ΠΥΣ 6/2012 ( βασικός μισθός ή βασικό ημερομίσθιο- τα επιδόματα ωρίμανσης-τέκνων-σπουδών-επικίνδυνης εργασίας)

«Όταν συντάσσεται η σύμβαση πρόσληψης, μπορεί να συμφωνηθεί να καταβάλλει ο εργοδότης κάθε μήνα πέρα από τις νόμιμες αποδοχές κα ένα ακόμα επιπλέον ποσό στον απασχολούμενο μισθωτό που θα θεωρείται κα ως αμοιβή για την τυχόν απασχόληση του ( είτε αυτός είναι εργάτης είτε υπάλληλος ) κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες γιορτές ( Αρ. Π. 1204/90, Εφετ. Θες/νίκης 2519/89).
 

Αν φυσικά οι αμοιβές αυτές σε κάποιο μήνα για τις Κυριακές και εξαιρέσιμες γιορτές μαζί με τις προσαυξήσεις τους είναι περισσότερες από το ποσό που έχει συμφωνηθεί και καταβάλλεται κάθε μήνα τότε ο εργοδότης καταβάλλει στον μισθωτό και την επιπλέον διαφορά που του οφείλει . Ενώ αντίθετα αν σε κάποιο μήνα δεν πραγματοποιήθηκε απασχόληση σε ημέρα Κυριακή τότε το ποσό που συμφωνήθηκε καταβάλλεται κανονικά στο μισθωτό.
 

Απαγορεύεται να δηλώσει ο εργοδότης εκ των υστέρων ότι το επιπλέον ποσό που διατίθεται κάθε μήνα στο μισθωτό καταβάλλεται για να συμψηφιστούν οι αποδοχές του απασχολούμενου μισθωτού τις Κυριακές και εξαιρέσιμες γιορτές».
 

Οι εργοδότες είναι υποχρεωμένοι να καταβάλλουν σε όσους αμείβονται με ημερομίσθιο το συνήθως καταβαλλόμενο ημερομίσθιο τους. Αρ.Παγ.303/61 & παράγραφος 3 του άρθρου 2 του Ν.Δ 3755/1957, ενώ στους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό, πέρα από τον μισθό τους δεν δικαιούνται να λάβουν πρόσθετη αμοιβή, δεν οφείλει τίποτα.

«κατά την αληθή έννοια της διατάξεως αυτής η οποία σκοπόν έχει την παροχή του ημερομισθίου στον μισθωτό που για λόγους μη οφειλόμενους σ΄αυτόν δεν εργάσθηκε κατά οποιαδήποτε από τις εξαιρέσιμες αργίες, καταβάλλεται το ημερομίσθιο αδιαφόρως αν η εξαιρέσιμη αργία κατά την οποία δεν εργάσθηκε χωρίς υπαιτιότητα του συμπίπτη να είναι Κυριακή» Απόφαση 303/61 που ερμηνεύει την παράγραφο 3 του άρθρου 2 του Ν.Δ 3755/1957

Αν συμπέσει σε χρόνο ασθένειας του εργάτη, θα πρέπει να καταβληθεί το ημερομίσθιο για την ημέρα αυτή σαν να εργαζόταν ο εργάτης αυτός κανονικά. Αν ο εργάτης ήταν με άδεια κανονική τον καιρό που συμπίπτει η γιορτή, τότε στην άδεια αυτή δεν μετριέται η ημέρα αυτής της γιορτής, ενώ αν η άδεια είναι χωρίς αποδοχές ή αν γίνεται απεργία, τότε δεν καταβάλλεται το ημερομίσθιο στον εργάτη.( Εγγρ. Υπ. Εργ. 694/87)

Για πρόσωπα που κατέχουν θέση εποπτείας, διεύθυνσης ή θέση εμπιστευτική της επιχείρησης δεν ισχύουν αυτά που καθορίζονται για τις αμοιβές και τις προσαυξήσεις που αφορούν τις Κυριακές και γιορτές. ( Αρ. Παγ. 1123/93, Μον. Πρωτ. Αθην. 4426/92)

Όσον αφορά το θέμα αναπληρωματικής αναπαύσεως, όπως ορίζει η παράγραφος 1 του άρθρου 10 του Β.Δ 748/66,:

1. Μισθωτοί εκ των υπαγομένων εις τας διατάξεις του παρόντος απασχολούμενοι κατά Κυριακήν, εξαιρέσει της περιπτώσεως της παρ. 1 του άρθρο 6 του παρόντος άνω των πέντε ωρών, δικαιούνται, ανεξαρτήτως του κύρους της συμφωνίας περί της απασχολήσεως ταύτης και των άλλων ενδεχομένων συνεπειών, αναπληρωματικής εβδομαδιαίας αναπαύσεως διαρκείας 24 συνεχών ωρών κατ΄ άλλην εργάσιμον ημέραν της αρξαμένης την Κυριακήν εβδομάδος, αρχομένων από της ώρας λήξεως της εργασία,

οφείλεται μόνον για την εργασία της Κυριακής και όχι και για την εργασία των υποχρεωτικών-προαιρετικών ημερών αργίας. ( Εάν συμπέσει η αργία με Κυριακή, τότε ο εργοδότης υποχρεούται να χορηγήσει αναπληρωματική ημέρα ανάπαυσης, εφόσον ο εργαζόμενος έχει απασχοληθεί πάνω από πέντε ( 5 ) ώρες, σε άλλη ημέρα της εβδομάδας )

Σύμφωνα με την παράγραφο 11 του άρθρου 1 του ν. 1157/1981 που αναφέρει, :

Ημέραι αργίας και ημιαργίας των δημοσίων υπηρεσιών, οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ορίζονται αι εξής: α) Ημέραι αργίας: Η Εθνική εορτή, η 28η Οκτωβρίου, η πρώτη του έτους, τα Θεοφάνεια, η των Τριών Ιεραρχών δια τους εκπαιδευτικούς λειτουργούς, η Καθαρά Δευτέρα, η Μεγάλη Παρασκευή, το Μέγα Σάββατον, η Δευτέρα του Πάσχα, η 1η Μαΐου, η του Αγίου Πνεύματος (Δευτέρα της Πεντηκοστής), η της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, η 17η Νοεμβρίου δια τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και τας Ανωτέρας Σχολάς, η πρώτη και δευτέρα ημέρα των Χριστουγέννων και άπασαι αι Κυριακαί, η 28η Οκτωβρίου για τους μισθωτούς του Δημοσίου θεωρείται υποχρεωτική αργία.

Τέλος, η απαίτηση του μισθωτού για αμοιβή σε Κυριακές και εξαιρέσιμες εορτές καθώς και για την προσαύξηση 75% αυτής, όταν η απασχόληση αυτή είναι νόμιμη παραγράφεται σε 5 χρόνια και όταν η απασχόληση είναι παράνομη παραγράφεται σε 20 χρόνια, μετρούμενα μετά από την λήξη του έτους που γεννήθηκε η απαίτηση . ( Μον. Πρωτ. Αθηνών 2770/15-Α.Π. 1184/74 )

«Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρο 250 αριθ.17 και 253 ΑΚ προκύπτει ότι παραγράφονται σε πέντε χρόνια οι κάθε είδους μισθοί παροχές που επαναλαμβάνονται περιοδικά και ότι η παραγραφή αρχίζει μόλις λήξη το ημερολογιακό έτος εντός του οποίου γεννήθηκε και κατέστη απαιτητή η αξίωση προς καταβολή του μισθού. Στην ίδια παραγραφή υπόκεινται επίσης και οι αξιώσεις άλλων αμοιβών, όπως είναι τα δώρα εορτών, το επίδομα αδείας και η πρόσθετη αμοιβή για εργασία που παρασχέθηκε την Κυριακή». Μον. Πρωτ. Αθηνών 2770/15 Πηγή