Από την έντυπη έκδοση

Της Λαλέλας Χρυσανθοπούλου
[email protected]

Ιστορικό υψηλό στα 99,14 ευρώ/τόνο σημείωσαν οι τιμές των δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων στο Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ρύπων, φέρνοντας στο προσκήνιο έναν ακόμα παράγοντα που λειτουργεί επιβαρυντικά για τις χονδρεμπορικές τιμές ρεύματος.

Ο παράγοντας αυτός πέρασε σε δεύτερη μοίρα λόγω του εντυπωσιακού ράλι των τιμών του φυσικού αερίου που κινούνται στα επίπεδα των 240 ευρώ/MWh, έχοντας σχεδόν δεκαπλασιαστεί σε ετήσια βάση. Παρ’ όλα αυτά, οι τιμές των ρύπων «αθόρυβα» τείνουν να προσεγγίσουν τα 100 ευρώ/τόνο (έχοντας διπλασιαστεί σε έναν χρόνο) αυξάνοντας το λειτουργικό κόστος των εταιρειών που λειτουργούν μονάδες φυσικού αερίου και λιγνίτη.

Κάτι που ισχύει ιδιαίτερα για χώρες όπως η Ελλάδα, όπου όχι μόνο το μερίδιο του φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή είναι σταθερά υψηλό, αλλά στην παρούσα φάση αυξάνεται και η συμμετοχή του λιγνίτη, στο πλαίσιο των προσπαθειών εξοικονόμησης φυσικού αερίου για λόγους επάρκειας εφοδιασμού. Αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα, για πρώτη φορά έπειτα από πολύ καιρό, ο λιγνίτης καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση στο μίγμα της ηλεκτροπαραγωγής στην Ελλάδα (με ποσοστό 19,05%) πίσω από το φυσικό αέριο (που κυριαρχεί και σήμερα με ποσοστό 47,75%), μπροστά όμως από τις ΑΠΕ που υποχωρούν στην τρίτη θέση (με ποσοστό 17,67%), λόγω του καύσωνα και της άπνοιας που είχε ως αποτέλεσμα την «οπισθοχώρηση» της αιολικής παραγωγής.

Από την άλλη πλευρά, παράπλευρο όφελος του ράλι των ρύπων είναι η αύξηση των εσόδων που προέρχονται από τις δημοπρασίες για τα δικαιώματα εκπομπών, τα οποία ενισχύουν τους πόρους του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης σε μια κρίσιμη συγκυρία λόγω των υψηλών επιδοτήσεων για το ρεύμα που καλείται να δώσει η κυβέρνηση.

Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, το ρεκόρ του Αυγούστου αποδίδεται σε βραχυπρόθεσμο «σοκ» προσφοράς δικαιωμάτων ρύπων, καθώς ο όγκος των δικαιωμάτων που δημοπρατήθηκαν υποχώρησε στα 24,1 εκατ. τόνους τον Αύγουστο με μείωση 43% από τον Ιούλιο, με κάδρο και τη μείωση της βιομηχανικής δραστηριότητας μέσα στον μήνα. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, οι συνθήκες ξηρασίας στην Ευρώπη περιόρισαν την ηλεκτροπαραγωγή από μονάδες χαμηλού ανθρακικού αποτυπώματος (πυρηνικά και υδροηλεκτρικά εργοστάσια) αυξάνοντας τη ζήτηση για ηλεκτροπαραγωγή από φυσικό αέριο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις εκπομπές ρύπων και τη ζήτηση για δικαιώματα εκπομπών.

Οι ίδιοι παράγοντες εκτιμούν ότι τον Σεπτέμβριο υπάρχει πιθανότητα αποκλιμάκωσης των τιμών των ρύπων καθώς τα δη- μοπρατούμενα δικαιώματα ανακάμπτουν σε πιο «φυσιολογικά» επίπεδα, ενώ ανασταλτικά για τις προβλέψεις ζήτησης λειτουργούν αυτές για επιβράδυνση της οικονομίας και κατ’ επέκταση και της βιομηχανικής δραστηριότητας.

Πηγή