Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
«Ο πληθωρισμός είναι σαν την οδοντόκρεμα, όταν βγει, δεν μπορείς να τη βάλεις μέσα. Οπότε το καλύτερο είναι να μην πιέζετε πολύ το σωληνάριο σωλήνα» έλεγε το 1980 ο τότε πρόεδρος της Bundesbank, Καρλ Οτο Πέλ. Εκείνα τα χρόνια, οι δυτικές οικονομίες έδιναν επίσης σκληρή μάχη με τον πληθωρισμό και τη χαμηλή ανάπτυξη και ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης άφησε εποχή με την προσπάθειά του για σταθερότητα των τιμών, αυξάνοντας τα επιτόκια. Κάτι που δεν τον έκανε αγαπητό στους πολιτικούς του συνεργάτες, καθώς αποδυναμώνονταν η ανάπτυξη.
Σήμερα, αν ζούσε ο Οτο Πελ (απεβίωσε το 2014), θα έβλεπε με οργή ίσως ότι οι κεντρικές τράπεζες (στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην ευρωζώνη, στο Ηνωμένο Βασίλειο) άφησαν τον πληθωρισμό να εκτιναχθεί στα ύψη, πριν να ακολουθήσουν καθυστερημένα τη συνταγή του για την αύξηση των επιτοκίων. Σε μια κρίσιμη περίοδο που η επιδεινούμενη ενεργειακή κρίση αυξάνει στην Ευρώπη τους φόβους για το δελτίο φυσικού αερίου τον επόμενο χειμώνα, τα νοικοκυριά ανησυχούν για τον πληθωρισμό που μειώνει την αγοραστική τους δύναμη και το ηθικό των επιχειρηματιών που αρχίζει να κλονίζεται…
Οι συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία και οι περιορισμοί λόγω για τον Covid δεν έχουν ακόμη οδηγήσει σε ύφεση την ευρωπαϊκή οικονομία, αλλά όλοι εκτιμούν ότι είναι θέμα λίγων μηνών: Για το δεύτερο εξάμηνο του έτους ή στις αρχές του 2023. Αντιμέτωπη με αυτή την άνοδο των τιμών, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε να αυξήσει από την 1η Ιουλίου τα επιτόκιά της, πράγμα που ισοδυναμεί με «θυσία μέρους της οικονομικής ανάπτυξης, ιδανικά το μικρότερο δυνατό, για να εξαλειφθεί το μεγαλύτερο μέρος του πληθωριστικού σοκ», όπως συνοψίζει ο Μπρουνό Καβαλιέ, επικεφαλής οικονομολόγος της Oddo BHF. Ο Γάλλος οικονομολόγος τονίζει ότι «οι τρεις πιο συνηθισμένοι παράγοντες που προκαλούν ύφεση είναι ταυτόχρονα παρόντες, δηλαδή η άνοδος των τιμών της ενέργειας, η επιθετική νομισματική σύσφιξη και η ευθραυστότητα στον τομέα των ακινήτων».
Προς τα κάτω οι προβλέψεις
Όλοι οι οικονομολόγοι βρίσκονται πλέον στη διαδικασία αναθεώρησης προς τα κάτω των προβλέψεών τους για την ανάπτυξη για φέτος και το επόμενο έτος στη ζώνη του ευρώ. Εκείνοι της UBS αναμένουν τώρα ανάπτυξη μόλις 1,2% το 2023 και προειδοποιούν: «Σε περίπτωση ελλείψεων φυσικού αερίου και επιβολής δελτίου τον επόμενο χειμώνα, η οικονομική αναστάτωση θα ήταν πιθανότατα σοβαρή και η ευρωζώνη θα πέσει σχεδόν σίγουρα σε ύφεση». Για να μην αναφέρουμε ότι σε περίπτωση έλλειψης φυσικού αερίου, το δελτίο δεν θα είναι εύκολο να εφαρμοστεί στις δημοκρατίες.
Ενδεχόμενη διακοπή του ρωσικού αερίου, θα οδηγούσε σε «ύφεση για το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2022 και το πρώτο τρίμηνο του 2023, με μερική ανάκαμψη που θα συμβεί μόνο το δεύτερο εξάμηνο του επόμενου έτους», εκτιμούν οι οικονομολόγοι της Morgan Stanley.
Οι οικονομολόγοι της Allianz Trade πιστεύουν ότι το ΑΕΠ θα μπορούσε να μειωθεί κατά 2,5% το 2023 στη Γαλλία και τη Γερμανία και κατά 3,5% στην Ιταλία.
Στις αρχές Ιουνίου, στις νέες της προβλέψεις, η ΕΚΤ διατύπωσε επίσης ένα απαισιόδοξο σενάριο, το οποίο περιελάμβανε τη συνολική διακοπή του ρωσικού φυσικού αερίου αυτόν τον χειμώνα. Σε αυτή την περίπτωση, η ύφεση θα ήταν ισχυρή. Ο πληθωρισμός θα φτάσει κατά μέσο όρο στο 8% στη ζώνη του ευρώ εφέτος και στο 6,4% το επόμενο έτος. Το ΑΕΠ θα μειωθεί και το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους και θα υποχωρήσει κατά 1,7% το επόμενο έτος.
Οικονομικό και πολιτικό κόστος
Αλλά και στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο φόβος της ύφεσης αντικαθιστά τον φόβο του πληθωρισμού. Η νομισματική σύσφιξη που εφαρμόζει η Federal Reserve δείχνει ήδη ότι τα επόμενα τρίμηνα δεν θα είναι εύκολα. Η αντιστάθμιση μεταξύ της ελαχιστοποίησης του οικονομικού κόστους και του πολιτικού κόστους θα μπορούσε γρήγορα να μετατραπεί σε πραγματικό δίλημμα για τους ηγέτες των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης. Το δίλημμά τους είναι ακόμη πιο σοβαρό, γιατί το σενάριο άλλαξε προς το χειρότερο με τον συνεχιζόμενο πόλεμο, με τα σημεία συμφόρησης στην εφοδιαστική αλυσίδα, τον εισαγόμενο πληθωρισμό και τη νομισματική αυστηροποίηση.
Ο σοβαρός κίνδυνος που διαβλέπουν πολιτικοί και οικονομολόγοι είναι ότι η αύξηση των επιτοκίων θα κάνει λίγα για να αναχαιτίσει την άνοδο των τιμών και πολλά για να σταματήσει την ανάπτυξη. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ήταν μέχρι στιγμής πολύ πιο προσεκτική, αλλά οι πιέσεις από το «βόρειο μέτωπο» δημιουργούν τον κίνδυνο υπερβολικής νομισματικής αυστηροποίησης.
Όχι πάλι «μυρμήγκια και τζιτζίκια»
Ο συνετός Ιταλός, Φάμπιο Πανέτα, Ιταλός μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, υπενθύμισε ότι η απάντηση δεν μπορεί να είναι «μια νέα λιτότητα» με την επανάληψη των λαθών πριν από δέκα χρόνια, αλλά το μοντέλο αντιμετώπισης της πανδημίας: Μια κοινή και υποστηρικτική απάντηση χωρίς να προωθεί εκ νέου τη διαίρεση μεταξύ των χωρών,μεταξύ οφειλετών και πιστωτών, μεταξύ τζιτζικιών και μυρμηγκιών, που στην κρίση του 2012 έθεσαν σε κίνδυνο την ίδια την ύπαρξη της νομισματικής ένωσης.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ είναι πάντως διχασμένο και πολλά εξαρτώνται από τη Γερμανία: θα επικρατήσει η αντιπληθωριστική φοβία των μεσαίων στρωμάτων ή η παραγωγική πίεση του βιομηχανικού μπλοκ που περιλαμβάνει τόσο τα συνδικάτα όσο και μεγάλους επιχειρηματίες; Η μάχη που θα δοθεί το φθινόπωρο, αν δεν έχει τελειώσει ο πόλεμος και δεν έχουν αρθεί οι κυρώσεις, θα καθορίσει ίσως το μέλλον της Ευρώπης για πολλά χρόνια.