Για τα προεόρτια μιας νέας «εποχής» στη λιανική αγορά ρεύματος, με τα πρώτα δείγματα γραφής να αποτυπώνονται από τον νέο χρόνο, προετοιμάζονται οι εταιρείες προμήθειας.

Τα στελέχη των εταιρειών προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος διαπιστώνουν αυξημένο ενδιαφέρον των καταναλωτών για μπλε τιμολόγια. Έτσι, οι εναλλακτικοί πάροχοι ρεύματος, διεκδικώντας μεγαλύτερο μέρος της πίτας των παραδοσιακών καταναλωτών (τους οποίους συγκεντρώνει η ΔΕΗ), σφάζονται μεταξύ τους για τους… αναποφάσιστους, ενώ ταυτόχρονα το υπουργείο προετοιμάζεται να στηρίξει θεσμικά τα σταθερά τιμολόγια, αλλά και να εξασφαλίσει μεγαλύτερη διαφάνεια στην τιμολόγηση, σε μια φάση κατά την οποία οι τιμές ρεύματος συνεχίζουν να κινούνται σε υψηλά επίπεδα, με προοπτικές διαρκείας.

Παρά τη διαχρονική προσοχή των αρμοδίων (φορέων της αγοράς και θεσμικών παραγόντων) για τον «εξανθρωπισμό» του ανταγωνισμού στην εγχώρια λιανική αγορά ρεύματος, οι (εναλλακτικοί) προμηθευτές συνεχίζουν να διαγκωνίζονται για μόλις ένα 10% των καταναλωτών, με το μεγαλύτερο μέρος των οικιακών καταναλωτών σχεδόν να «αδιαφορεί» για την ύπαρξη αγοράς. Ωστόσο, η προσοχή εστιάζεται στο μεγάλο κομμάτι της «πίτας» και κατά συνέπεια σε αυτούς που μένουν αμετακίνητοι στο χαρτοφυλάκιο της ΔΕΗ και ταυτόχρονα «ασυγκίνητοι» -για την ώρα- από τον ανταγωνισμό στη λιανική αγορά προμήθειας.

Ταυτόχρονα, οι εταιρείες προμήθειας αναγνωρίζουν πλέον ότι ο δρόμος της βιώσιμης λειτουργίας περνάει περισσότερο μέσα από τη διαμόρφωση ενός σταθερού χαρτοφυλακίου παρά από εφήμερα «προϊόντα-κράχτες», που στο «τέλος της ημέρας» αφήνουν υψηλό ρίσκο και δημιουργούν πιέσεις. Την εξίσωση συμπληρώνουν οι έντονες διακυμάνσεις των τιμών ρεύματος, που καθιστούν μέρος της λύσης τα σταθερά τιμολόγια.

Πατώντας στη νέα ευρωπαϊκή οδηγία για τα σταθερά τιμολόγια όσο και στο ευρωπαϊκό παράδειγμα, το ΥΠΕΝ σχεδιάζει παρεμβάσεις εντός του πρώτου τριμήνου του 2025, θέλοντας να ενισχύσει την τάση των καταναλωτών να «ξενοιάσουν» από τη «φασαρία» των λογαριασμών ρεύματος, που από την ενεργειακή κρίση και μετά βρίσκεται σταθερά στην ημερήσια ατζέντα ενός νοικοκυριού.

Το πρόβλημα εντοπίζεται στην άμεση συσχέτιση της χονδρεμπορικής αγοράς με τη λιανική, με την πολιτική ηγεσία να αναζητά τον βέλτιστο τρόπο για την αντιμετώπισή του. Αν και εκκρεμούν οι λεπτομέρειες της παρέμβασης, με τη σχετική συζήτηση να βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο, οι ενδεδειγμένες λύσεις αναμένεται να κινηθούν στα πλαίσια του «ευρωπαϊκού παραδείγματος» με βασική στόχευση οι προμηθευτές να «χετζάρουν» μεγαλύτερες ποσότητες ενέργειας για να μπορούν να προσφέρουν περισσότερες σταθερές τιμές.

Η ευνοϊκή συγκυρία

Αναλυτικότερα, λύση «2 σε 1» συνιστούν τα μπλε τιμολόγια σήμερα, με τις μεν εταιρείες προμήθειας να αναζητούν σταθερές χρηματοροές μέσα από ένα σταθερό πελατολόγιο με καλοπληρωτές και τους καταναλωτές, έχοντας «εμπεδώσει» τις έντονες διακυμάνσεις των τιμών ενέργειας για μια ακόμη φορά το τελευταίο διάστημα μετά την ενεργειακή κρίση του 2022, να αναζητούν οικονομικές λύσεις χωρίς δυσάρεστες εκπλήξεις και μάλιστα με ένα εύλογο βάθος χρόνου.

Τα παραπάνω, όπως μεταφέρουν στελέχη της αγοράς που συνομίλησαν με τη «Ν», διαμορφώνουν μια ευνοϊκή συγκυρία για τα «σταθερά» τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας, με την προσοχή εκατέρωθεν να στρέφεται σε αυτά. Από τη μεριά των καταναλωτών αυτό εκφράζεται με την αύξηση των νέων συμβάσεων εξάμηνης ή δωδεκάμηνης διάρκειας και από τη μεριά των παρόχων με τον πολλαπλασιασμό των διαθέσιμων προϊόντων στην αγορά σε σχέση με την πρώτη περίοδο θέσπισης του υφιστάμενου μοντέλου τιμολόγησης σχεδόν έναν χρόνο πριν.

Ενδεικτικά, σύμφωνα με στοιχεία της αγοράς, αυτή την περίοδο, οι 2 στις 3 νέες συμβάσεις αφορούν μπλε τιμολόγια, με το συνολικό μερίδιο των εν λόγω προϊόντων να έχει αυξηθεί σημαντικά στα χαρτοφυλάκια των εταιρειών το τελευταίο διάστημα, προσεγγίζοντας περίπου το 10% της αγοράς, με προοπτικές μεγέθυνσης το αμέσως επόμενο διάστημα.

Στην ίδια κατεύθυνση, οι εταιρείες δοκιμάζουν νέα «πακέτα» όπου ενσωματώνουν είτε κι άλλα προϊόντα (φυσικό αέριο, τα λεγόμενα συνδυαστικά πακέτα) είτε την παροχή πρόσθετων υπηρεσιών, θέλοντας έτσι να διαμορφώσουν συνολικότερες σχέσεις με τους καταναλωτές, αντισταθμίζοντας έτσι την «ευκολία» αλλαγής προμηθευτή στο ρεύμα. Αν και η διαμόρφωση ενός σταθερού πελατολογίου συνιστά κοινή βάση για το σύνολο των προμηθευτών, εντούτοις το «σημείο εκκίνησης» για τον κάθε προμηθευτή διαφέρει από περίπτωση σε περίπτωση, καθορίζοντας κατά συνέπεια και τη συνολικότερη στρατηγική της κάθε εταιρείας.

Στρατηγικές εταιρειών

Αναλυτικότερα, όπως μεταφέρουν παράγοντες του κλάδου με γνώση της αγοράς, ορισμένοι προμηθευτές στοχεύουν σε σημαντική μεγέθυνση του πελατολογίου τους, γεγονός που τους «υποχρεώνει» σε επιθετικές προσφορές για την προσέλκυση νέων πελατών. Η εν λόγω δυνατότητα, όπως επεξηγούν, δεν αφορά το σύνολο της αγοράς, παρά τους καθετοποιημένους που έχουν την «αρωγή» των εσόδων της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας προκειμένου να χρηματοδοτήσουν τις προσφορές της προμήθειας.

Αντιθέτως, άλλες εταιρείες επιχειρούν μια πιο σχεδιασμένη ανάπτυξη του πελατολογίου τους συνδυάζοντας ανταγωνιστικές προσφορές με τη δημιουργία μιας σταθερής πελατειακής σχέσης, με βασικό ζητούμενο να «αντέξει» στο χρόνο ακόμη και στην περίπτωση πιο ανταγωνιστικών τιμών στην αγορά.

Επί παραδείγματι, υπάρχουν προμηθευτές που λανσάρουν ανταγωνιστικές χρεώσεις μπλε τιμολογίου 12μηνης διάρκειας με προσανατολισμό αρχικά νέες συνδέσεις και σε δεύτερο χρόνο την ενσωμάτωση πελατών από το υφιστάμενο πελατολόγιό τους, λαμβάνοντας υπόψη τη συνέπεια του πελάτη και επομένως στην τελευταία περίπτωση, η μετακίνηση του πελάτη στο «σταθερό» τιμολόγιο έχει χαρακτήρα «επιβράβευσης» για την ανταπόκριση και τη συνέπειά του.

Σε «τροχιά ανακύκλωσης»

Όλα τα παραπάνω, ωστόσο, καθορίζονται από τη φυσιογνωμία της αγοράς, με βασικό χαρακτηριστικό να αποτελεί η μειωμένη κινητικότητα, γεγονός που σε τελευταία ανάλυση καταλήγει να μειώνει τη διαθέσιμη «πίτα» για τις εμπορικές πολιτικές των εταιρειών.

Αναλυτικότερα, η περιορισμένη κινητικότητα στην αγορά προμήθειας, με μόλις το 10% των καταναλωτών να αναζητά οικονομικότερη λύση για τον λογαριασμό ρεύματος, καταλήγει να οξύνει τις πιέσεις του ανταγωνισμού, υποχρεώνοντας το σύνολο των προμηθευτών σε ακόμη ανταγωνιστικότερες προσφορές, έως και σε μη βιώσιμα επίπεδα μακροπρόθεσμα.

Υπό αυτό το πρίσμα άλλωστε παράγοντες της αγοράς που συνομίλησαν με τη «Ν» συγκλίνουν στην άποψη ότι οι εν λόγω χαμηλές τιμές που σήμερα καταγράφονται στα μπλε τιμολόγια και όχι μόνο, δεν είναι βιώσιμες σε βάθος χρόνου και αναγκαστικά αργά ή γρήγορα θα ισορροπήσουν σε νέα υψηλότερα επίπεδα.

Σε κάθε περίπτωση, η διάρκειά τους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις αντοχές των εταιρειών να εφαρμόζουν ανάλογη εμπορική πολιτική, γεγονός που, βέβαια, βρίσκεται σε άμεση συνάφεια με τη διακύμανση της χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, δηλαδή με τα κόστη των εταιρειών προμήθειας. Ένα πρώτο crash test θα αποτελέσουν οι επόμενοι μήνες, όπου αναμένονται ανοδικές τάσεις στα κόστη σε συνέχεια της αυξημένης ζήτησης και των υψηλών τιμών φυσικού αερίου, χωρίς να προδιαγράφουμε ότι θα υποχωρήσει η στρατηγική που περιγράψαμε παραπάνω, τουλάχιστον για την τρέχουσα περίοδο. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι τα προθεσμιακά συμβόλαια για τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο εμπορεύονται αυτή τη στιγμή στα επίπεδα των 135 ευρώ ανά μεγαβατώρα, με τις τιμές για α’, β’ και γ’ τρίμηνο του 2025 να είναι στα 124,08 ευρώ/MWh, 91,41 ευρώ/MWh και 124,49 ευρώ/MWh.

Σημειώνεται ότι στη συντριπτική τους πλειονότητα οι οικιακοί καταναλωτές παραμένουν στη ΔΕΗ, με την κινητικότητα στο μεγαλύτερο μέρος να αφορά, σύμφωνα με στοιχεία της αγοράς, τη μετακίνηση ανάμεσα στους εναλλακτικούς παρόχους. Σε αυτή τη βάση, πηγές της αγοράς σχολιάζουν δηκτικά ότι πρακτικά ο ανταγωνισμός στην αγορά «έγκειται στο ποιος θα ξεκοκαλίσει τον άλλο» μεταξύ των εναλλακτικών παρόχων, με δεδομένη την προοπτική της συγκέντρωσης του κλάδου κατά τα πρότυπα του κλάδου των τηλεπικοινωνιών.

Κερδίζει έδαφος η παροχή λύσεων «all inclusive»

Αποκαλυπτικό των οξυμένων διαστάσεων που έχει πάρει ο ανταγωνισμός είναι ο «τιμοκατάλογος» των call centers για την προσέλκυση νέων πελατών, με προμηθευτή σήμερα να δαπανά 205 ευρώ για κάθε νέο πελάτη και τους υπόλοιπους περί τα 180-190 ευρώ, τιμές που υπερβαίνουν κατά πολύ τις τρέχουσες τιμές λιανικής ρεύματος. Τα εν λόγω κόστη συνηγορούν περαιτέρω στην ανάγκη διαμόρφωσης ενός σταθερού πελατολογίου και μάλιστα στη βάση συνδυασμένου πακέτου υπηρεσιών, όπως προαναφέρθηκε, αντισταθμίζοντας τα μειωμένα πλέον margin της αγοράς προμήθειας ρεύματος.

Σε αυτή την κατεύθυνση, η εταιρεία Volton, όπως έχει ανακοινώσει, προετοιμάζει την επέκταση των δραστηριοτήτων της στον τομέα των τηλεπικοινωνίων, εισάγοντας ένα «πακέτο» που θα περιλαμβάνει συνδρομή κινητής τηλεφωνίας, ηλεκτρικό ρεύμα ή/και αέριο και οπτική ίνα με όρους χονδρικής. Το εν λόγω πακέτο, όπως αναφέρουν πληροφορίες, θα έρθει στην αγορά από τις αρχές του επόμενου χρόνου, ενώ σε ανάλογη κατεύθυνση περισσότερο ή λιγότερο κινούνται και άλλες εταιρείες. Σημειώνεται ότι μια τέτοια ξεκάθαρη στρατηγική με προσανατολισμό την παροχή ολοκληρωμένων ενεργειακών λύσεων έχει η ΔΕΗ, όπως αποτυπώθηκε από την εξαγορά της Κωτσόβολος αλλά και από τη δραστηριοποίησή της και σε άλλους τομείς που συνδέονται με καθημερινές ανάγκες.

Σε άλλες περιπτώσεις, τα «πακέτα» περιλαμβάνουν υπηρεσίες smart home, φωτοβολταϊκά στέγης, αντλίες θερμότητας, μπαταρίες, φόρτιση ηλεκτρικών οχημάτων κ.λπ.

Ελλιπής πληροφόρηση

Μια δεύτερη παράμετρος που χρήζει σημαντικής βελτίωσης και σχετίζεται τόσο με τη λειτουργία της αγοράς όσο και με την κινητικότητα των καταναλωτών αφορά την πληροφόρηση προς τους συμμετέχοντες της αγοράς.

Εδώ προκύπτει κενό, όπως αναφέρουν παράγοντες του κλάδου, πράγμα που αντανακλάται έως έναν βαθμό και στην «αδιαφορία» των καταναλωτών να αναζητήσουν οικονομικές λύσεις για τα τιμολόγιά τους, με τη συντριπτική πλειοψηφία των οικιακών καταναλωτών να μένουν αμετακίνητοι στην ίδια εταιρεία (ΔΕΗ) και στο ίδιο προϊόν (ειδικό «πράσινο» τιμολόγιο), άρα το γεγονός ότι υπάρχουν πιο ανταγωνιστικές προσφορές στην αγορά σε όποιο είδος τιμολογίων κι αν κοιτάξει κανείς.

Τρόπους παρέμβασης εξετάζει η κυβέρνηση

Το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας εξετάζει τρόπους για την προώθηση των σταθερών τιμολογίων με στόχο την αποδέσμευση των καταναλωτών από τις διακυμάνσεις της χονδρεμπορικής αγοράς. Αν και η σχετική συζήτηση βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο, εντούτοις, όπως αναφέρουν αρμόδιες πηγές με γνώση του θέματος, υπάρχει προσανατολισμός να ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2025. Σημειώνεται ότι το θέμα βρίσκεται σε άμεση συνάφεια με το ευρωπαϊκό παράδειγμα, όπου κυριαρχούν τα σταθερά τιμολόγια έναντι των κυμαινόμενων τιμολογίων, με αποτέλεσμα οι Ευρωπαίοι καταναλωτές να μην αντικρίζουν ανάλογες αυξομειώσεις από μήνα σε μήνα στον λογαριασμό τους.

Σε μια ανάλογη κατεύθυνση, όπως αναφέρουν πηγές της αγοράς απαριθμώντας τα πιθανά μέτρα προώθησης των σταθερών τιμολογίων, το υπουργείο θα μπορούσε να υποχρεώσει τους προμηθευτές ρεύματος να δεσμεύσουν ένα μέρος του πελατολογίου τους σε σταθερά τιμολόγια, στα πλαίσια μιας συνολικότερης στρατηγικής αντιστάθμισης που μπορεί να περιλαμβάνει διμερή συμβόλαια ή capacity contracts κατά τα πρότυπα άλλων ευρωπαϊκών αγορών. Σημειώνεται ότι η σχετική συζήτηση γίνεται στο φόντο της νέας ευρωπαϊκής οδηγίας που θα πρέπει να ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο έως τις 17 Ιανουαρίου 2025 και προβλέπει σταθερά τιμολόγια τουλάχιστον 12μηνης διάρκειας, και καλεί τα κράτη-μέλη να διασφαλίσουν όλους τους αναγκαίους όρους και τις προϋποθέσεις προκειμένου αυτά να αποτελούν μέρος των προσφερόμενων προϊόντων από τις εταιρείες προμήθειας προς τους καταναλωτές.

Πηγή