ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Σεπτεμβρίου 2024
« Προδικαστική παραπομπή – Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 – Άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχεία βʹ, γʹ και στʹ – Νομιμότητα της επεξεργασίας – Επεξεργασία απαραίτητη για την εκτέλεση σύμβασης της οποίας το υποκείμενο των δεδομένων είναι συμβαλλόμενο μέρος – Επεξεργασία απαραίτητη για τη συμμόρφωση με έννομη υποχρέωση του υπευθύνου επεξεργασίας – Επεξεργασία απαραίτητη για τους σκοπούς των έννομων συμφερόντων που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή τρίτος – Επενδυτικό κεφάλαιο συσταθέν υπό μορφή ετερόρρυθμης εταιρίας η οποία προβαίνει σε δημόσια προσφορά – Αίτηση εταίρου για τη λήψη των στοιχείων επικοινωνίας των λοιπών εταίρων που κατέχουν έμμεσες συμμετοχές σε επενδυτικό κεφάλαιο μέσω εταιρίας διαχείρισης κεφαλαίων »
Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑17/22 και C‑18/22,
με αντικείμενο αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Amtsgericht München (ειρηνοδικείο Μονάχου, Γερμανία) με αποφάσεις της 21ης Δεκεμβρίου 2021, οι οποίες περιήλθαν στο Δικαστήριο στις 7 Ιανουαρίου 2022, στο πλαίσιο των δικών
HTB Neunte Immobilien Portfolio geschlossene Investment UG & Co. KG
κατά
Müller Rechtsanwaltsgesellschaft mbH (C‑17/22),
και
Ökorenta Neue Energien Ökostabil IV geschlossene Investment GmbH & Co. KG
κατά
WealthCap Photovoltaik 1 GmbH Co. KG,
WealthCap PEIA Komplementär GmbH,
WealthCap Investorenbetreuung GmbH (C‑18/22),
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),
συγκείμενο από τους Κ. Λυκούργο, πρόεδρο τμήματος, O. Spineanu-Matei, J.‑C. Bonichot, S. Rodin και L. S. Rossi (εισηγήτρια), δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: J. Richard de la Tour
γραμματέας: I. Illéssy, διοικητικός υπάλληλος,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 29ης Φεβρουαρίου 2024,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
– η HTB Neunte Immobilien Portfolio geschlossene Investment UG & Co. KG, εκπροσωπούμενη από τους M. Handlos και R. Veil, Rechtsanwälte,
– η Ökorenta Neue Energien Ökostabil IV geschlossene Investment GmbH & Co. KG, εκπροσωπούμενη από τον U. Brinkmöller, Rechtsanwalt,
– οι WealthCap Photovoltaik 1 GmbH Co. KG, WealthCap PEIA Komplementär GmbH και WealthCap Investorenbetreuung GmbH, εκπροσωπούμενες από τους N. Bartmann, U. Baumgartner και A. Höder, Rechtsanwälte
– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον Α. Μπουχάγιαρ, την M. Heller και τον H. Kranenborg,
κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,
εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση
1 Οι αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως αφορούν την ερμηνεία του άρθρου 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχεία βʹ και στʹ, του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ 2016, L 119, σ. 1, στο εξής: ΓΚΠΔ).
2 Οι αιτήσεις αυτές υποβλήθηκαν στο πλαίσιο διαφορών μεταξύ, αφενός, της HTB Neunte Immobilien Portfolio geschlossene Investment UG & Co. KG (στο εξής: HTB) και της Müller Rechtsanwaltsgesellschaft mbH (υπόθεση C‑17/22), και, αφετέρου, της Ökorenta Neue Energien Ökostabil IV geschlossene Investment GmbH & Co. KG (στο εξής: Ökorenta) και των WealthCap Photovoltaik 1 GmbH Co. KG, WealthCap PEIA Komplementär GmbH και WealthCap Investorenbetreuung GmbH (υπόθεση C‑18/22).
Το νομικό πλαίσιο
Το δίκαιο της Ένωσης
3 Οι αιτιολογικές σκέψεις 1, 10, 39, 41, 47 και 48 του ΓΚΠΔ έχουν ως εξής:
«(1) Η προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι θεμελιώδες δικαίωμα. Το άρθρο 8 παράγραφος 1 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης [στο εξής: Χάρτης] και το άρθρο 16 παράγραφος 1 [ΣΛΕΕ] ορίζουν ότι κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν.
[…]
(10) Για τη διασφάλιση συνεκτικής και υψηλού επιπέδου προστασίας των φυσικών προσώπων και την άρση των εμποδίων στις ροές δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εντός της [Ευρωπαϊκής] Ένωσης, το επίπεδο προστασίας των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των φυσικών προσώπων σε σχέση με την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων θα πρέπει να είναι ισοδύναμο σε όλα τα κράτη μέλη. Θα πρέπει να διασφαλίζεται συνεκτική και ομοιόμορφη εφαρμογή των κανόνων για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των ελευθεριών των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ολόκληρη την [Ευρωπαϊκή] Ένωση. […]
[…]
(39) Κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να είναι σύννομη και δίκαιη. Θα πρέπει να είναι σαφές για τα φυσικά πρόσωπα ότι δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν συλλέγονται, χρησιμοποιούνται, λαμβάνονται υπόψη ή υποβάλλονται κατ’ άλλο τρόπο σε επεξεργασία, καθώς και σε ποιο βαθμό τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται ή θα υποβληθούν σε επεξεργασία. […]
[…]
(41) Οποτεδήποτε ο παρών κανονισμός αναφέρεται σε νομική βάση ή νομοθετικό μέτρο, αυτό δεν προϋποθέτει απαραιτήτως νομοθετική πράξη εγκεκριμένη από ένα κοινοβούλιο, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων σύμφωνα με τη συνταγματική τάξη του συγκεκριμένου κράτους μέλους. Ωστόσο, αυτή η νομική βάση ή το νομοθετικό μέτρο θα πρέπει να είναι διατυπωμένο με σαφήνεια και ακρίβεια και η εφαρμογή του να είναι προβλέψιμη για πρόσωπα που υπόκεινται σε αυτό, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης […] και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
[…]
(47) Τα έννομα συμφέροντα του υπευθύνου επεξεργασίας, περιλαμβανομένων εκείνων ενός υπευθύνου επεξεργασίας στον οποίο μπορούν να κοινολογηθούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή τρίτων, μπορεί να παρέχουν τη νομική βάση για την επεξεργασία, υπό τον όρο ότι δεν υπερισχύουν των συμφερόντων ή των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών του υποκειμένου των δεδομένων, λαμβάνοντας υπόψη τις θεμιτές προσδοκίες των υποκειμένων των δεδομένων βάσει της σχέσης τους με τον υπεύθυνο επεξεργασίας. Τέτοιο έννομο συμφέρον θα μπορούσε λόγου χάρη να υπάρχει όταν υφίσταται σχετική και κατάλληλη σχέση μεταξύ του υποκειμένου των δεδομένων και του υπευθύνου επεξεργασίας, όπως αν το υποκείμενο των δεδομένων είναι πελάτης του υπευθύνου επεξεργασίας ή βρίσκεται στην υπηρεσία του. Εν πάση περιπτώσει η ύπαρξη έννομου συμφέροντος θα χρειαζόταν προσεκτική αξιολόγηση, μεταξύ άλλων ως προς το κατά πόσον το υποκείμενο των δεδομένων, κατά τη χρονική στιγμή και στο πλαίσιο της συλλογής των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, μπορεί εύλογα να αναμένει ότι για τον σκοπό αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί επεξεργασία. Ειδικότερα, τα συμφέροντα και τα θεμελιώδη δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων θα μπορούσαν να υπερισχύουν των συμφερόντων του υπευθύνου επεξεργασίας, όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το υποκείμενο των δεδομένων δεν αναμένει ευλόγως περαιτέρω επεξεργασία των δεδομένων του. […] H επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς άμεσης εμπορικής προώθησης μπορεί να θεωρηθεί ότι διενεργείται χάριν έννομου συμφέροντος.
(48) Οι υπεύθυνοι επεξεργασίας που είναι μέλη ομίλου επιχειρήσεων ή ιδρυμάτων που συνδέονται με κεντρικό φορέα ενδέχεται να έχουν έννομο συμφέρον να διαβιβάζουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα εντός του ομίλου επιχειρήσεων για εσωτερικούς διοικητικούς σκοπούς, συμπεριλαμβανομένης της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πελατών ή εργαζομένων. Οι γενικές αρχές της διαβίβασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εντός ομίλου επιχειρήσεων, προς επιχείρηση εγκατεστημένη σε τρίτη χώρα δεν θίγονται.»
4 Το άρθρο 1 του κανονισμού, το οποίο επιγράφεται «Αντικείμενο και στόχοι», ορίζει στην παράγραφο 2 τα εξής:
«Ο παρών κανονισμός προστατεύει θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες των φυσικών προσώπων και ειδικότερα το δικαίωμά τους στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.»
5 Το άρθρο 4 του κανονισμού προβλέπει τα εξής:
«Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού νοούνται ως:
1) “δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα”: κάθε πληροφορία που αφορά ταυτοποιημένο ή ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο (“υποκείμενο των δεδομένων”)· το ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο είναι εκείνο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως μέσω αναφοράς σε αναγνωριστικό στοιχείο ταυτότητας, όπως όνομα, σε αριθμό ταυτότητας, σε δεδομένα θέσης, σε επιγραμμικό αναγνωριστικό ταυτότητας ή σε έναν ή περισσότερους παράγοντες που προσιδιάζουν στη σωματική, φυσιολογική, γενετική, ψυχολογική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική ταυτότητα του εν λόγω φυσικού προσώπου,
2) “επεξεργασία”: κάθε πράξη ή σειρά πράξεων που πραγματοποιείται με ή χωρίς τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων, σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή σε σύνολα δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η διάρθρωση, η αποθήκευση, η προσαρμογή ή η μεταβολή, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η κοινολόγηση με διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλη μορφή διάθεσης, η συσχέτιση ή ο συνδυασμός, ο περιορισμός, η διαγραφή ή η καταστροφή,
[…]
7) “υπεύθυνος επεξεργασίας”: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχή, η υπηρεσία ή άλλος φορέας που, μόνα ή από κοινού με άλλα, καθορίζουν τους σκοπούς και τον τρόπο της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· όταν οι σκοποί και ο τρόπος της επεξεργασίας αυτής καθορίζονται από το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο κράτους μέλους, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή τα ειδικά κριτήρια για τον διορισμό του μπορούν να προβλέπονται από το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο κράτους μέλους,
[…]
11) “συγκατάθεση” του υποκειμένου των δεδομένων: κάθε ένδειξη βουλήσεως, ελεύθερη, συγκεκριμένη, ρητή και εν πλήρει επιγνώσει, με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων εκδηλώνει ότι συμφωνεί, με δήλωση ή με σαφή θετική ενέργεια, να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν,
[…]».
6 Το άρθρο 5 του κανονισμού, το οποίο επιγράφεται «Αρχές που διέπουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα», προβλέπει τα εξής:
«1. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα:
α) υποβάλλονται σε σύννομη και θεμιτή επεξεργασία με διαφανή τρόπο σε σχέση με το υποκείμενο των δεδομένων (“νομιμότητα, αντικειμενικότητα και διαφάνεια”),
β) συλλέγονται για καθορισμένους, ρητούς και νόμιμους σκοπούς και δεν υποβάλλονται σε περαιτέρω επεξεργασία κατά τρόπο ασύμβατο προς τους σκοπούς αυτούς· […]
γ) είναι κατάλληλα, συναφή και περιορίζονται στο αναγκαίο για τους σκοπούς για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία (“ελαχιστοποίηση των δεδομένων”),
[…]
2. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας φέρει την ευθύνη και είναι σε θέση να αποδείξει τη συμμόρφωση με την παράγραφο 1 (“λογοδοσία”).»
7 Το άρθρο 6 του ΓΚΠΔ, το οποίο επιγράφεται «Νομιμότητα της επεξεργασίας», έχει ως εξής:
«1. Η επεξεργασία είναι σύννομη μόνο εάν και εφόσον ισχύει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) το υποκείμενο των δεδομένων έχει συναινέσει στην επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του για έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους σκοπούς,
β) η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την εκτέλεση σύμβασης της οποίας το υποκείμενο των δεδομένων είναι συμβαλλόμενο μέρος ή για να ληφθούν μέτρα κατ’ αίτηση του υποκειμένου των δεδομένων πριν από τη σύναψη σύμβασης,
γ) η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τη συμμόρφωση με έννομη υποχρέωση του υπευθύνου επεξεργασίας,
[…]
στ) η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τους σκοπούς των έννομων συμφερόντων που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή τρίτος, εκτός εάν έναντι των συμφερόντων αυτών υπερισχύει το συμφέρον ή τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων που επιβάλλουν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως εάν το υποκείμενο των δεδομένων είναι παιδί.
Το στοιχείο στ) του πρώτου εδαφίου δεν εφαρμόζεται στην επεξεργασία που διενεργείται από δημόσιες αρχές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
2. Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρούν ή να θεσπίζουν πιο ειδικές διατάξεις για την προσαρμογή της εφαρμογής των κανόνων του παρόντος κανονισμού όσον αφορά την επεξεργασία για τη συμμόρφωση με την παράγραφο 1 στοιχεία γ) και ε), καθορίζοντας ακριβέστερα ειδικές απαιτήσεις για την επεξεργασία και άλλα μέτρα προς εξασφάλιση σύννομης και θεμιτής επεξεργασίας, μεταξύ άλλων για άλλες ειδικές περιπτώσεις επεξεργασίας όπως προβλέπονται στο κεφάλαιο ΙΧ.
3. Η βάση για την επεξεργασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχεία γ) και ε) ορίζεται σύμφωνα με:
α) το δίκαιο της Ένωσης, ή
β) το δίκαιο του κράτους μέλος στο οποίο υπόκειται ο υπεύθυνος επεξεργασίας.
[…] Το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο του κράτους μέλους ανταποκρίνεται σε σκοπό δημόσιου συμφέροντος και είναι ανάλογο προς τον επιδιωκόμενο νόμιμο σκοπό.»
8 Το άρθρο 13, παράγραφος 1, του κανονισμού προβλέπει τα εξής:
«Όταν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν υποκείμενο των δεδομένων συλλέγονται από το υποκείμενο των δεδομένων, ο υπεύθυνος επεξεργασίας, κατά τη λήψη των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, παρέχει στο υποκείμενο των δεδομένων όλες τις ακόλουθες πληροφορίες:
[…]
γ) τους σκοπούς της επεξεργασίας για τους οποίους προορίζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και τη νομική βάση για την επεξεργασία,
δ) εάν η επεξεργασία βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο στ), τα έννομα συμφέροντα που επιδιώκονται από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή από τρίτο,
[…]».
Το γερμανικό δίκαιο
9 Το άρθρο 161 του Handelsgesetzbuch (εμπορικού κώδικα), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών των διαφορών των κύριων δικών, ορίζει τα εξής:
«(1) Η εταιρία που επιδιώκει εμπορικό σκοπό υπό κοινή επωνυμία είναι ετερόρρυθμη εάν, έναντι των δανειστών της, ένας ή περισσότεροι εταίροι ευθύνονται περιορισμένα μέχρι του ποσού ορισμένης εισφοράς κεφαλαίου (ετερόρρυθμοι εταίροι), ενώ οι λοιποί εταίροι ευθύνονται απεριόριστα (ομόρρυθμοι εταίροι).
(2) Εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά στο παρόν μέρος, οι διατάξεις που έχουν εφαρμογή στην ομόρρυθμη εταιρία εφαρμόζονται και στην ετερόρρυθμη εταιρία.»
10 Το άρθρο 162, παράγραφος 1, του εμπορικού κώδικα έχει ως εξής:
«Η αίτηση καταχώρισης εταιρίας περιλαμβάνει, εκτός από τα στοιχεία που προβλέπονται στο άρθρο 106, παράγραφος 2 [συγκεκριμένα, το επώνυμο, το όνομα, την ημερομηνία γέννησης και τον τόπο κατοικίας κάθε εταίρου], τα ονοματεπώνυμα των ετερόρρυθμων εταίρων και την αξία της εισφοράς εκάστου εξ αυτών. […]»
11 Το άρθρο 127a, παράγραφοι 1 και 3, του Aktiengesetz (νόμου περί ανωνύμων εταιριών), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών των διαφορών των κύριων δικών, προβλέπει τα εξής:
«(1) Μέτοχοι ή ενώσεις μετόχων μπορούν, στο πλαίσιο του φόρουμ μετόχων που τηρείται στην Bundesanzeiger [Ομοσπονδιακή Εφημερίδα της Κυβερνήσεως], να καλούν άλλους μετόχους να υποβάλουν, από κοινού ή διά πληρεξουσίου, αίτηση ή αίτημα δυνάμει του παρόντος νόμου ή να ασκήσουν το δικαίωμα ψήφου σε γενική συνέλευση.
[…]
(3) Η πρόσκληση μπορεί να περιέχει πληροφορίες σχετικά με τον δικτυακό τόπο του μετόχου που απευθύνει την πρόσκληση και την ηλεκτρονική διεύθυνσή του. […]»
12 Το άρθρο 33, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του Wertpapierhandelsgesetz (νόμου περί αγοραπωλησίας κινητών αξιών), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών των διαφορών των κύριων δικών, προβλέπει τα εξής:
«Μέτοχος του οποίου το ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου εκ των μετοχών που κατέχει σε εκδότη με κράτος καταγωγής την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ανέρχεται, υπερβαίνει ή κατέρχεται των ορίων του 3 %, 5 %, 10 %, 15 %, 20 %, 25 %, 30 %, 50 % ή 75 %, ως αποτέλεσμα αγοράς, διάθεσης ή κατ’ άλλον τρόπο κτήσης (δηλών), υποχρεούται να ενημερώσει αμελλητί, το αργότερο δε εντός τεσσάρων ημερών διαπραγμάτευσης, τον εκδότη και, ταυτόχρονα, την εποπτική αρχή σχετικά με το ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου που κατέχει, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 34, παράγραφοι 1 και 2. […]»
Οι διαφορές των κύριων δικών και τα προδικαστικά ερωτήματα
13 Από τις αποφάσεις περί παραπομπής προκύπτει ότι η HTB και η Ökorenta είναι εταιρίες επενδύσεων, καθεμία από τις οποίες κατέχει έμμεση συμμετοχή, μέσω εταιρίας διαχείρισης κεφαλαίων, σε επενδυτικά κεφάλαια. Τα εν λόγω επενδυτικά κεφάλαια είναι οργανωμένα υπό μορφή ετερόρρυθμης εταιρίας, ήτοι προσωπικής εταιρίας, η οποία προβαίνει σε δημόσια προσφορά. Η συμμετοχή στο κεφάλαιο των ετερόρρυθμων αυτών εταιριών έχει τον χαρακτήρα επένδυσης κεφαλαίων. Όταν η συμμετοχή αυτή είναι έμμεση, οι εταίροι ασκούν τα δικαιώματά τους μέσω εταιριών συμμετοχών.
14 Οι ενάγουσες των κύριων δικών ζητούν από τις εναγόμενες των κύριων δικών, οι οποίες είναι εταιρίες συμμετοχών, να τους κοινοποιήσουν τα ονόματα και τις διευθύνσεις όλων των εταίρων που κατέχουν, μέσω εταιριών διαχείρισης κεφαλαίων, έμμεσες συμμετοχές στα οικεία επενδυτικά κεφάλαια.
15 Οι εναγόμενες των κύριων δικών αντιτίθενται σε μια τέτοια κοινοποίηση διότι εκτιμούν ότι τα ζητούμενα στοιχεία αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση των οικονομικών συμφερόντων των ίδιων των εναγουσών των κύριων δικών, τα οποία συνίστανται στη διαφήμιση των δικών τους επενδυτικών προϊόντων, στην πρόκληση ανησυχίας στους επενδυτές ή στην εξαγορά των μεριδίων τους σε τιμή κατώτερη της αξίας τους και στην αποκόμιση κέρδους από τη μεταπώληση των μεριδίων αυτών. Ωστόσο, οι συμβάσεις συμμετοχής και διαχείρισης κεφαλαίων δυνάμει των οποίων οι εταίροι των εναγομένων των κύριων δικών απέκτησαν έμμεσες συμμετοχές στα οικεία επενδυτικά κεφάλαια περιέχουν ρήτρες που απαγορεύουν την γνωστοποίηση των εν λόγω δεδομένων σε λοιπούς κατόχους συμμετοχών.
16 Οι ενάγουσες των κύριων δικών αρνούνται ότι έχουν τέτοια πρόθεση και επικαλούνται το δικαίωμά τους να έλθουν σε επαφή με τους λοιπούς ετερόρρυθμους εταίρους που κατέχουν συμμετοχές στα οικεία επενδυτικά κεφάλαια, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να διαπραγματευθούν την εξαγορά των μεριδίων τους.
17 Το αιτούν δικαστήριο υπογραμμίζει, κατ’ ουσίαν, ότι, σύμφωνα με τη νομολογία του Bundesgerichtshof (Ανώτατου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου, Γερμανία) και του Oberlandesgericht München (ανώτερου περιφερειακού δικαστηρίου Μονάχου, Γερμανία), η κοινοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που ζητούν οι ενάγουσες των κύριων δικών θα μπορούσε να είναι υποχρεωτική. Εντούτοις, επισημαίνει ότι, δεδομένου ότι η νομολογία αυτή είναι εν μέρει προγενέστερη της ενάρξεως ισχύος του ΓΚΠΔ, ενδέχεται να πρέπει να εκτιμηθεί διαφορετικά εν προκειμένω, λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχεία βʹ και στʹ, του εν λόγω κανονισμού, η ερμηνεία του οποίου είναι καθοριστική για την επίλυση των διαφορών των κύριων δικών.
18 Ειδικότερα, το αιτούν δικαστήριο αναφέρει ότι από τη διάταξη του Bundesgerichtshof (Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου) της 19ης Νοεμβρίου 2019 (II ZR 263/18) προκύπτει ότι, σε προσωπική εταιρία όπως η ετερόρρυθμη, το δικαίωμα ενός εταίρου να πληροφορείται το όνομα και τη διεύθυνση των άλλων εταίρων εντάσσεται «στον πυρήνα των δικαιωμάτων του εταίρου». Τούτο ισχύει και για τους ετερόρρυθμους εταίρους που κατέχουν μόνον έμμεσες συμμετοχές. Συγκεκριμένα, η γνώση όλων των λοιπών εταίρων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που κατέχουν έμμεσες συμμετοχές, είναι αναγκαία για την αποτελεσματική άσκηση των δικαιωμάτων κάθε εταίρου προσωπικής εταιρίας η οποία προβαίνει σε δημόσια προσφορά. Η κοινοποίηση των εν λόγω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στους λοιπούς εταίρους συνάδει, συνεπώς, με τις υποχρεώσεις που υπέχει η εταιρία από τη συναφθείσα εταιρική σύμβαση. Η μόνη εξαίρεση από το δικαίωμα λήψης τέτοιων δεδομένων, κατά το γερμανικό δίκαιο, συνίσταται στην απαγόρευση κατάχρησης δικαιώματος, σύμφωνα με την οποία το εν λόγω δικαίωμα πληροφόρησης δεν πρέπει να ασκείται κατά τρόπο παράνομο ή με επιζήμια πρόθεση.
19 Κατά τη νομολογία του Bundesgerichtshof (Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου), η κατάχρηση δικαιώματος αποκλείεται, εν πάση περιπτώσει, όταν ένας επενδυτής επιδιώκει την επικοινωνία με άλλους επενδυτές προκειμένου να ανταλλάξει με αυτούς απόψεις ως προς τα ζητήματα που αφορούν την εταιρία και, ενδεχομένως, να οργανώσει κοινότητα συμφερόντων μεταξύ των επενδυτών. Επιπλέον, δεν συντρέχει κανένας λόγος άρνησης παροχής πληροφοριών που αφορούν εταίρο απλώς και μόνον εξαιτίας ενός αφηρημένου κινδύνου κατάχρησης των εν λόγω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Κατά τα λοιπά, ένας εταίρος πρέπει να μπορεί να έχει άμεση πρόσβαση στα δεδομένα των λοιπών εταίρων, χωρίς να εξαρτάται από τα διοικητικά όργανα της εταιρίας.
20 Από τη νομολογία αυτή προκύπτει επίσης ότι τέτοιο δικαίωμα πληροφόρησης δεν μπορεί να αποκλεισθεί με συμβατικές διατάξεις, διότι άλλως θα καταργούνταν, στην πράξη, ένα ουσιώδες δικαίωμα των εταίρων, ήτοι το δικαίωμα σύγκλησης έκτακτης γενικής συνέλευσης των εταίρων, δεδομένου ότι η απαιτούμενη για τους σκοπούς αυτούς απαρτία μπορεί να επιτευχθεί, σε περίπτωση εταίρου με χαμηλό ποσοστό συμμετοχής, μόνον κατόπιν σύμπραξής του με άλλους εταίρους, γεγονός που προϋποθέτει κατ’ ανάγκην ότι ο εταίρος αυτός γνωρίζει τα ονόματα και τις διευθύνσεις τους [διάταξη του Bundesgerichtshof (Ανώτατου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου) της 21ης Σεπτεμβρίου 2009 (II ZR 264/08)]. Σύμφωνα με τη νομολογία αυτή, η αιτιολογική σκέψη 48 του ΓΚΠΔ δικαιολογεί επίσης, εντός ομίλου επιχειρήσεων, τη διαβίβαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του συνόλου των εταίρων σε έναν από αυτούς για εσωτερικούς διοικητικούς σκοπούς.
21 Επομένως, κατά το αιτούν δικαστήριο, η νομολογία του Bundesgerichtshof (Ανώτατου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου) καθιερώνει, κατ’ αρχήν, δικαίωμα πληροφόρησης των εταίρων το οποίο μπορεί να περιοριστεί μόνο λόγω καταχρηστικής άσκησής του.
22 Το αιτούν δικαστήριο παραπέμπει επίσης στην απόφαση της 16ης Ιανουαρίου 2019 του Oberlandesgericht München (ανώτερου περιφερειακού δικαστηρίου Μονάχου) (7 U 342/18), κατά την οποία το κύριο αντικείμενο της εταιρικής σύμβασης είναι η άσκηση των δικαιωμάτων των εταίρων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ενίσχυσης της θέσεώς τους εντός της εταιρίας. Επομένως, η αγορά εταιρικών μεριδίων συνιστά νόμιμη άσκηση των δικαιωμάτων των εταίρων, η δε κοινοποίηση προς τον σκοπό αυτό των σχετικών με τους λοιπούς εταίρους πληροφοριών εξυπηρετεί εύλογο συμφέρον. Μια τέτοια κοινοποίηση δεν πρέπει να επιτρέπεται μόνον εάν δεν αποσκοπεί στην ικανοποίηση κανενός εύλογου συμφέροντος.
23 Το αιτούν δικαστήριο εκφράζει αμφιβολίες ως προς το κατά πόσον η νομολογία του Bundesgerichtshof (Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου) και του Oberlandesgericht München (ανώτερου περιφερειακού δικαστηρίου Μονάχου) είναι συμβατή με το δίκαιο της Ένωσης στο μέτρο που επιτρέπει την ευρεία κοινοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εταίρων που κατέχουν έμμεσες συμμετοχές σε επενδυτικό κεφάλαιο βάσει ενός αμιγώς τυπικού ισχυρισμού ότι οι λοιποί εταίροι έχουν συμφέρον να λάβουν τα δεδομένα αυτά, παραδείγματος χάριν με σκοπό την απόκτηση συμμετοχών.
24 Συγκεκριμένα, εκτιμά ότι, δυνάμει του δικαίου της Ένωσης, η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα συνιστά τον κανόνα, και, ως εκ τούτου, η εξαίρεση από την αρχή αυτή, η οποία προβλέπεται ιδίως στο άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχεία βʹ και στʹ, του ΓΚΠΔ και επιτρέπει την κοινοποίηση τέτοιων δεδομένων, πρέπει να στηρίζεται σε «επαρκή αιτιολόγηση». Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει, επιπλέον, ότι το γερμανικό δίκαιο δεν προβλέπει κανενός είδους νομική υποχρέωση δημοσιοποίησης δεδομένων σχετικών με τα πρόσωπα που κατέχουν συμμετοχές σε εταιρία διαχείρισης κεφαλαίων. Επομένως, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται εάν το δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα των εταίρων πρέπει να εξαρτάται, αφενός, από την ύπαρξη ορισμένου ποσοστού συμμετοχής, κατ’ αναλογίαν προς τα προβλεπόμενα στο γερμανικό δίκαιο για τις εισηγμένες στο χρηματιστήριο ανώνυμες εταιρίες, και, αφετέρου, από συγκεκριμένο και ακριβή λόγο, συνδεόμενο με την εταιρία, όσον αφορά τους εταίρους για τους οποίους ζητούνται οι οικείες πληροφορίες.
25 Υπό τις συνθήκες αυτές, το Amtsgericht München (ειρηνοδικείο Μονάχου, Γερμανία) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία σε αμφότερες τις υποθέσεις των κύριων δικών και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα πανομοιότυπα προδικαστικά ερωτήματα:
«1. α. Προκύπτει από την ερμηνεία του άρθρου 6, παράγραφος 1, [πρώτο εδάφιο,] στοιχεία βʹ και στʹ, του [ΓΚΠΔ] ότι, σε περίπτωση προσωπικής εταιρίας η οποία προβαίνει σε δημόσια προσφορά, η συμμετοχή σε αυτήν εταίρου ο οποίος ευθύνεται μόνο μέχρι ενός μικρού ποσού, δεν υπέχει προσωπική ευθύνη ούτε είναι διαχειριστής αυτής, αρκεί αφ’ εαυτής προκειμένου να γίνει δεκτή η ύπαρξη “εννόμου συμφέροντος” για τη λήψη πληροφοριών σε σχέση με το σύνολο των εταίρων που κατέχουν έμμεσες συμμετοχές μέσω διαχειριστή κεφαλαίων, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων τους επικοινωνίας και του ποσοστού συμμετοχής τους στην εν λόγω εταιρία, και να συναχθεί από την εταιρική σύμβαση η ύπαρξη αντίστοιχης συμβατικής υποχρέωσης,
β. ή μήπως, υπό τις συνθήκες αυτές, το έννομο συμφέρον περιορίζεται στη λήψη από την εταιρία πληροφοριών σε σχέση με τους κατόχους έμμεσων συμμετοχών οι οποίοι ευθύνονται μέχρι ενός ποσού, μη αμελητέου, και κατέχουν ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής το οποίο καθιστά τουλάχιστον πιθανή την άσκηση επιρροής στην εξέλιξη της εταιρίας;
2. α. Αρκεί η πρόθεση επικοινωνίας με σκοπό τη γνωριμία, την ανταλλαγή απόψεων ή τη διαπραγμάτευση για την εξαγορά εταιρικών μεριδίων προκειμένου να μην υπάρξει υπέρβαση των ορίων που ενέχει η καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος πληροφόρησης στην περίπτωση που το δικαίωμα αυτό δεν υπόκειται σε περιορισμούς [ερώτημα 1α] ή προκειμένου να χωρήσει εξαίρεση από τον περιορισμό του δικαιώματος αυτού [ερώτημα 1β],
β. ή μήπως το συμφέρον για λήψη πληροφοριών μπορεί να θεωρηθεί κρίσιμο μόνον όταν η κοινοποίηση των πληροφοριών αυτών ζητείται με τη ρητή πρόθεση να υπάρξει επικοινωνία με άλλους εταίρους με σκοπό τον συντονισμό τους για συγκεκριμένους λόγους οι οποίοι καθιστούν αναγκαία τη διαμόρφωση κοινής βούλησης στο πλαίσιο των αποφάσεων που λαμβάνουν οι εταίροι;»
Επί της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου
26 Με απόφαση της 23ης Σεπτεμβρίου 2022, ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου ανέστειλε την παρούσα διαδικασία εν αναμονή της δημοσίευσης της απόφασης περάτωσης της δίκης στην υπόθεση C‑252/21.
27 Σύμφωνα με την απόφαση του Προέδρου του Δικαστηρίου της 7ης Ιουλίου 2023, η Γραμματεία κοινοποίησε στο αιτούν δικαστήριο την απόφαση της 4ης Ιουλίου 2023, Meta Platforms κ.λπ. (Γενικοί όροι χρήσης κοινωνικού δικτύου) (C‑252/21, EU:C:2023:537), καλώντας το να δηλώσει εάν, λαμβανομένης υπόψη της απόφασης αυτής, εμμένει, εν όλω ή εν μέρει, στις αιτήσεις του προδικαστικής αποφάσεως.
28 Με έγγραφο της 4ης Αυγούστου 2023, το οποίο κατατέθηκε αυθημερόν στη Γραμματεία του Δικαστηρίου, το αιτούν δικαστήριο δήλωσε ότι εμμένει στις αιτήσεις του προδικαστικής αποφάσεως.
Επί των προδικαστικών ερωτημάτων
29 Με τα προδικαστικά ερωτήματα, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί εάν το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχεία βʹ και στʹ, του ΓΚΠΔ έχει την έννοια ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία συνίσταται στην κοινοποίηση, κατόπιν αιτήματος εταίρου επενδυτικού κεφαλαίου συσταθέντος υπό μορφή προσωπικής εταιρίας η οποία προβαίνει σε δημόσια προσφορά, πληροφοριών σχετικά με το σύνολο των εταίρων που κατέχουν έμμεσες συμμετοχές στο επενδυτικό κεφάλαιο, μέσω εταιριών διαχείρισης κεφαλαίων, ανεξάρτητα από το ποσοστό συμμετοχής τους σε αυτό, προκειμένου να έλθουν σε επαφή και να διαπραγματευθούν μαζί τους την εξαγορά των εταιρικών μεριδίων τους, ή ακόμη να συντονιστούν με αυτούς προκειμένου να διαμορφώσουν κοινή βούληση στο πλαίσιο των αποφάσεων των εταίρων, μπορεί να θεωρηθεί αναγκαία για την εκτέλεση σύμβασης της οποίας τα υποκείμενα των δεδομένων είναι συμβαλλόμενα μέρη, κατά την έννοια του στοιχείου βʹ, ή για τους σκοπούς των έννομων συμφερόντων που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή τρίτος, κατά την έννοια του στοιχείου στʹ.
30 Δεδομένου ότι από τις αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως προκύπτει ότι το αιτούν δικαστήριο διερωτάται ως προς τη συμβατότητα με τον ΓΚΠΔ της υποχρέωσης κοινοποίησης τέτοιων δεδομένων η οποία, κατά το γερμανικό δίκαιο, απορρέει από τη νομολογία των εθνικών δικαστηρίων, πρέπει να αναδιατυπωθούν τα υποβληθέντα ερωτήματα ώστε να αφορούν και την ερμηνεία του άρθρου 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο γʹ, του κανονισμού, και να γίνει δεκτό ότι, με τα προδικαστικά ερωτήματα, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται επίσης ως προς το εάν η κοινοποίηση αυτή μπορεί να θεωρηθεί ότι απορρέει από έννομη υποχρέωση του υπευθύνου επεξεργασίας.
31 Προκειμένου να δοθεί απάντηση στα ερωτήματα αυτά, υπενθυμίζεται, προκαταρκτικώς, ότι ο σκοπός τον οποίο επιδιώκει ο ΓΚΠΔ, όπως προκύπτει από το άρθρο 1 καθώς και από τις αιτιολογικές σκέψεις 1 και 10, συνίσταται, μεταξύ άλλων, στη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων των φυσικών προσώπων και ειδικότερα του δικαιώματός τους στην ιδιωτική ζωή έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 8, παράγραφος 1, του Χάρτη και στο άρθρο 16, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ (απόφαση της 7ης Μαρτίου 2024, IAB Europe, C‑604/22, EU:C:2024:214, σκέψη 53 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
32 Σύμφωνα με τον σκοπό αυτό, κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει, μεταξύ άλλων, να είναι σύμφωνη με τις αρχές που διέπουν την επεξεργασία των δεδομένων αυτών, οι οποίες διατυπώνονται στο άρθρο 5 του κανονισμού, και να πληροί τις προϋποθέσεις νομιμότητας που απαριθμούνται στο άρθρο 6 του ίδιου κανονισμού [πρβλ. αποφάσεις της 6ης Οκτωβρίου 2020, La Quadrature du Net κ.λπ., C‑511/18, C‑512/18 και C‑520/18, EU:C:2020:791, σκέψη 208, και της 11ης Ιουλίου 2024, Meta Platforms Ireland (Αντιπροσωπευτική αγωγή), C‑757/22, EU:C:2024:598, σκέψη 49].
33 Συναφώς, επισημαίνεται ότι, δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του ΓΚΠΔ, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε σύννομη και θεμιτή επεξεργασία με διαφανή τρόπο σε σχέση με το υποκείμενο των δεδομένων.
34 Ειδικότερα, όσον αφορά τις προϋποθέσεις για τη σύννομη επεξεργασία, όπως έχει αποφανθεί το Δικαστήριο, το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του ΓΚΠΔ προβλέπει εξαντλητικό και περιοριστικό κατάλογο των περιπτώσεων στις οποίες η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μπορεί να θεωρηθεί σύννομη. Συνεπώς, για να μπορεί να θεωρηθεί σύννομη η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να εμπίπτει σε μία από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στη διάταξη αυτή [απόφαση της 4ης Ιουλίου 2023, Meta Platforms κ.λπ. (Γενικοί όροι χρήσης κοινωνικού δικτύου), C‑252/21, EU:C:2023:537, σκέψη 90].
35 Λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων των διαφορών των κύριων δικών, πρέπει, επιπλέον, να επισημανθεί ότι το εν λόγω άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, δεν επιβάλλει, αυτό καθεαυτό, υποχρέωση, αλλά προβλέπει απλώς δυνατότητα επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στις απαριθμούμενες σε αυτό περιπτώσεις (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 4ης Μαΐου 2017, Rīgas satiksme, C‑13/16, EU:C:2017:336, σκέψη 26).
36 Κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του ΓΚΠΔ, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι σύννομη εάν και εφόσον το υποκείμενο των δεδομένων έχει παράσχει τη συγκατάθεσή του για έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους σκοπούς. Ελλείψει τέτοιας συγκατάθεσης ή όταν δεν έχει δοθεί ελεύθερη, συγκεκριμένη, ρητή και εν πλήρει επιγνώσει συγκατάθεση, κατά την έννοια του άρθρου 4, σημείο 11, του ΓΚΠΔ, η επεξεργασία δικαιολογείται παρά ταύτα εφόσον πληροί κάποια από τις απαιτήσεις αναγκαιότητας στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχεία βʹ έως στʹ.
37 Στο πλαίσιο αυτό, οι δικαιολογητικοί λόγοι που προβλέπονται στην τελευταία αυτή διάταξη πρέπει να ερμηνεύονται στενά, δεδομένου ότι η επίκλησή τους μπορεί να καταστήσει σύννομη μια επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία γίνεται ελλείψει συγκατάθεσης του υποκειμένου των δεδομένων [απόφαση της 4ης Ιουλίου 2023, Meta Platforms κ.λπ. (Γενικοί όροι χρήσης κοινωνικού δικτύου), C‑252/21, EU:C:2023:537, σκέψη 93 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
38 Επιπλέον, όπως έχει αποφανθεί το Δικαστήριο, όταν χωρεί η διαπίστωση ότι μια επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι αναγκαία βάσει ενός εκ των δικαιολογητικών λόγων που προβλέπονται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχεία βʹ έως στʹ, του ΓΚΠΔ, δεν είναι απαραίτητο να εξεταστεί εάν η ίδια επεξεργασία καλύπτεται και από κάποιον άλλον εκ των δικαιολογητικών αυτών λόγων [απόφαση της 4ης Ιουλίου 2023, Meta Platforms κ.λπ. (Γενικοί όροι χρήσης κοινωνικού δικτύου), C‑252/21, EU:C:2023:537, σκέψη 94 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
39 Το Δικαστήριο έχει κρίνει επίσης ότι, σύμφωνα με τα όσα ορίζει το άρθρο 5 του ΓΚΠΔ, ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι εκείνος που φέρει το βάρος να αποδείξει ότι τα δεδομένα αυτά συλλέγονται, μεταξύ άλλων, για καθορισμένους, ρητούς και νόμιμους σκοπούς και ότι υποβάλλονται σε επεξεργασία η οποία είναι σύννομη, θεμιτή και διαφανής απέναντι στο υποκείμενο των δεδομένων. Πέραν τούτου, βάσει του άρθρου 13, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού, όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα συλλέγονται απευθείας από το ίδιο το υποκείμενο των δεδομένων, ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να ενημερώσει το υποκείμενο των δεδομένων σχετικά με τους σκοπούς για τους οποίους προορίζεται η επεξεργασία, καθώς και με τη νομική βάση της επεξεργασίας [απόφαση της 4ης Ιουλίου 2023, Meta Platforms κ.λπ. (Γενικοί όροι χρήσης κοινωνικού δικτύου), C‑252/21, EU:C:2023:537, σκέψη 95].
40 Εν προκειμένω, από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι οι εταίροι που κατείχαν έμμεσες συμμετοχές, μέσω εταιριών διαχείρισης κεφαλαίων, στα εν λόγω επενδυτικά κεφάλαια δεν είχαν συναινέσει, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του ΓΚΠΔ, στην κοινοποίηση από τις εναγόμενες των κύριων δικών των σχετικών με αυτούς δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτους, ιδίως στην HTB και την Ökorenta.
41 Υπό τις συνθήκες αυτές, προκειμένου να δοθεί απάντηση στα υποβληθέντα ερωτήματα, πρέπει να εξακριβωθεί εάν χωρεί επίκληση των διατάξεων του άρθρου 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχεία βʹ και στʹ, του κανονισμού, στις οποίες αναφέρονται συγκεκριμένα οι αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως, προκειμένου να δικαιολογηθεί η ενδεχόμενη κοινοποίηση τέτοιων δεδομένων σε τρίτους.
42 Κατά πρώτον, αναφορικά με το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του ΓΚΠΔ, η διάταξη αυτή προβλέπει ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι σύννομη εφόσον «είναι απαραίτητη για την εκτέλεση σύμβασης της οποίας το υποκείμενο των δεδομένων είναι συμβαλλόμενο μέρος ή για να ληφθούν μέτρα κατ’ αίτηση του υποκειμένου των δεδομένων πριν από τη σύναψη σύμβασης».
43 Ειδικότερα, το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι, για να θεωρηθεί μια επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ως απαραίτητη για την εκτέλεση σύμβασης κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης, πρέπει να είναι αντικειμενικώς αναγκαία για την επίτευξη σκοπού που είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τη συμβατική παροχή η οποία προορίζεται για το υποκείμενο των δεδομένων. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει, συνεπώς, να είναι σε θέση να αποδείξει για ποιον λόγο το κύριο αντικείμενο της σύμβασης δεν θα μπορούσε να υλοποιηθεί ελλείψει της επίμαχης επεξεργασίας [απόφαση της 4ης Ιουλίου 2023, Meta Platforms κ.λπ. (Γενικοί όροι χρήσης κοινωνικού δικτύου), C‑252/21, EU:C:2023:537, σκέψη 98].
44 Πράγματι, όπως επίσης έχει κρίνει το Δικαστήριο, αποφασιστικό στοιχείο για την εφαρμογή του δικαιολογητικού λόγου του άρθρου 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του ΓΚΠΔ είναι ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία γίνεται από τον υπεύθυνο επεξεργασίας πρέπει να είναι ουσιώδης για την ορθή εκτέλεση της σύμβασης που συνάπτεται μεταξύ του ιδίου και του υποκειμένου των δεδομένων και ότι, επομένως, δεν υφίστανται άλλες εφικτές και λιγότερο επεμβατικές λύσεις [απόφαση της 4ης Ιουλίου 2023, Meta Platforms κ.λπ. (Γενικοί όροι χρήσης κοινωνικού δικτύου), C‑252/21, EU:C:2023:537, σκέψη 99].
45 Εν προκειμένω, από τις αποφάσεις περί παραπομπής προκύπτει ότι οι επίμαχες στις διαφορές των κύριων δικών συμβάσεις συμμετοχής και διαχείρισης κεφαλαίων, δυνάμει των οποίων αποκτήθηκαν έμμεσες συμμετοχές στα οικεία επενδυτικά κεφάλαια, προβλέπουν ρητώς την απαγόρευση κοινοποίησης των σχετικών με τους έμμεσους επενδυτές δεδομένων σε άλλους κατόχους συμμετοχών.
46 Συναφώς, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι το βασικό χαρακτηριστικό της απόκτησης έμμεσης συμμετοχής, μέσω εταιρίας διαχείρισης κεφαλαίων, σε επενδυτικό κεφάλαιο που προβαίνει σε δημόσια προσφορά είναι ακριβώς η ανωνυμία των εταίρων, ακόμη και στις σχέσεις μεταξύ των ίδιων των εταίρων. Με άλλα λόγια, με γνώμονα ακριβώς την εμπιστευτική μεταχείριση των δεδομένων τους από το επενδυτικό κεφάλαιο, τα πρόσωπα επιλέγουν να επενδύσουν σε ένα τέτοιο κεφάλαιο υπό μορφή συμμετοχής μέσω εταιρίας συμμετοχών.
47 Κατά συνέπεια, και υπό την επιφύλαξη σχετικής εξακρίβωσης από το αιτούν δικαστήριο, επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία συνίσταται στην κοινοποίηση πληροφοριών σχετικά με εταίρους οι οποίοι κατέχουν, μέσω εταιρίας διαχείρισης κεφαλαίων, έμμεσες συμμετοχές σε επενδυτικό κεφάλαιο που προβαίνει σε δημόσια προσφορά δεν μπορεί να θεωρηθεί «απαραίτητη για την εκτέλεση σύμβασης» κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του ΓΚΠΔ, όταν η σύμβαση βάσει της οποίας αποκτάται η συμμετοχή αποκλείει ρητώς την κοινοποίηση των δεδομένων αυτών σε άλλους κατόχους συμμετοχών.
48 Κατά δεύτερον, αναφορικά με το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο στʹ, του ΓΚΠΔ, η διάταξη αυτή προβλέπει ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι σύννομη εφόσον είναι απαραίτητη για τους σκοπούς των έννομων συμφερόντων που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή τρίτος, εκτός εάν έναντι των συμφερόντων αυτών υπερισχύει το συμφέρον ή τα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων που επιβάλλουν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
49 Όπως έχει αποφανθεί το Δικαστήριο, η διάταξη αυτή προβλέπει τρεις σωρευτικές προϋποθέσεις για τη σύννομη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ήτοι πρώτον, την επιδίωξη εννόμου συμφέροντος εκ μέρους του υπευθύνου επεξεργασίας ή τρίτου, δεύτερον, την αναγκαιότητα της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για την εξυπηρέτηση του επιδιωκόμενου εννόμου συμφέροντος και, τρίτον, την απαίτηση να μην υπερισχύουν του εν λόγω συμφέροντος τα συμφέροντα ή οι θεμελιώδεις ελευθερίες και δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων [απόφαση της 4ης Ιουλίου 2023, Meta Platforms κ.λπ. (Γενικοί όροι χρήσης κοινωνικού δικτύου), C‑252/21, EU:C:2023:537, σκέψη 106 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
50 Όσον αφορά, πρώτον, την προϋπόθεση σχετικά με την επιδίωξη «έννομου συμφέροντος», υπογραμμίζεται ότι, ελλείψει ορισμού της έννοιας αυτής από τον ΓΚΠΔ, όπως έχει ήδη κρίνει το Δικαστήριο, υπάρχει ένα ευρύ φάσμα συμφερόντων τα οποία μπορούν, κατ’ αρχήν, να θεωρηθούν έννομα [απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2023, SCHUFA Holding (Πτωχευτική απαλλαγή), C‑26/22 και C‑64/22, EU:C:2023:958, σκέψη 76].
51 Δεύτερον, ως προς την προϋπόθεση της αναγκαιότητας της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για την εξυπηρέτηση του επιδιωκόμενου έννομου συμφέροντος, απαιτείται από το αιτούν δικαστήριο να βεβαιωθεί ότι το έννομο συμφέρον το οποίο επιδιώκεται με την επεξεργασία των δεδομένων δεν είναι ευλόγως δυνατόν να πραγματωθεί κατά τρόπο εξίσου αποτελεσματικό με άλλα μέσα που να θίγουν λιγότερο τις θεμελιώδεις ελευθερίες και δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων, ιδίως τα δικαιώματα του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία κατοχυρώνονται στα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη [απόφαση 7ης Δεκεμβρίου 2023, SCHUFA Holding (Πτωχευτική απαλλαγή), σκέψη 77 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
52 Στο πλαίσιο αυτό, υπενθυμίζεται επίσης ότι η προϋπόθεση της αναγκαιότητας της επεξεργασίας πρέπει να εξετάζεται από κοινού με τη λεγόμενη αρχή της «ελαχιστοποίησης των δεδομένων», την οποία καθιερώνει το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του ΓΚΠΔ, σύμφωνα με την οποία τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να είναι «κατάλληλα, συναφή και [να] περιορίζονται στο αναγκαίο για τους σκοπούς για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία» [απόφαση της 4ης Ιουλίου 2023, Meta Platforms κ.λπ. (Γενικοί όροι χρήσης κοινωνικού δικτύου), C‑252/21, EU:C:2023:537, σκέψη 109 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
53 Τέλος, ως προς την προϋπόθεση, τρίτον, ότι πρέπει τα συμφέροντα ή οι θεμελιώδεις ελευθερίες και δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων να μην υπερισχύουν του εννόμου συμφέροντος του υπευθύνου επεξεργασίας ή τρίτου, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι απαιτείται στάθμιση των αντιπαρατιθέμενων δικαιωμάτων και συμφερόντων η οποία εξαρτάται, κατ’ αρχήν, από τις συγκεκριμένες περιστάσεις της κάθε περίπτωσης και, κατά συνέπεια, εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να προβεί στην εν λόγω στάθμιση λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές αυτές περιστάσεις [απόφαση της 4ης Ιουλίου 2023, Meta Platforms κ.λπ. (Γενικοί όροι χρήσης κοινωνικού δικτύου), C‑252/21, EU:C:2023:537, σκέψη 110 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
54 Επιπλέον, η αιτιολογική σκέψη 47 του ΓΚΠΔ διαλαμβάνει ότι τα συμφέροντα και τα θεμελιώδη δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων μπορούν, ειδικότερα, να υπερισχύουν των συμφερόντων του υπευθύνου επεξεργασίας όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία υπό περιστάσεις στις οποίες το υποκείμενο των δεδομένων δεν αναμένει ευλόγως περαιτέρω επεξεργασία των δεδομένων του [απόφαση της 4ης Ιουλίου 2023, Meta Platforms κ.λπ. (Γενικοί όροι χρήσης κοινωνικού δικτύου), C‑252/21, EU:C:2023:537, σκέψη 112].
55 Επομένως, μολονότι, εν τέλει, εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εκτιμήσει εάν, όσον αφορά την επίμαχη στις διαφορές των κύριων δικών επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, πληρούνται οι τρεις προϋποθέσεις που υπομνήσθηκαν στην σκέψη 49 της παρούσας απόφασης, το Δικαστήριο, αποφαινόμενο επί προδικαστικής παραπομπής, έχει τη δυνατότητα να παράσχει διευκρινίσεις προκειμένου να καθοδηγήσει το δικαστήριο αυτό κατά τον εν λόγω προσδιορισμό [αποφάσεις της 4ης Ιουλίου 2023, Meta Platforms κ.λπ. (Γενικοί όροι χρήσης κοινωνικού δικτύου), C‑252/21, EU:C:2023:537, σκέψη 96, και της 7ης Δεκεμβρίου 2023, SCHUFA Holding (Πτωχευτική απαλλαγή), C‑26/22 και C‑64/22, EU:C:2023:958, σκέψη 81 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
56 Εν προκειμένω, όσον αφορά, πρώτον, την προϋπόθεση σχετικά με την επιδίωξη εννόμου συμφέροντος εκ μέρους του υπευθύνου επεξεργασίας ή τρίτου, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο στʹ, του ΓΚΠΔ, το αιτούν δικαστήριο αναφέρεται στο συμφέρον τρίτου, ήτοι στο συμφέρον εταίρου με έμμεση συμμετοχή σε επενδυτικό κεφάλαιο συσταθέν υπό μορφή ετερόρρυθμης εταιρίας η οποία προβαίνει σε δημόσια προσφορά, να λάβει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σχετικά με τους λοιπούς έμμεσους εταίρους της εταιρίας αυτής, προκειμένου να έλθει σε επαφή ή να διαπραγματευθεί μαζί τους την εξαγορά εταιρικών μεριδίων, ή ακόμη να συντονιστεί με αυτούς με σκοπό τη διαμόρφωση κοινής βούλησης στο πλαίσιο των αποφάσεων του συνόλου των εταίρων.
57 Διαπιστώνεται ότι ένα τέτοιο συμφέρον μπορεί, κατ’ αρχήν, να συνιστά, για τους σκοπούς της κοινοποίησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, έννομο συμφέρον κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο στʹ, του ΓΚΠΔ, λαμβανομένου υπόψη, μεταξύ άλλων, του καθεστώτος μιας τέτοιας εταιρίας, όπως αυτό απορρέει από το εθνικό δίκαιο του οικείου κράτους μέλους, τούτο δε ανεξαρτήτως του ύψους της συμμετοχής και των εξουσιών που διαθέτει στην εταιρία ο εταίρος που ζητεί την κοινοποίηση αυτή. Εντούτοις, εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εκτιμήσει, κατά περίπτωση, την ύπαρξη τέτοιου συμφέροντος, λαμβάνοντας υπόψη το εφαρμοστέο νομικό πλαίσιο και το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης.
58 Εάν διαπιστωθεί τέτοιο έννομο συμφέρον, θα πρέπει επιπλέον, προκειμένου η επιδίωξη του συμφέροντος αυτού να επιτρέπει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο στʹ, του ΓΚΠΔ, ο υπεύθυνος επεξεργασίας να τηρεί το σύνολο των λοιπών υποχρεώσεων που υπέχει από τον κανονισμό αυτό.
59 Δεύτερον, όσον αφορά την προϋπόθεση σχετικά με την αναγκαιότητα της επεξεργασίας για την επίτευξη του εν λόγω συμφέροντος και, ιδίως, την ύπαρξη εξίσου κατάλληλων μέσων που θίγουν λιγότερο τις θεμελιώδεις ελευθερίες και δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι θα μπορούσε, ιδίως, ένας εταίρος επενδυτικού κεφαλαίου που επιθυμεί να λάβει πληροφορίες σχετικά με άλλον εταίρο που κατέχει έμμεση συμμετοχή στο επενδυτικό κεφάλαιο μέσω εταιρίας διαχείρισης κεφαλαίων να ζητήσει από το εν λόγω κεφάλαιο ή εταιρία να διαβιβάσει την αίτησή του στον οικείο εταίρο προκειμένου να υπάρξει συνάντηση ή ανταλλαγή απόψεων μαζί του. Ο τελευταίος θα μπορούσε στη συνέχεια να αποφασίσει ελεύθερα εάν επιθυμεί να έλθει σε επαφή με τον αιτούντα εταίρο ή εάν προτιμά να μην ανταποκριθεί σε ένα τέτοιο αίτημα και να διατηρήσει την ανωνυμία του. Η λύση αυτή θα μπορούσε να εφαρμοστεί και στην περίπτωση που ο αιτών εταίρος επιθυμεί να αρχίσει διαπραγματεύσεις με άλλον εταίρο με σκοπό την αγορά των μεριδίων του τελευταίου ή να συντονιστεί με αυτόν με σκοπό τη διαμόρφωση κοινής βούλησης στο πλαίσιο των αποφάσεων του συνόλου των εταίρων.
60 Η λύση αυτή θα επέτρεπε, κατά τα λοιπά, στον εταίρο τον οποίο αφορά η αίτηση παροχής πληροφοριών, σύμφωνα με την αρχή της ελαχιστοποίησης των δεδομένων περί της οποίας γίνεται λόγος στη σκέψη 52 της παρούσας απόφασης, να διατηρήσει τον έλεγχο επί της επεξεργασίας των δεδομένων του προσωπικού χαρακτήρα και να περιορίσει, κατ’ αυτόν τον τρόπο, την κοινοποίησή τους σε άλλον εταίρο στο μέτρο του πράγματι αναγκαίου και σχετικού σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους τα δεδομένα αυτά ζητούνται και υποβάλλονται σε επεξεργασία.
61 Επομένως, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο μια διαδικασία όπως αυτή που περιγράφεται στην προηγούμενη σκέψη της παρούσας απόφασης να μπορεί να θεωρηθεί μέτρο λιγότερο επεμβατικό στο δικαίωμα προστασίας της εμπιστευτικότητας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του υποκειμένου των δεδομένων, παρέχοντας παράλληλα στον υπεύθυνο της επεξεργασίας τη δυνατότητα να εξυπηρετήσει, με εξίσου αποτελεσματικό τρόπο, το έννομο συμφέρον του ενδιαφερόμενου τρίτου, πράγμα το οποίο εναπόκειται πάντως στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.
62 Τρίτον, όσον αφορά τη στάθμιση των συμφερόντων στην οποία οφείλει να προβεί το αιτούν δικαστήριο υπό το πρίσμα των ειδικών περιστάσεων των υπό κρίση υποθέσεων, το δικαστήριο αυτό οφείλει να λάβει υπόψη, μεταξύ άλλων, τις εύλογες προσδοκίες του υποκειμένου των δεδομένων, την έκταση της επίμαχης επεξεργασίας και τον αντίκτυπό της στο υποκείμενο των δεδομένων [απόφαση της 4ης Ιουλίου 2023, Meta Platforms κ.λπ. (Γενικοί όροι χρήσης κοινωνικού δικτύου), C‑252/21, EU:C:2023:537, σκέψη 116].
63 Επομένως, στο πλαίσιο μιας τέτοιας στάθμισης δεν μπορεί να αποκλειστεί, κατ’ αρχήν, το ενδεχόμενο η κοινοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εταίρων, έστω και έμμεσων, προσωπικής εταιρίας σε λοιπούς εταίρους να εξυπηρετεί, ενδεχομένως, τα οικονομικά συμφέροντα εκάστου εξ αυτών και, επομένως, και τα συμφέροντα των έμμεσων εταίρων στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στα οποία οι λοιποί αυτοί εταίροι επιθυμούν να έχουν πρόσβαση.
64 Επιπλέον, δεν μπορεί να αποκλειστεί ούτε το ενδεχόμενο το συμφέρον των εταίρων που κατέχουν έμμεση συμμετοχή σε επενδυτικό κεφάλαιο προς διατήρηση του απορρήτου των δεδομένων τους προσωπικού χαρακτήρα να μπορεί να υπερισχύσει του συμφέροντος των λοιπών εταίρων που επιθυμούν να λάβουν γνώση των στοιχείων τους επικοινωνίας. Υπό το πρίσμα αυτό, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη σημασία στο γεγονός ότι είναι πιθανό, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των συμβατικών διατάξεων περί των οποίων γίνεται λόγος στη σκέψη 45 της παρούσας απόφασης, οι έμμεσοι εταίροι ενός τέτοιου επενδυτικού κεφαλαίου να μην μπορούσαν ευλόγως να αναμένουν, κατά τον χρόνο συλλογής των σχετικών με αυτούς δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ότι τα δεδομένα αυτά επρόκειτο να κοινοποιηθούν σε τρίτους, εν προκειμένω σε άλλους έμμεσους εταίρους του εν λόγω επενδυτικού κεφαλαίου.
65 Από το σύνολο των ανωτέρω σκέψεων προκύπτει, υπό την επιφύλαξη της εκτίμησης του αιτούντος δικαστηρίου, ότι είναι αμφίβολο εάν επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως η κοινοποίηση των πληροφοριών που ζητούν οι ενάγουσες των κύριων δικών, μπορεί να δικαιολογηθεί από έννομο συμφέρον κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο στʹ, του ΓΚΠΔ.
66 Όσον αφορά, τρίτον, το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο γʹ, του ΓΚΠΔ, η διάταξη αυτή προβλέπει ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι σύννομη εφόσον είναι απαραίτητη για τη συμμόρφωση με έννομη υποχρέωση του υπευθύνου επεξεργασίας.
67 Το άρθρο 6, παράγραφος 3, του ΓΚΠΔ ορίζει ειδικότερα, ως προς το σημείο αυτό, ότι βάση της επεξεργασίας πρέπει να είναι το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο υπόκειται ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ότι η νομική αυτή βάση πρέπει να ανταποκρίνεται σε σκοπό δημόσιου συμφέροντος και να είναι ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο νόμιμο σκοπό [απόφαση της 4ης Ιουλίου 2023, Meta Platforms κ.λπ. (Γενικοί όροι χρήσης κοινωνικού δικτύου), C‑252/21, EU:C:2023:537, σκέψη 128].
68 Επιπλέον, όπως εξαγγέλλει η αιτιολογική σκέψη 41 του ΓΚΠΔ, οποτεδήποτε ο κανονισμός αυτός αναφέρεται σε νομική βάση ή νομοθετικό μέτρο, αυτό δεν προϋποθέτει απαραιτήτως νομοθετική πράξη εγκεκριμένη από ένα κοινοβούλιο, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων σύμφωνα με τη συνταγματική τάξη του συγκεκριμένου κράτους μέλους. Ωστόσο, αυτή η νομική βάση ή το νομοθετικό μέτρο θα πρέπει να είναι διατυπωμένο με σαφήνεια και ακρίβεια και η εφαρμογή του να είναι προβλέψιμη για πρόσωπα που υπόκεινται σε αυτό, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
69 Εν προκειμένω, αφενός, το δίκαιο της Ένωσης ουδεμία υποχρέωση προβλέπει για τα επενδυτικά κεφάλαια ή τις εταιρίες συμμετοχών, όπως αυτές στις υποθέσεις των κύριων δικών, να κοινοποιούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα εταίρων που κατέχουν έμμεσες συμμετοχές στα εν λόγω επενδυτικά κεφάλαια.
70 Αφετέρου, από τις αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως προκύπτει ότι μια τέτοια υποχρέωση θα μπορούσε παρά ταύτα να συναχθεί, υπό την επιφύλαξη των εξακριβώσεων στις οποίες οφείλει να προβεί συναφώς το αιτούν δικαστήριο, από τη νομολογία του Bundesgerichtshof (Ανώτατου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου, Γερμανία) και του Oberlandesgericht München (ανώτερου περιφερειακού δικαστηρίου Μονάχου) σύμφωνα με την οποία οι συμβατικές ρήτρες που διασφαλίζουν την εμπιστευτικότητα των στοιχείων επικοινωνίας των έμμεσων εταίρων προσωπικής εταιρίας η οποία προβαίνει σε δημόσια προσφορά, όπως οι επίμαχες στις υποθέσεις των κύριων δικών, πρέπει να θεωρηθούν άκυρες, με αποτέλεσμα να χωρεί κοινοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των εταίρων με έμμεσες συμμετοχές σε επενδυτικό κεφάλαιο συσταθέν υπό μορφή ετερόρρυθμης εταιρίας που προβαίνει σε δημόσια προσφορά.
71 Συναφώς, επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με όσα μνημονεύονται στη σκέψη 68 της παρούσας απόφασης, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο «το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο υπόκειται ο υπεύθυνος επεξεργασίας», κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του ΓΚΠΔ, να καλύπτει και την εθνική νομολογία.
72 Εντούτοις, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 41 του κανονισμού, η νομολογία αυτή πρέπει να είναι διατυπωμένη με σαφήνεια και ακρίβεια και η εφαρμογή της να είναι προβλέψιμη για τα οικεία πρόσωπα, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου.
73 Επιπλέον, σύμφωνα με τη νομολογία που υπομνήσθηκε στη σκέψη 67 της παρούσας απόφασης, η νομολογία αυτή πρέπει επίσης να συνιστά νομική βάση η οποία ανταποκρίνεται σε σκοπό δημοσίου συμφέροντος και είναι ανάλογη προς τον σκοπό αυτό, η δε επεξεργασία πρέπει να περιορίζεται εντός των απολύτως αναγκαίων ορίων, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει [πρβλ. απόφαση της 4ης Ιουλίου 2023, Meta Platforms κ.λπ. (Γενικοί όροι χρήσης κοινωνικού δικτύου), C‑252/21, EU:C:2023:537, σκέψεις 134 και 138].
74 Επομένως, στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να εξακριβώσει, μεταξύ άλλων, εάν υφίστανται μέτρα τα οποία, ενώ διασφαλίζουν τη διαφάνεια μεταξύ εταίρων προσωπικών εταιριών, όπως φαίνεται να προκύπτει από το γερμανικό δίκαιο και εκτίθεται στις σκέψεις 18 έως 22 της παρούσας απόφασης, θίγουν λιγότερο την προστασία των εμπιστευτικών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των έμμεσων εταίρων ετερόρρυθμων εταιριών οι οποίες προβαίνουν σε δημόσια προσφορά απ’ ό,τι η υποχρέωση κοινοποίησης των δεδομένων αυτών σε οποιονδήποτε άλλον εταίρο το ζητήσει.
75 Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στα προδικαστικά ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του ΓΚΠΔ έχει την έννοια ότι επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία συνίσταται στην κοινοποίηση, κατόπιν αιτήματος εταίρου επενδυτικού κεφαλαίου συσταθέντος υπό μορφή προσωπικής εταιρίας που προβαίνει σε δημόσια προσφορά, πληροφοριών σχετικά με το σύνολο των εταίρων που κατέχουν έμμεσες συμμετοχές στο επενδυτικό κεφάλαιο, μέσω εταιριών διαχείρισης κεφαλαίων, ανεξαρτήτως του ποσοστού συμμετοχής τους σε αυτό, προκειμένου να έλθει σε επαφή ή να διαπραγματευθεί μαζί τους την εξαγορά των εταιρικών μεριδίων τους, ή ακόμη να συντονιστεί με αυτούς με σκοπό τη διαμόρφωση κοινής βούλησης στο πλαίσιο των αποφάσεων του συνόλου των εταίρων, δεν μπορεί να θεωρηθεί απαραίτητη, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, για την εκτέλεση της σύμβασης δυνάμει της οποίας οι εν λόγω εταίροι έχουν αποκτήσει τις οικείες συμμετοχές, παρά μόνον υπό την προϋπόθεση ότι η επεξεργασία είναι αντικειμενικώς αναγκαία για την επίτευξη σκοπού άρρηκτα συνδεδεμένου με τη συμβατική παροχή που προορίζεται για τους ίδιους αυτούς εταίρους, έτσι ώστε το κύριο αντικείμενο της σύμβασης να μην μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την εν λόγω επεξεργασία. Τούτο δεν ισχύει στην περίπτωση που η σύμβαση αυτή αποκλείει ρητώς την κοινοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε άλλους κατόχους συμμετοχών.
76 Το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο στʹ, του ΓΚΠΔ έχει την έννοια ότι μια τέτοια επεξεργασία μπορεί να θεωρηθεί απαραίτητη για τους σκοπούς των έννομων συμφερόντων που επιδιώκει τρίτος, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, μόνον υπό την προϋπόθεση ότι η επεξεργασία είναι απολύτως αναγκαία για την επίτευξη του εν λόγω εννόμου συμφέροντος και ότι, λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των κρίσιμων περιστάσεων, τα συμφέροντα ή οι θεμελιώδεις ελευθερίες και δικαιώματα των εταίρων δεν υπερισχύουν του εννόμου αυτού συμφέροντος.
77 Το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο γʹ, του ΓΚΠΔ έχει την έννοια ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δικαιολογείται, βάσει της διάταξης αυτής, εφόσον είναι απαραίτητη για τη συμμόρφωση με έννομη υποχρέωση του υπευθύνου επεξεργασίας δυνάμει του δικαίου του οικείου κράτους μέλους, όπως έχει διευκρινιστεί από τη νομολογία του εν λόγω κράτους μέλους, υπό την προϋπόθεση ότι η νομολογία αυτή είναι διατυπωμένη με σαφήνεια και ακρίβεια, η εφαρμογή της είναι προβλέψιμη για τα οικεία πρόσωπα, ανταποκρίνεται σε σκοπό δημοσίου συμφέροντος και είναι ανάλογη προς τον σκοπό αυτό.
Επί των δικαστικών εξόδων
78 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται:
1) Το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων),
έχει την έννοια ότι:
επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία συνίσταται στην κοινοποίηση, κατόπιν αιτήματος εταίρου επενδυτικού κεφαλαίου συσταθέντος υπό μορφή προσωπικής εταιρίας που προβαίνει σε δημόσια προσφορά, πληροφοριών σχετικά με το σύνολο των εταίρων που κατέχουν έμμεσες συμμετοχές στο επενδυτικό κεφάλαιο, μέσω εταιριών διαχείρισης κεφαλαίων, ανεξαρτήτως του ποσοστού συμμετοχής τους σε αυτό, προκειμένου να έλθει σε επαφή ή να διαπραγματευθεί μαζί τους την εξαγορά των εταιρικών μεριδίων τους, ή ακόμη να συντονιστεί με αυτούς με σκοπό τη διαμόρφωση κοινής βούλησης στο πλαίσιο των αποφάσεων του συνόλου των εταίρων, δεν μπορεί να θεωρηθεί απαραίτητη, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, για την εκτέλεση της σύμβασης δυνάμει της οποίας οι εν λόγω εταίροι έχουν αποκτήσει τις οικείες συμμετοχές, παρά μόνον υπό την προϋπόθεση ότι η επεξεργασία είναι αντικειμενικώς αναγκαία για την επίτευξη σκοπού άρρηκτα συνδεδεμένου με τη συμβατική παροχή που προορίζεται για τους ίδιους αυτούς εταίρους, έτσι ώστε το κύριο αντικείμενο της σύμβασης να μην μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την εν λόγω επεξεργασία. Τούτο δεν ισχύει στην περίπτωση που η σύμβαση αυτή αποκλείει ρητώς την κοινοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε άλλους κατόχους συμμετοχών.
2) Το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 2016/679
έχει την έννοια ότι:
μια τέτοια επεξεργασία μπορεί να θεωρηθεί απαραίτητη για τους σκοπούς των έννομων συμφερόντων που επιδιώκει τρίτος, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, μόνον υπό την προϋπόθεση ότι η επεξεργασία είναι απολύτως αναγκαία για την επίτευξη του εν λόγω εννόμου συμφέροντος και ότι, λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των κρίσιμων περιστάσεων, τα συμφέροντα ή οι θεμελιώδεις ελευθερίες και δικαιώματα των εταίρων δεν υπερισχύουν του εννόμου αυτού συμφέροντος.
3) Το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 2016/679
έχει την έννοια ότι:
η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δικαιολογείται, βάσει της διάταξης αυτής, εφόσον είναι απαραίτητη για τη συμμόρφωση με έννομη υποχρέωση του υπευθύνου επεξεργασίας δυνάμει του δικαίου του οικείου κράτους μέλους, όπως έχει διευκρινιστεί από τη νομολογία του εν λόγω κράτους μέλους, υπό την προϋπόθεση ότι η νομολογία αυτή είναι διατυπωμένη με σαφήνεια και ακρίβεια, η εφαρμογή της είναι προβλέψιμη για τα οικεία πρόσωπα, ανταποκρίνεται σε σκοπό δημοσίου συμφέροντος και είναι ανάλογη προς τον σκοπό αυτό.