Από την έντυπη έκδοση

Της Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected]

Τρία καυτά ζητήματα φαίνεται να έχουν να αντιμετωπίσουν οι τράπεζες σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση των προϋπολογισμών τους, ζητήματα τα οποία ανακύπτουν από την τρέχουσα συγκυρία και δυσκολεύουν τις περαιτέρω κινήσεις τους. 

Το μεγαλύτερο θέμα που αντιμετωπίζουν στην παρούσα φάση τα πιστωτικά ιδρύματα είναι η ασάφεια των δεδομένων, ασάφεια που καταγράφεται σε ολόκληρο το τραπεζικό φάσμα της γηραιάς ηπείρου. 

Διαμορφώνοντας τους προϋπολογισμούς τους οι τράπεζες συγχρόνως μεταβάλλουν και τα business plans που ο SSM ζήτησε να αποστείλουν έως το τέλος του Οκτωβρίου.

Επιτόκια

– Πρώτη μέριμνα αποτελούν τα επιτόκια. Σε ό,τι αφορά το βασικό επιτόκιο αναχρηματοδότησης (main refinancing rate), αυτό έχει βρεθεί στο 1,25% και η προοπτική είναι να καταλήξει στις αρχές του 2023 στο 2,5%, αλλάζοντας πλήρως τα δεδομένα για τα πιστωτικά ιδρύματα Ευρώπης και Ελλάδας.

Τα επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα πρέπει να αυξηθούν πολύ περισσότερο για να τεθεί υπό έλεγχο ο πληθωρισμός, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Bundesbank, Joachim Nagel.
«Είμαστε ακόμη πολύ μακριά από τα επιτόκια που είναι σε επίπεδο κατάλληλο δεδομένης της τρέχουσας κατάστασης του πληθωρισμού», δήλωσε πρόσφατα ο ισχυρός άντρας της χώρας, που επηρεάζει περισσότερο από όλους τις αποφάσεις της ΕΚΤ.
Και ασφαλώς η αύξηση αυτή γεννάει έσοδα, όμως πολύ σύντομα θα δημιουργήσει και σημαντικά κόστη, παρατηρούν τραπεζικοί παράγοντες. Το κυριότερο από τα κόστη αυτά είναι τα επικείμενα νέα NPEs, που μπορεί στην παρούσα φάση να μην είναι ορατά, οι πάντες ωστόσο τα αναμένουν. Για κάθε 100 ευρώ νέα NPEs η πρόβλεψη που θα πρέπει να δημιουργηθεί στους ισολογισμούς των τραπεζών είναι 40 ευρώ, που σημαίνει πως για 1 δισ. ευρώ νέα NPEs οι προβλέψεις κάθε τράπεζας θα είναι της τάξης των 400 εκατ. ευρώ.

Μιλώντας για επιμέρους προβλήματα σε ό,τι αφορά τα επιτόκια οι τράπεζες επισημαίνουν τη σωτήρια συγκυρία να έχουν δανειοδοτήσει λόγω της παλιάς κρίσης ισχυρούς οικονομικά πελάτες, ενώ δεν φοβούνται τα ρυθμισμένα δάνεια, που είναι περίπου τα μισά από τα κόκκινα που διαθέτουν στο χαρτοφυλάκιό τους, επομένως δεν μιλάμε για κάποιο ποσό που θα δημιουργήσει κραδασμούς στους σχεδιασμούς τους.
Μείωση κόστους

– Δεύτερη μέριμνα είναι ότι οι τράπεζες θα πρέπει να συνεχίσουν να μειώνουν τα κόστη λειτουργίας τους. Αυτό ωστόσο το εγχείρημα αποκτά σημαντικές πρακτικές δυσκολίες.

Οι τράπεζες βρίσκονται πια σε ανάπτυξη και εφαρμόζουν επιχειρησιακά σχέδια, ο προϋπολογισμός των οποίων είναι ενισχυμένος. Χρειάζονται τον κόσμο τους, αλλά και το ευμετάβλητο περιβάλλον πολύ δύσκολα θα αφήσει αρκετά από τα στελέχη των τραπεζών να επιλέξουν εθελούσιες εξόδους.

Πιστωτική επέκταση

Τρίτη μέριμνα για τις τράπεζες αποτελεί το εάν η δανειακή επέκταση που παραμένει μέχρι στιγμής εξαιρετικά ισχυρή, θα συνεχιστεί ή πρέπει να φρε νάρει ή θα φρενάρει τελικώς από επιλογή των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Αυτή τη στιγμή οι τράπεζες έχουν διαμορφώσει συνθήκες ισχυρής πιστωτικής επέκτασης με νέα δάνεια ύψους 2 δισ. ευρώ εκάστη. Το ζήτημα που τίθεται είναι αν αυτοί οι ρυθμοί που έχουν διασφαλίσει και κερδοφορία στα πιστωτικά ιδρύματα θα συνεχιστούν ή θα υπάρχει ανακοπή με αλλαγές στα χρηματοοικονομικά δεδομένα των πιστωτικών ιδρυμάτων. Οι τρεις παραπάνω μεταβλητές, αναλόγως με τη διαχείριση και τις εκτιμήσεις των τραπεζών, θα είναι εκείνες που θα διαμορφώσουν τους προϋπολογισμούς τους, τα νέα business plans των τραπεζών και τις κεφαλαιακές τους μέριμνες.

Πηγή