ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 20ής Ιουνίου 2024

«Προδικαστική παραπομπή – Προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων – Οργάνωση του χρόνου εργασίας – Οδηγία 2003/88/ΕΚ – Άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ – Υποχρέωση ιατρικής εξέτασης προς αξιολόγηση της υγείας των εργαζομένων τη νύχτα – Παράβαση της υποχρέωσης αυτής από τον εργοδότη – Δικαίωμα αποζημίωσης – Απαίτηση απόδειξης της ύπαρξης συγκεκριμένης ζημίας»

Στην υπόθεση C‑367/23,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Cour de cassation (Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο, Γαλλία) με απόφαση της 7ης Ιουνίου 2023, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 9 Ιουνίου 2023, στο πλαίσιο της δίκης

ΕΑ

κατά

Artemis security SAS,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους A. Prechal (εισηγήτρια), πρόεδρο τμήματος, F. Biltgen, N. Wahl, J. Passer και M. L. Arastey Sahún, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: T. Ćapeta

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

– ο EA, εκπροσωπούμενος από τους L. Boré και G. Mégret, avocats,

– η Artemis security SAS, εκπροσωπούμενη από τον J.-J. Gatineau, avocat,

– η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους M. de Lisi, B. Fodda και M. Raux,

– η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από την F. Severi, avvocato dello Stato,

– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις F. Clotuche-Duvieusart και D. Recchia,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση

1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας (ΕΕ 2003, L 299, σ. 9).

2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του EA και της Artemis security SAS (στο εξής: Artemis), με αντικείμενο αγωγή αποζημίωσης την οποία άσκησε ο EA, ισχυριζόμενος ότι η Artemis παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχουν οι εργοδότες όσον αφορά την αξιολόγηση της υγείας των εργαζομένων τη νύχτα.

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

3 Οι αιτιολογικές σκέψεις 5 και 7 έως 10 της οδηγίας 2003/88 έχουν ως εξής:

«(5) Όλοι οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουν επαρκείς περιόδους ανάπαυσης. […] Οι εργαζόμενοι στην Κοινότητα πρέπει να διαθέτουν ορισμένες ελάχιστες περιόδους ανάπαυσης, ημερησίας, εβδομαδιαίας και ετήσιας καθώς και κατάλληλα διαλείμματα εργασίας. Επίσης, θα πρέπει να προβλέπεται σχετικά και μια μέγιστη κατ’ εβδομάδα διάρκεια εργασίας.

[…]

(7) Από σχετικές μελέτες έχει αποδειχθεί ότι ο ανθρώπινος οργανισμός είναι πιο ευαίσθητος κατά τη διάρκεια της νύχτας στις περιβαλλοντικές οχλήσεις και σε ορισμένες επαχθείς μορφές οργάνωσης της εργασίας, καθώς και ότι μακριές περίοδοι νυκτερινής εργασίας είναι επιζήμιες για την υγεία των εργαζομένων και μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλειά τους στην εργασία.

(8) Θα πρέπει να περιορίζεται η διάρκεια της νυκτερινής και της υπερωριακής εργασίας και να προβλέπεται ότι, όταν ο εργοδότης χρησιμοποιεί τακτικά εργαζομένους τη νύχτα, ενημερώνει σχετικά τις αρμόδιες αρχές, εφόσον του το ζητήσουν.

(9) Είναι σημαντικό οι εργαζόμενοι τη νύχτα να δικαιούνται δωρεάν ιατρική εξέταση πριν αναλάβουν νυκτερινή εργασία και κατά τακτά χρονικά διαστήματα στη συνέχεια και, σε περίπτωση που έχουν προβλήματα υγείας, να μετατίθενται, στο μέτρο του δυνατού, σε κατάλληλη θέση ημερήσιας εργασίας.

(10) Η κατάσταση των εργαζόμενων τη νύχτα και των εργαζόμενων σε βάρδιες απαιτεί προσαρμογή του επιπέδου προστασίας, όσον αφορά την ασφάλεια και την υγεία, στη φύση της εργασίας τους, καθώς και την αποτελεσματική οργάνωση και λειτουργία των υπηρεσιών και των μέσων προστασίας και πρόληψης.»

4 Το άρθρο 6 της οδηγίας αυτής φέρει τον τίτλο «Μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας» και ορίζει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε, σε συνάρτηση με τις επιταγές προστασίας της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων:

[…]

β) ο χρόνος εργασίας να μην υπερβαίνει, ανά επταήμερο, τις 48 ώρες, κατά μέσο όρο, συμπεριλαμβανομένων των υπερωριών.»

5 Το άρθρο 8 της εν λόγω οδηγίας τιτλοφορείται «Διάρκεια της νυκτερινής εργασίας» και έχει ως εξής:

«Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε:

α) ο κανονικός χρόνος νυκτερινής εργασίας να μην υπερβαίνει, κατά μέσον όρο, τις οκτώ ώρες ανά εικοσιτετράωρο·

β) οι εργαζόμενοι τη νύχτα η εργασία των οποίων ενέχει ιδιαίτερους κινδύνους ή σημαντική σωματική ή πνευματική ένταση να μην εργάζονται περισσότερο από οκτώ ώρες κατά τη διάρκεια εικοσιτετράωρης περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούν νυκτερινή εργασία.

Για τους σκοπούς του στοιχείου β), η εργασία που ενέχει ιδιαίτερους κινδύνους ή σημαντική σωματική ή πνευματική ένταση ορίζεται από τις εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές ή από συλλογικές συμβάσεις ή από συμφωνίες μεταξύ κοινωνικών εταίρων, λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεων και των κινδύνων που συνδέονται με τη νυκτερινή εργασία.»

6 Το άρθρο 9 της ίδιας οδηγίας επιγράφεται «Ιατρική εξέταση και μετάθεση των εργαζομένων τη νύχτα σε θέση ημερήσιας εργασίας» και προβλέπει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε:

α) οι εργαζόμενοι τη νύχτα να δικαιούνται δωρεάν ιατρική εξέταση, πριν από την ανάληψη της εργασίας αυτής και, κατά τακτά χρονικά διαστήματα, στη συνέχεια·

β) οι εργαζόμενοι τη νύχτα που υποφέρουν από προβλήματα υγείας που αποδεδειγμένως οφείλονται στη νυχτερινή εργασία, να μετατίθενται, όποτε είναι δυνατόν, σε θέση ημερήσιας εργασίας για την οποία είναι κατάλληλοι.»

Το γαλλικό δίκαιο

7 Το άρθρο L. 3122-11 του code du travail (γαλλικού εργατικού κώδικα, στο εξής: εργατικός κώδικας) ορίζει τα εξής:

«Κάθε εργαζόμενος τη νύχτα έχει δικαίωμα σε τακτική ατομική παρακολούθηση της κατάστασης της υγείας του υπό τους όρους του άρθρου L. 4624-1.»

8 Το άρθρο L. 4624-1 του εργατικού κώδικα προβλέπει τα εξής:

«Στο πλαίσιο της επίβλεψης της κατάστασης της υγείας των εργαζομένων […], η ατομική παρακολούθηση της κατάστασης της υγείας κάθε εργαζομένου γίνεται από τον ιατρό εργασίας και, υπό την εποπτεία του τελευταίου, από τον συνεργαζόμενο ιατρό […], τον εκπαιδευόμενο ιατρό και τον νοσηλευτή.

[…]

Κάθε εργαζόμενος τη νύχτα έχει δικαίωμα σε τακτική ατομική παρακολούθηση της κατάστασης της υγείας του. Η συχνότητα της παρακολούθησης καθορίζεται από τον ιατρό εργασίας σε συνάρτηση με τις ιδιαιτερότητες της θέσης εργασίας και με τα χαρακτηριστικά του εργαζομένου, βάσει λεπτομερών κανόνων που τίθενται με διάταγμα το οποίο εκδίδεται κατόπιν γνωμοδότησης του Conseil d’État [Συμβουλίου της Επικρατείας].»

9 Το άρθρο R. 3122-11 του εργατικού κώδικα ορίζει τα εξής:

«Η κατάσταση της υγείας των εργαζομένων τη νύχτα παρακολουθείται κυρίως για να μπορεί ο ιατρός εργασίας να αξιολογήσει τις ενδεχόμενες συνέπειες τις οποίες έχει η νυκτερινή εργασία για την υγεία και την ασφάλειά τους, μεταξύ άλλων λόγω της μεταβολής των βιολογικών τους ρυθμών, και να προλάβει τυχόν επιπτώσεις στην κοινωνική τους ζωή.»

10 Κατά το άρθρο L. 4624-11 του εργατικού κώδικα:

«Ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα σε ατομική ενημερωτική και προληπτική επίσκεψη. Σκοπός της είναι ειδικότερα:

1° να τεθούν στον μισθωτό ερωτήσεις σχετικές με την κατάσταση της υγείας του·

2° να λάβει πληροφορίες όσον αφορά τυχόν κινδύνους στους οποίους μπορεί να εκτίθεται λόγω της θέσης εργασίας του·

3° να ευαισθητοποιηθεί σε σχέση με τα μέσα πρόληψης που πρέπει να ληφθούν·

4° να διαπιστωθεί αν η κατάσταση της υγείας του ή οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται καθιστούν αναγκαία την παρέμβαση του ιατρού εργασίας·

5° να ενημερωθεί αναφορικά με τον τρόπο παρακολούθησης της κατάστασης της υγείας του από την υπηρεσία και με τη δυνατότητά του να ζητήσει, ανά πάσα στιγμή, να εξεταστεί από τον ιατρό εργασίας.»

11 Το άρθρο L. 4624-18 του εργατικού κώδικα έχει ως εξής:

«Κάθε εργαζόμενος τη νύχτα […] έχει δικαίωμα να πραγματοποιήσει ενημερωτική και προληπτική επίσκεψη σε επαγγελματία του τομέα της υγείας κατά την έννοια του πρώτου εδαφίου του άρθρου L. 4624-1, προτού αναλάβει νυκτερινή εργασία.»

12 Το άρθρο R. 3124-15 του εργατικού κώδικα προβλέπει τα εξής:

«Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων που διέπουν τη νυκτερινή εργασία και περιέχονται στα άρθρα L. 3122-1 έως L. 3122-24 […] καθώς και στα διατάγματα τα οποία εκδίδονται προς εφαρμογή τους, επιβάλλεται το πρόστιμο που προβλέπεται για τις παραβάσεις της πέμπτης κατηγορίας, τόσες φορές όσοι είναι και οι εργαζόμενοι οι οποίοι εμπλέκονται στην παράβαση.

Η υποτροπή τιμωρείται σύμφωνα με τα άρθρα 132-11 και 132-15 του ποινικού κώδικα.»

13 Το άρθρο R. 4745-3 του εργατικού κώδικα ορίζει τα εξής:

«Η παράβαση των διατάξεων που διέπουν τη δραστηριότητα του ιατρού εργασίας και περιέχονται στο άρθρο L. 4624-1 καθώς και στα διατάγματα τα οποία εκδίδονται προς εφαρμογή τους, τιμωρείται με το πρόστιμο που προβλέπεται για τις παραβάσεις της πέμπτης κατηγορίας.»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

14 Την 1η Απριλίου 2017 ο EA προσελήφθη από την Artemis ως υπάλληλος της υπηρεσίας πυρασφάλειας και παροχής πρώτων βοηθειών.

15 Με δικόγραφο της 25ης Απριλίου 2019, o EA άσκησε αγωγή ενώπιον του conseil de prud’hommes de Compiègne (δικαστηρίου εργατικών διαφορών Compiègne, Γαλλία) ζητώντας τη δικαστική λύση της σύμβασης εργασίας του και την καταβολή αποζημίωσης από την Artemis. Προς στήριξη των αιτημάτων του, ο EA επικαλέστηκε, αφενός, το ότι η σύμβαση εργασίας του τροποποιήθηκε μονομερώς από την Artemis λόγω της μετακίνησής του από θέση ημερήσιας σε θέση νυκτερινής εργασίας και, αφετέρου, το ότι δεν του παρασχέθηκε η ενισχυμένη ιατρική παρακολούθηση που απαιτείται σε περίπτωση νυκτερινής εργασίας.

16 Την 1η Ιουλίου 2019 ο ΕΑ απολύθηκε.

17 Με απόφαση της 4ης Δεκεμβρίου 2019, το conseil de prud’hommes de Compiène (δικαστήριο εργατικών διαφορών Compiègne) απέρριψε ειδικότερα το αποζημιωτικό αίτημα του EA. Το cour d’appel d’Amiens (εφετείο Amiens, Γαλλία), ενώπιον του οποίου ασκήθηκε έφεση κατά της αποφάσεως αυτής, επικύρωσε, με απόφαση της 2ας Σεπτεμβρίου 2021, την πρωτόδικη απόφαση επί του συγκεκριμένου σημείου του διατακτικού της, με το σκεπτικό ότι ο EA δεν είχε αποδείξει το υποστατό και το περιεχόμενο της ζημίας την οποία ισχυριζόταν ότι υπέστη λόγω της έλλειψης της ενισχυμένης ιατρικής παρακολούθησης που απαιτείται σε περίπτωση νυκτερινής εργασίας.

18 Προς στήριξη της αναιρέσεως που άσκησε κατά της εφετειακής αποφάσεως ενώπιον του Cour de cassation (Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, Γαλλία), ο EA υποστηρίζει ότι η διαπίστωση και μόνον της μη τήρησης των προστατευτικών διατάξεων όσον αφορά την ενισχυμένη ιατρική παρακολούθηση σε περίπτωση νυκτερινής εργασίας αρκεί για να θεμελιωθεί αξίωση αποζημίωσης του ενδιαφερόμενου εργαζομένου, καθώς και ότι, απορρίπτοντας το αποζημιωτικό του αίτημα, το cour d’appel d’Amiens (εφετείο Amiens) παρέβη, μεταξύ άλλων, το άρθρο L. 3122-11 του εργατικού κώδικα, σε συνδυασμό με το άρθρο 9 της οδηγίας 2003/88.

19 Το Cour de cassation (Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο), το οποίο είναι το αιτούν δικαστήριο, επισημαίνει ότι, κατά πάγια νομολογία, η ύπαρξη ζημίας και η αποτίμησή της εμπίπτουν, κατ’ αρχήν, στην κυριαρχική εξουσία εκτιμήσεως των δικαστηρίων της ουσίας. Εντούτοις, αποφάνθηκε προσφάτως, λαμβάνοντας υπόψη τα νομολογιακά συμπεράσματα που απορρέουν, κατά την κρίση του, από την απόφαση του Δικαστηρίου της 14ης Οκτωβρίου 2010, Fuß (C‑243/09, EU:C:2010:609), ότι η διαπίστωση και μόνον της υπέρβασης της μέγιστης μέσης εβδομαδιαίας διάρκειας εργασίας που προβλέπεται στο άρθρο 6, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2003/88 θεμελιώνει αξίωση αποζημίωσης του εργαζομένου λόγω, αφενός, του άμεσου αποτελέσματος το οποίο έχει η διάταξη αυτή του δικαίου της Ένωσης και, αφετέρου, του ότι τέτοια υπέρβαση αυτή προσβάλλει ipso facto την υγεία του εργαζομένου.

20 Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, εν προκειμένω, αν παρόμοια προσέγγιση πρέπει να ακολουθηθεί και σε περίπτωση παράβασης του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88. Επισημαίνει δε, μεταξύ άλλων, επ’ αυτού ότι το γράμμα της προαναφερθείσας διατάξεως, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα των αιτιολογικών σκέψεων 9 και 10 της οδηγίας αυτής, φαίνεται λιγότερο ακριβές σε σχέση με τη διατύπωση του άρθρου 6, στοιχείο βʹ, της εν λόγω οδηγίας.

21 Υπό τις συνθήκες αυτές, το Cour de cassation (Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο) εκτιμά, κατά πρώτον, ότι είναι αναγκαίο να υποβάλει στο Δικαστήριο προδικαστικό ερώτημα επί του ζητήματος αν πρέπει να αναγνωριστεί άμεσο αποτέλεσμα στο άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88. Πράγματι, κατά το αιτούν δικαστήριο, σε περίπτωση καταφατικής απάντησης του Δικαστηρίου, θα μπορούσε, λαμβανομένου υπόψη του ότι οι οδηγίες δεν έχουν οριζόντιο άμεσο αποτέλεσμα, να βρεθεί σε αδυναμία να ερμηνεύσει τα άρθρα L. 3122-11, L. 4624-1 και R 4624-18 του εργατικού κώδικα κατά τρόπο σύμφωνο με την οδηγία 2003/88, λόγω του ενδεχομένως contra legem χαρακτήρα μιας τέτοιας ερμηνείας.

22 Κατά δεύτερον, το αιτούν δικαστήριο κρίνει ότι είναι απαραίτητο να λάβει από το Δικαστήριο διευκρινίσεις ως προς το αν απλώς και μόνον η μη τήρηση, από τον εργοδότη, των εθνικών μέτρων που αποσκοπούν στη διασφάλιση της ιατρικής αξιολόγησης των εργαζομένων τη νύχτα, την οποία προβλέπει το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88, θεμελιώνει, αυτή καθεαυτήν, αξίωση αποζημίωσης χωρίς να απαιτείται να αποδειχθεί η ύπαρξη συγκεκριμένης ζημίας οφειλόμενης στη μη τήρηση των οικείων διατάξεων στην περίπτωση του ενδιαφερόμενου εργαζομένου.

23 Υπό τις συνθήκες αυτές, το Cour de cassation (Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1) Πληροί το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας [2003/88] τις προϋποθέσεις για να παράγει άμεσο αποτέλεσμα και να μπορεί να τύχει επίκλησης από εργαζόμενο σε διαφορά που τον αφορά;

2) Έχει το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας [2003/88] την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνικές νομοθεσίες ή πρακτικές δυνάμει των οποίων, σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων που θεσπίζονται για την εφαρμογή των μέτρων που είναι αναγκαία για τη δωρεάν ιατρική εξέταση του εργαζομένου, το δικαίωμα αποζημίωσής του εξαρτάται από την απόδειξη της ζημίας που προέκυψε από την παράβαση αυτή;»

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

Επί του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος

24 Με το δεύτερο ερώτημά του, το οποίο πρέπει να εξεταστεί πρώτο, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88 έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας, σε περίπτωση παράβασης, από τον εργοδότη, των εθνικών διατάξεων που θέτουν σε εφαρμογή τη συγκεκριμένη διάταξη του ενωσιακού δικαίου και προβλέπουν ότι οι εργαζόμενοι τη νύχτα δικαιούνται δωρεάν ιατρική εξέταση στην οποία υποβάλλονται προτού αναλάβουν νυκτερινή εργασία και, εν συνεχεία, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, ο ενδιαφερόμενος εργαζόμενος τη νύχτα μπορεί να αξιώσει αποζημίωση λόγω της ως άνω παράβασης μόνον εφόσον αποδείξει τη ζημία που υπέστη εξ αυτού του λόγου.

25 Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, κατά πάγια νομολογία, ελλείψει σχετικών ενωσιακών κανόνων, εναπόκειται στην εσωτερική έννομη τάξη κάθε κράτους μέλους να ρυθμίσει, δυνάμει της αρχής της δικονομικής αυτονομίας, τους δικονομικούς κανόνες για τα μέσα ένδικης προστασίας τα οποία αποσκοπούν στην προάσπιση των δικαιωμάτων των πολιτών, υπό τον όρο πάντως ότι οι κανόνες αυτοί δεν είναι λιγότερο ευνοϊκοί από εκείνους που διέπουν παρόμοιες καταστάσεις υποκείμενες στο εσωτερικό δίκαιο (αρχή της ισοδυναμίας) και ότι δεν καθιστούν πρακτικώς αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων που παρέχει το δίκαιο της Ένωσης (αρχή της αποτελεσματικότητας) [πρβλ. απόφαση της 4ης Μαΐου 2023, Österreichische Post (Ηθική βλάβη συνδεόμενη με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων), C‑300/21, EU:C:2023:370, σκέψη 53 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

26 Όπως έχει διαπιστώσει δε το Δικαστήριο, η οδηγία 2003/88 δεν περιέχει καμία διάταξη όσον αφορά τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των ελάχιστων προδιαγραφών τις οποίες θεσπίζει, ούτε κανέναν ειδικό κανόνα όσον αφορά την αποκατάσταση της ζημίας που ενδεχομένως υπέστησαν οι εργαζόμενοι λόγω τέτοιας παράβασης (απόφαση της 25ης Νοεμβρίου 2010, Fuß, C‑429/09, EU:C:2010:717, σκέψη 44).

27 Ως εκ τούτου, ελλείψει ενωσιακών διατάξεων με αντικείμενο τον καθορισμό των κανόνων που διέπουν τυχόν αποζημίωση την οποία μπορεί να αξιώσει εργαζόμενος τη νύχτα, αν ο εργοδότης του παραβεί τους εθνικούς κανόνες περί της ιατρικής εξέτασης που απαιτείται σε περίπτωση νυκτερινής εργασίας, μέσω των οποίων τίθεται σε εφαρμογή το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88, εναπόκειται στην έννομη τάξη κάθε κράτους μέλους να καθορίσει τις λεπτομέρειες άσκησης των ενδίκων βοηθημάτων που αποσκοπούν στη διασφάλιση της προστασίας των δικαιωμάτων που αντλούν οι πολίτες από τη διάταξη αυτήν και, ειδικότερα, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ο ενδιαφερόμενος εργαζόμενος μπορεί να λάβει από τον εργοδότη του αποζημίωση λόγω της προαναφερθείσας παράβασης, υπό την επιφύλαξη της τήρησης των αρχών της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας [πρβλ. απόφαση της 4ης Μαΐου 2023, Österreichische Post (Ηθική βλάβη συνδεόμενη με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων), C‑300/21, EU:C:2023:370, σκέψη 54 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

28 Όσον αφορά την αρχή της ισοδυναμίας, το Δικαστήριο δεν διαθέτει, στην παρούσα διαδικασία, κανένα στοιχείο ικανό να εγείρει αμφιβολίες ως προς το αν η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης ρύθμιση συμβιβάζεται με την αρχή αυτή στον βαθμό που εξαρτά τυχόν αξίωση αποζημίωσης του εργαζομένου τη νύχτα από την υποχρέωσή του να αποδείξει το υποστατό της ζημίας την οποία υπέστη λόγω παράβασης των εθνικών διατάξεων που θέτουν σε εφαρμογή το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88.

29 Όσον αφορά την αρχή της αποτελεσματικότητας, εναπόκειται, σε τελική ανάλυση, στο αιτούν δικαστήριο, το οποίο είναι το μόνο αρμόδιο για την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως, να κρίνει αν οι προβλεπόμενες στο εσωτερικό δίκαιο προϋποθέσεις ενδεχόμενης αναγνώρισης μιας τέτοιας αξίωσης αποζημίωσης, και ειδικότερα ο προαναφερθείς στην αμέσως προηγούμενη σκέψη εθνικός κανόνας περί απόδειξης της προκληθείσας ζημίας, δεν καθιστούν πρακτικώς αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων που παρέχει το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88 [πρβλ. απόφαση της 4ης Μαΐου 2023, Österreichische Post (Ηθική βλάβη συνδεόμενη με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων), C‑300/21, EU:C:2023:370, σκέψη 56].

30 Πράγματι, υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 267 ΣΛΕΕ δεν απονέμει στο Δικαστήριο την εξουσία να εφαρμόζει τους κανόνες του δικαίου της Ένωσης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, αλλά απλώς και μόνο να αποφαίνεται επί της ερμηνείας των Συνθηκών και των πράξεων των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πάντως, κατά πάγια νομολογία, το Δικαστήριο δύναται, στο πλαίσιο της δικαστικής συνεργασίας την οποία καθιερώνει το άρθρο 267 ΣΛΕΕ και βάσει του υλικού της δικογραφίας, να παράσχει στο εθνικό δικαστήριο τα στοιχεία ερμηνείας του ενωσιακού δικαίου που θα του ήταν χρήσιμα κατά την εκτίμηση των αποτελεσμάτων των διαφόρων διατάξεων του ενωσιακού δικαίου (πρβλ. απόφαση της 11ης Μαΐου 2023, Inspecţia Judiciară, C‑817/21, EU:C:2023:391, σκέψη 58 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

31 Εν προκειμένω, πρέπει, καταρχάς, να επισημανθεί ότι, σε περίπτωση παράβασης, από τον εργοδότη, των προβλεπόμενων από το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88 υποχρεώσεων αξιολόγησης της υγείας των εργαζομένων τη νύχτα, οι οποίες, όπως προκύπτει από τις διατάξεις του εργατικού κώδικα που παρατέθηκαν στις σκέψεις 7 έως 10 της παρούσας αποφάσεως, έχουν μεταφερθεί στο εσωτερικό δίκαιο, ο ενδιαφερόμενος εργαζόμενος πρέπει να έχει τη δυνατότητα να απαιτήσει από τον εργοδότη να εκπληρώσει τις προαναφερθείσες υποχρεώσεις, απευθυνόμενος ενδεχομένως στην εθνική αρχή η οποία είναι αρμόδια για τον έλεγχο της τήρησής τους ή, εν ανάγκη, αξιώνοντας την ορθή εκτέλεσή τους ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων σύμφωνα με τις απαιτήσεις που απορρέουν από το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνεπώς, η άσκηση του δικαιώματος αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, το οποίο η τελευταία διάταξη εγγυάται σε κάθε πρόσωπο του οποίου έχουν προσβληθεί τα κατοχυρωμένα από το ενωσιακό δίκαιο δικαιώματα, μπορεί να συμβάλει στη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος σε ιατρική εξέταση, του οποίου απολαύει, δυνάμει του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88, ο εργαζόμενος τη νύχτα.

32 Εξάλλου, συμβάλλει επίσης στη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του ίδιου δικαιώματος η δυνατότητα του εργαζομένου τη νύχτα να λάβει, σε περίπτωση παράβασης, από τον εργοδότη, των υποχρεώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88, κατάλληλη αποζημίωση, υπό την έννοια ότι πρέπει να καθιστά δυνατή την πλήρη αποκατάσταση της ζημίας που πράγματι προξενήθηκε λόγω των παραβάσεων αυτών [πρβλ. αποφάσεις της 13ης Ιουλίου 2006, Manfredi κ.λπ., C‑295/04 έως C‑298/04, EU:C:2006:461, σκέψη 95, και της 14ης Σεπτεμβρίου 2023, TGSS (Άρνηση χορήγησης του επιδόματος μητρότητας), C‑113/22, EU:C:2023:665, σκέψη 50 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

33 Και τούτο διότι το δικαίωμα του εργαζομένου να ζητήσει αποκατάσταση ζημίας ενισχύει, μεταξύ άλλων, την αποτελεσματικότητα των κανόνων προστασίας που προβλέπονται από το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και μπορεί να αποθαρρύνει την επανάληψη παράνομων συμπεριφορών [βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 4ης Μαΐου 2023, Österreichische Post (Ηθική βλάβη συνδεόμενη με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων), C‑300/21, EU:C:2023:370, σκέψη 40]. Η καταβολή στον ζημιωθέντα αποζημίωσης που καλύπτει πλήρως την προκληθείσα ζημία, σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζουν συναφώς τα κράτη μέλη, είναι ικανή να διασφαλίσει την πραγματική ανόρθωση της ζημίας ή την αποκατάστασή της κατά τρόπο αποτρεπτικό και αναλογικό [πρβλ. απόφαση της 14ης Σεπτεμβρίου 2023, TGSS (Άρνηση χορήγησης του επιδόματος μητρότητας), C‑113/22, EU:C:2023:665, σκέψη 51 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

34 Αντιθέτως, υπενθυμίζεται ότι το δίκαιο της Ένωσης δεν απαγορεύει στα εθνικά δικαστήρια να μεριμνούν ώστε η προστασία των δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται από την ενωσιακή έννομη τάξη να μη συνεπάγεται αδικαιολόγητο πλουτισμό των δικαιούχων (πρβλ. απόφαση της 13ης Ιουλίου 2006, Manfredi κ.λπ., C‑295/04 έως C‑298/04, EU:C:2006:461, σκέψη 94 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

35 Επομένως, λαμβανομένης υπόψη της αντισταθμιστικής λειτουργίας του δικαιώματος αποζημίωσης που προβλέπεται εν προκειμένω από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η πλήρης αποκατάσταση της ζημίας την οποία πράγματι υπέστη ο ενδιαφερόμενος αρκεί για τους σκοπούς που περιγράφονται στη σκέψη 33 της παρούσας αποφάσεως, χωρίς να είναι αναγκαίο να υποχρεωθεί ο εργοδότης να καταβάλει τιμωρητική αποζημίωση [πρβλ. αποφάσεις της 17ης Δεκεμβρίου 2015, Arjona Camacho, C‑407/14, EU:C:2015:831, σκέψη 37, και της 4ης Μαΐου 2023, Österreichische Post (Ηθική βλάβη συνδεόμενη με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων), C‑300/21, EU:C:2023:370, σκέψη 58].

36 Επί του σημείου αυτού, πρέπει, τέλος, να επισημανθεί ότι, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 12 και 13 της παρούσας αποφάσεως και όπως υπογράμμισαν η Γαλλική και η Ιταλική Κυβέρνηση καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο περιλαμβάνει ειδικούς κανόνες για την επιβολή προστίμων σε περίπτωση παράβασης, από τον εργοδότη, των εθνικών διατάξεων με τις οποίες μεταφέρθηκε στην εσωτερική έννομη τάξη το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88. Οι ειδικοί αυτοί κανόνες συμβάλλουν, με τη σειρά τους, στην κατοχύρωση της αποτελεσματικότητας του παρεχόμενου από την ως άνω διάταξη δικαιώματος του εργαζομένου σε ιατρική εξέταση προς αξιολόγηση της κατάστασης της υγείας του. Από την άλλη πλευρά, τέτοιοι κανόνες, που έχουν κατά βάση τιμωρητικό χαρακτήρα, δεν εξαρτώνται από την ύπαρξη ζημίας. Συνεπώς, μολονότι οι τιμωρητικοί κανόνες και οι κανόνες που διέπουν τη συμβατική ή οιονεί αδικοπρακτική ευθύνη, όπως οι επίμαχοι στην υπόθεση της κύριας δίκης, είναι συμπληρωματικοί, υπό την έννοια ότι αμφότεροι συνηγορούν υπέρ της τήρησης της εν λόγω διάταξης του δικαίου της Ένωσης, εντούτοις επιτελούν σαφώς διακριτές λειτουργίες [πρβλ. απόφαση της 4ης Μαΐου 2023, Österreichische Post (Ηθική βλάβη συνδεόμενη με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων), C‑300/21, EU:C:2023:370, σκέψη 40].

37 Κατόπιν όλων των ανωτέρω και υπό την επιφύλαξη του ελέγχου του ζητήματος από το αιτούν δικαστήριο, δεν προκύπτει ότι εθνική ρύθμιση όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης είναι ικανή να πλήξει την αποτελεσματικότητα των δικαιωμάτων που απορρέουν από το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88.

38 Αληθεύει βεβαίως ότι, όπως υπενθυμίζει το αιτούν δικαστήριο, στη σκέψη 54 της αποφάσεως της 14ης Οκτωβρίου 2010, Fuß (C‑243/09, EU:C:2010:609), το Δικαστήριο έκρινε ότι, λαμβανομένου υπόψη του σκοπού τον οποίο επιδιώκει η οδηγία 2003/88, ήτοι της διαφύλαξης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων μέσω της εξασφάλισης επαρκούς ανάπαυσης, ο νομοθέτης της Ένωσης εκτίμησε ότι η υπέρβαση της μέσης μέγιστης εβδομαδιαίας διάρκειας εργασίας που προβλέπεται στο άρθρο 6, στοιχείο βʹ, της οδηγίας, στον βαθμό που στερεί από τον εργαζόμενο μια τέτοια ανάπαυση, του προκαλεί εξ ορισμού ζημία, εφόσον θίγονται κατ’ αυτόν τον τρόπο η ασφάλεια και η υγεία του. Ομοίως, στη σκέψη 59 της αποφάσεως της 25ης Νοεμβρίου 2010, Fuß (C‑429/09, EU:C:2010:717), το Δικαστήριο αναφέρθηκε συναφώς στη ζημία που υπέστη ο εργαζόμενος λόγω της απώλειας του χρόνου ανάπαυσης τον οποίο θα έπρεπε να έχει στη διάθεσή του, αν είχε τηρηθεί η μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια του χρόνου εργασίας, όπως προβλέπεται στη διάταξη αυτήν.

39 Τα συμπεράσματα αυτά όμως δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι ισχύουν κατ’ αναλογίαν και ως προς τις υποχρεώσεις ιατρικής παρακολούθησης τις οποίες προβλέπει το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88.

40 Και τούτο διότι, ενώ η αιτιολογική σκέψη 5 της οδηγίας 2003/88 αναφέρει ότι όλοι οι εργαζόμενοι «πρέπει να έχουν επαρκείς περιόδους ανάπαυσης» και οι αιτιολογικές σκέψεις 7 και 8 της οδηγίας αυτής τονίζουν, μεταξύ άλλων, ότι «από σχετικές μελέτες έχει αποδειχθεί […] ότι μακριές περίοδοι νυκτερινής εργασίας είναι επιζήμιες για την υγεία των εργαζομένων» και ότι «θα πρέπει να περιορίζεται η διάρκεια της νυκτερινής […] εργασίας», στην αιτιολογική σκέψη 9 της εν λόγω οδηγίας επισημαίνεται, από την άλλη πλευρά, ότι «είναι σημαντικό» οι εργαζόμενοι τη νύχτα να δικαιούνται «δωρεάν ιατρική εξέταση» πριν αναλάβουν νυκτερινή εργασία και ανά τακτά χρονικά διαστήματα στη συνέχεια και, «σε περίπτωση που έχουν προβλήματα υγείας», να μετατίθενται «στο μέτρο του δυνατού» σε κατάλληλη θέση ημερήσιας εργασίας.

41 Όπως ορθώς ισχυρίστηκε η Επιτροπή, o σκοπός των μέτρων αξιολόγησης της υγείας που θεσπίζονται με το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88 συνίσταται, λόγω του πιο απαιτητικού χαρακτήρα της νυκτερινής εργασίας και των ειδικών κινδύνων τους οποίους ενέχει για την υγεία, στο να βεβαιώνεται ιατρικά ότι ο εργαζόμενος είναι και παραμένει ικανός να εκτελέσει τέτοια εργασία, στο να γίνεται έγκαιρη διάγνωση ενδεχόμενης ασθένειας, στο να αντιμετωπίζεται αυτή θεραπευτικά, καθώς και στο να αποτρέπεται η επιδείνωσή της, ιδίως μέσω της διευκόλυνσης της μετακίνησης του εργαζομένου σε θέση ημερήσιας εργασίας.

42 Ως εκ τούτου, εν αντιθέσει προς τις απαιτήσεις που απορρέουν, όσον αφορά τη διάρκεια της εργασίας, από το άρθρο 6, στοιχείο βʹ, και από το άρθρο 8 της οδηγίας 2003/88, των οποίων η παράβαση προξενεί εξ ορισμού ζημία στον ενδιαφερόμενο εργαζόμενο, δεδομένου ότι θίγεται η υγεία του λόγω της στέρησης του χρόνου ανάπαυσης που θα έπρεπε να έχει στη διάθεσή του ή λόγω της επιβολής υπερβολικών ωρών νυκτερινής εργασίας, η μη πραγματοποίηση ιατρικής επίσκεψης προτού αναλάβει νυκτερινή εργασία και η έλλειψη τακτικής ιατρικής παρακολούθησης κατόπιν της ανάληψης των καθηκόντων του, σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται στο άρθρο 9, παράγραφος 1, της προαναφερθείσας οδηγίας, δεν συνεπάγεται αναπόφευκτα ούτε βλάβη για την υγεία του ενδιαφερόμενου εργαζομένου ούτε, επομένως, ζημία του η οποία να μπορεί να αποκατασταθεί. Η ενδεχόμενη επέλευση τέτοιας ζημίας εξαρτάται στην πράξη, μεταξύ άλλων, από την ατομική κατάσταση της υγείας του κάθε εργαζομένου και τη συγκεκριμένη εξέλιξή της. Πρέπει δε να υπενθυμιστεί επίσης ότι, όπως έχει ήδη κρίνει το Δικαστήριο, η παροχή νυκτερινής εργασίας μπορεί να διαφέρει από πλευράς δυσκολίας και άγχους (απόφαση της 24ης Φεβρουαρίου 2022, Glavna direktsia «Pozharna bezopasnost i zashtita na naselenieto», C‑262/20, EU:C:2022:117, σκέψη 52).

43 Κατόπιν όλων των προεκτεθέντων, στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88 έχει την έννοια ότι επιτρέπει εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας, σε περίπτωση παράβασης, από τον εργοδότη, των εθνικών διατάξεων που θέτουν σε εφαρμογή τη συγκεκριμένη διάταξη του ενωσιακού δικαίου και προβλέπουν ότι οι εργαζόμενοι τη νύχτα δικαιούνται δωρεάν ιατρική εξέταση στην οποία υποβάλλονται προτού αναλάβουν νυκτερινή εργασία και, εν συνεχεία, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, ο ενδιαφερόμενος εργαζόμενος τη νύχτα μπορεί να αξιώσει αποζημίωση λόγω της ως άνω παράβασης μόνον εφόσον αποδείξει τη ζημία που υπέστη εξ αυτού του λόγου.

Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

44 Λαμβανομένης υπόψη της απάντησης που δόθηκε στο δεύτερο ερώτημα και ελλείψει προφανούς αντίφασης μεταξύ του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88 και της εθνικής ρυθμίσεως που έχει εφαρμογή στο πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης, παρέλκει η εξέταση του πρώτου ερωτήματος.

Επί των δικαστικών εξόδων

45 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003 σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας,

έχει την έννοια ότι:

επιτρέπει εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας, σε περίπτωση παράβασης, από τον εργοδότη, των εθνικών διατάξεων που θέτουν σε εφαρμογή τη συγκεκριμένη διάταξη του ενωσιακού δικαίου και προβλέπουν ότι οι εργαζόμενοι τη νύχτα δικαιούνται δωρεάν ιατρική εξέταση στην οποία υποβάλλονται προτού αναλάβουν νυκτερινή εργασία και, εν συνεχεία, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, ο ενδιαφερόμενος εργαζόμενος τη νύχτα μπορεί να αξιώσει αποζημίωση λόγω της ως άνω παράβασης μόνον εφόσον αποδείξει τη ζημία που υπέστη εξ αυτού του λόγου.

Πηγή