ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2025 « Προδικαστική παραπομπή – Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων – Περιορισμοί – Φόρος εισοδήματος από κεφάλαιο – Οργανισμός συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) – Νομική προσωπικότητα – Εθνική νομοθεσία η οποία προβλέπει ότι οι ΟΣΕΚΑ δεν έχουν νομική προσωπικότητα – Φορολογική διαφάνεια των ΟΣΕΚΑ – Φορολογική μεταχείριση των αλλοδαπών οργανισμών που είναι συγκρίσιμοι με τους ΟΣΕΚΑ, αλλά έχουν νομική προσωπικότητα – Συγκρισιμότητα διασυνοριακής κατάστασης με εσωτερική κατάσταση »
Στην υπόθεση C‑602/23,
με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Verwaltungsgerichtshof (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, Αυστρία) με απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 2023, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 3 Οκτωβρίου 2023, στο πλαίσιο της δίκης
Finanzamt für Großbetriebe,
παρισταμένης της:
Franklin Mutual Series Funds – Franklin Mutual European Fund,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),
συγκείμενο από τους F. Biltgen, πρόεδρο τμήματος, T. von Danwitz, Αντιπρόεδρο του Δικαστηρίου, ασκούντα καθήκοντα δικαστή του πρώτου τμήματος, A. Kumin, I. Ziemele (εισηγήτρια) και S. Gervasoni, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: M. Campos Sánchez-Bordona
γραμματέας: R. Şereş, διοικητική υπάλληλος,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 7ης Νοεμβρίου 2024,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
– η Franklin Mutual Series Funds – Franklin Mutual European Fund, εκπροσωπούμενη από τους S. Haslinger και P. P. Rümmele, Steuerberater,
– η Αυστριακή Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον A. Posch, την J. Schmoll, τον F. Koppensteiner και την A. Wild-Simhofer,
– η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την A. Pérez‑Zurita Gutiérrez και τον A. Torró Molés,
– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους B.‑R. Killman και W. Roels,
κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 63 ΣΛΕΕ.
2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο αιτήσεως αναιρέσεως την οποία άσκησε η Finanzamt für Großbetriebe (φορολογική υπηρεσία μεγάλων επιχειρήσεων, Αυστρία) (στο εξής: φορολογική αρχή) κατά απόφασης του Bundesfinanzgericht (ομοσπονδιακού φορολογικού δικαστηρίου, Αυστρία) με την οποία έγινε δεκτό το αίτημα της Franklin Mutual Series Funds – Franklin Mutual European Fund (στο εξής: Franklin) περί επιστροφής του παρακρατηθέντος φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο για το έτος 2013.
Το νομικό πλαίσιο
Το δίκαιο της Ένωσης
Η Συνθήκη ΛΕΕ
3 Το άρθρο 63 ΣΛΕΕ προβλέπει τα εξής:
«1. Στα πλαίσια των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου, απαγορεύεται οποιοσδήποτε περιορισμός των κινήσεων κεφαλαίων μεταξύ κρατών μελών και μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών.
2. Στα πλαίσια των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου, απαγορεύονται όλοι οι περιορισμοί στις πληρωμές μεταξύ κρατών μελών και μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών.»
H οδηγία 2009/65/ΕΚ
4 Το άρθρο 1 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (ΕΕ 2009, L 302, σ. 32), προβλέπει τα εξής:
«1. Τα κράτη μέλη υπάγουν στην παρούσα οδηγία τους εγκατεστημένους στο έδαφός τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (εφεξής “ΟΣΕΚΑ”).
2. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και υπό την επιφύλαξη του άρθρου 3, ως ΟΣΕΚΑ νοείται ο οργανισμός:
α) ο οποίος έχει μοναδικό σκοπό να επενδύει συλλογικά σε κινητές αξίες ή/και σε άλλα ρευστά χρηματοπιστωτικά στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 50 παράγραφος 1, τα κεφάλαια που συγκεντρώνει από το κοινό, και [του οποίου] η λειτουργία βασίζεται στην αρχή της κατανομής των κινδύνων, και
β) του οποίου τα μερίδια, ύστερα από αίτηση των κομιστών, εξαγοράζονται ή εξοφλούνται, άμεσα ή έμμεσα, με στοιχεία του ενεργητικού του οργανισμού αυτού. Προς αυτές τις εξαγορές ή εξοφλήσεις εξομοιώνονται οι ενέργειες ενός ΟΣΕΚΑ που στοχεύουν στο να μην αποκλίνει αισθητά η χρηματιστηριακή τιμή των μεριδίων του από την καθαρή αξία του ενεργητικού τους.
Τα κράτη μέλη μπορεί να επιτρέπουν τη συγκρότηση των ΟΣΕΚΑ σε διάφορα επενδυτικά τμήματα.
3. Οι οργανισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο 2 μπορούν, σύμφωνα με το δίκαιο, να λαμβάνουν συμβατική μορφή (αμοιβαία κεφάλαια διαχειριζόμενα από εταιρεία διαχείρισης) ή trust (unit trust) ή καταστατική μορφή (εταιρεία επενδύσεων).
[…]»
Η Σύμβαση Αυστρίας-ΗΠΑ
5 Το άρθρο 10 της Σύμβασης μεταξύ της Δημοκρατίας της Αυστρίας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την πρόληψη της φοροδιαφυγής όσον αφορά τους φόρους εισοδήματος, η οποία υπογράφηκε στις 31 Μαΐου 1996 (BGBl. III, 6/1998, στο εξής: Σύμβαση Αυστρίας-ΗΠΑ), ορίζει τα εξής:
«1. Μερίσματα που καταβάλλονται από εταιρία εγκατεστημένη στο ένα συμβαλλόμενο κράτος σε κάτοικο του άλλου συμβαλλόμενου κράτους φορολογούνται στο άλλο αυτό κράτος.
2. Ωστόσο, τα μερίσματα αυτά φορολογούνται επίσης στο συμβαλλόμενο κράτος όπου εδρεύει η καταβάλλουσα τα μερίσματα εταιρία σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού, αλλά, αν ο πραγματικός δικαιούχος των μερισμάτων είναι κάτοικος του άλλου συμβαλλόμενου κράτους, ο φόρος που επιβάλλεται κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν μπορεί να υπερβαίνει:
[…]
b) το 15 [%] του ακαθαρίστου ποσού των μερισμάτων σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.»
Το αυστριακό δίκαιο
6 Κατά το άρθρο 93, παράγραφοι 1 και 2, του Bundesgesetz über die Besteuerung des Einkommens natürlicher Personen (Einkommensteuergesetz 1988) (ομοσπονδιακού νόμου του 1988 περί φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων), της 7ης Ιουλίου 1988 (BGBl., 400/1988), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης (στο εξής: EStG 1988), ο φόρος εισοδήματος παρακρατούνταν στην πηγή όσον αφορά τα εισοδήματα από κεφάλαιο που αποκτώνταν στην Αυστρία και αποκαλούνταν «φόρος εισοδήματος από κεφάλαιο».
7 Το άρθρο 21 του Bundesgesetz über die Besteuerung des Einkommens von Körperschaften (Körperschaftsteuergesetz 1988) (αυστριακού νόμου του 1988 περί φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων), της 7ης Ιουλίου 1988 (BGBl., 401/1988), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης (στο εξής: KStG 1988), προέβλεπε τα εξής:
«(1) Στα πρόσωπα που υπέχουν περιορισμένη φορολογική υποχρέωση […] εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις:
1. Η φορολογική υποχρέωση αφορά μόνο τα εισοδήματα κατά την έννοια του άρθρου 98 του ομοσπονδιακού νόμου του 1988 περί φορολογίας εισοδήματος. Ο ομοσπονδιακός νόμος του 1988 περί φορολογίας εισοδήματος και ο παρών ομοσπονδιακός νόμος καθορίζουν τον τρόπο υπολογισμού των εισοδημάτων. […]
[…]
1a. Στα πρόσωπα που υπέχουν περιορισμένη φορολογική υποχρέωση και κατοικούν σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε κράτος [που είναι συμβαλλόμενο μέρος της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, της 2ας Μαΐου 1992 (ΕΕ 1994, L 1, σ. 3, στο εξής: Συμφωνία ΕΟΧ),] με το οποίο υφίσταται πλήρης διοικητική συνδρομή και συνδρομή περί την εκτέλεση, επιστρέφεται, κατόπιν αιτήσεώς τους, ο φόρος εισοδήματος από κεφάλαιο επί των εισοδημάτων που απέκτησαν […], εφόσον ο φόρος εισοδήματος από κεφάλαιο δεν μπορεί να συμψηφιστεί δυνάμει συμβάσεως για την αποφυγή της διπλής φορολογίας στο κράτος εγκατάστασής τους. Ο φορολογούμενος οφείλει να αποδείξει ότι το σύνολο ή μέρος του φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο δεν μπορεί να συμψηφιστεί.
[…]»
8 Το άρθρο 2 του Bundesgesetz über Investmentfonds (Investmentfondsgesetz 2011) (νόμου του 2011 περί οργανισμών επενδύσεων), της 1ης Αυγούστου 2011 (BGBl. I, 77/2011), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης (στο εξής: InvFG 2011), όριζε τα εξής:
«(1) Ένας οργανισμός συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ)
1. έχει ως μοναδικό σκοπό να επενδύει συλλογικά τα κεφάλαια που συγκεντρώνει από το κοινό, σύμφωνα με την αρχή της κατανομής των κινδύνων […], και
2. τα μερίδιά του, ύστερα από αίτηση των μεριδιούχων, εξαγοράζονται ή εξοφλούνται, άμεσα ή έμμεσα, με στοιχεία του ενεργητικού του ΟΣΕΚΑ· προς αυτές τις εξαγορές ή εξοφλήσεις εξομοιώνονται οι ενέργειες ενός ΟΣΕΚΑ που στοχεύουν στο να μην αποκλίνει αισθητά η τιμή των μεριδίων του από την καθαρή αξία του ενεργητικού τους· και
3. έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 50 ή έχει λάβει άδεια λειτουργίας στο κράτος μέλος καταγωγής σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ.
(2) Στην Αυστρία ΟΣΕΚΑ μπορεί να συσταθεί μόνον υπό τη μορφή αμοιβαίου κεφαλαίου, κατά την έννοια του άρθρου 46, το οποίο διαιρείται σε ισάξια μερίδια ενσωματωμένα σε κινητές αξίες και ανήκει εξ αδιαιρέτου στους μεριδιούχους. Κατά το μέτρο που ο παρών ομοσπονδιακός νόμος προβλέπει υποχρεώσεις του ΟΣΕΚΑ, κάθε θετική υποχρέωση που απορρέει από αυτόν βαρύνει την εταιρία διαχείρισης που τον διαχειρίζεται.
(3) Ένας ΟΣΕΚΑ μπορεί να αποτελείται από διάφορες ομάδες περιουσίας· για τους σκοπούς του δεύτερου τίτλου, τρίτο κεφάλαιο, τρίτο τμήμα, [του παρόντος ομοσπονδιακού νόμου], κάθε ομάδα περιουσίας ενός ΟΣΕΚΑ λογίζεται ως χωριστός ΟΣΕΚΑ. […]»
9 Το άρθρο 3, παράγραφος 2, του InvFG 2011 προέβλεπε τα εξής:
«(2) Στο πλαίσιο του παρόντος ομοσπονδιακού νόμου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
[…]
19. Οργανισμός επενδύσεων: ΟΣΕΚΑ υπό τη μορφή αμοιβαίου κεφαλαίου, κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 2, και οργανισμός εναλλακτικών επενδύσεων (ΟΕΕ), κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 2, σημείο 31, στοιχεία a και c·
[…]».
10 Το άρθρο 46, πρώτο εδάφιο, του InvFG 2011 όριζε τα εξής:
«Ο ΟΣΕΚΑ που έχει τη μορφή αμοιβαίου κεφαλαίου, κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 2, δεν έχει ιδία νομική προσωπικότητα· διαιρείται σε ισάξια μερίδια ενσωματωμένα σε κινητές αξίες (τίτλους). Οι τίτλοι είναι χρηματοπιστωτικά μέσα […]· σε αυτούς ενσωματώνονται τα μερίδια εξ αδιαιρέτου συγκυριότητας του ενεργητικού του ΟΣΕΚΑ και τα δικαιώματα των μεριδιούχων έναντι της εταιρίας διαχείρισης και της τράπεζας θεματοφύλακα. Οι τίτλοι μπορούν να εκδίδονται στον κομιστή ή να είναι ονομαστικοί.
[…]»
11 Το άρθρο 186, παράγραφος 1, του InvFG 2011 προβλέπει τα εξής:
«Τα διανεμόμενα κέρδη που προέρχονται από εισοδήματα οργανισμού επενδύσεων […] μετά την αφαίρεση των σχετικών δαπανών αποτελούν φορολογητέα έσοδα του μεριδιούχου. […]»
12 Κατά το άρθρο 188 του InvFG 2011:
«Οι διατάξεις του άρθρου 186 εφαρμόζονται επίσης στους αλλοδαπούς οργανισμούς επενδύσεων. Ως τέτοιος νοείται, ανεξαρτήτως νομικής μορφής, σύνολο περιουσίας που υπόκειται σε αλλοδαπό δίκαιο και επενδύεται, βάσει του νόμου ή του καταστατικού ή στην πράξη, σύμφωνα με την αρχή της κατανομής των κινδύνων. […]»
Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα
13 Η Franklin είναι εταιρία επενδύσεων που εδρεύει στις Ηνωμένες Πολιτείες και αποτελεί ένα από τα επτά series, τα οποία είναι αυτοτελείς ομάδες περιουσίας, ενός trust που εδρεύει στην πολιτεία του Delaware (Ηνωμένες Πολιτείες).
14 Το Verwaltungsgerichtshof (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, Αυστρία), που είναι το αιτούν δικαστήριο, εκθέτει, κατ’ αρχάς, ότι, σύμφωνα με το αμερικανικό δίκαιο (Delaware Statutory Trust Act, 12 Del. C. άρθρα 3801 επ.), το ως άνω trust έχει ιδία νομική προσωπικότητα, μπορεί να ενάγει και να ενάγεται και έχει την «κυριότητα κατά το αστικό δίκαιο» της ομάδας περιουσίας που υπάγεται στη Franklin, η οποία, όπως δήλωσε στις αιτήσεις επιστροφής του παρακρατηθέντος στην πηγή φόρου, έχει την «οικονομική κυριότητα» της εν λόγω ομάδας περιουσίας.
15 Εν συνεχεία, κατά το αιτούν δικαστήριο, κάθε series είναι νομικό πρόσωπο που υπόκειται σε φόρο κατά το αμερικανικό δίκαιο. Όλα τα εισοδήματα που αποκτούν τα series στην ημεδαπή και την αλλοδαπή, συμπεριλαμβανομένων εκείνων από υπεραξία, υπόκεινται σε φόρο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες τα εισοδήματα αυτά, για να θεωρηθούν ως εισόδημα των μεριδιούχων, πρέπει να διανεμηθούν. Αν δεν διανεμηθούν, καταλογίζονται στο series, όπερ σημαίνει ότι δεν φορολογούνται άμεσα στο επίπεδο των μεριδιούχων.
16 Τέλος, κατά το αιτούν δικαστήριο, στην περίπτωση που τα series διανέμουν τουλάχιστον το 90 % των φορολογητέων εσόδων, εκτός υπεραξίας, δικαιούνται να επικαλεστούν τη διανομή για φορολογικούς σκοπούς, όπερ μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα μείωση ή και εκμηδένιση του οφειλόμενου αμερικανικού ομοσπονδιακού φόρου εισοδήματος.
17 Εν προκειμένω, στο πλαίσιο της επίμαχης στην κύρια δίκη εθνικής ένδικης διαδικασίας, το Bundesfinanzgericht (ομοσπονδιακό φορολογικό δικαστήριο) διαπίστωσε, πρώτον, ότι η Franklin είχε διανείμει το σύνολο των εισοδημάτων της για το έτος 2013 και ότι, επομένως, δεν κατέβαλε αμερικανικό ομοσπονδιακό φόρο εισοδήματος για το έτος αυτό. Δεύτερον, το Bundesfinanzgericht (ομοσπονδιακό φορολογικό δικαστήριο) διαπίστωσε ότι η Franklin είναι ανοικτός στο κοινό ελεύθερα διαπραγματεύσιμος οργανισμός επενδύσεων ο οποίος επενδύει κυρίως σε ευρωπαϊκές μετοχές εισηγμένες στο χρηματιστήριο, υπόκειται, στο κράτος της έδρας του, σε εποπτεία των χρηματοπιστωτικών αγορών βάσει ενός συνόλου κανόνων συγκρίσιμων με τους ενωσιακούς και αυστριακούς κανόνες προληπτικής εποπτείας, και του οποίου η διαχείριση πραγματοποιείται σύμφωνα με τις ίδιες αρχές και τα ίδια επενδυτικά κριτήρια με εκείνα ενός ομώνυμου οργανισμού επενδύσεων που έχει λάβει άδεια λειτουργίας στο Λουξεμβούργο. Κατά το εν λόγω δικαστήριο, η δραστηριότητα της Franklin αντιστοιχεί ως προς όλες τις ουσιώδεις πτυχές της, όπως η προστασία των επενδυτών, οι υποχρεώσεις ενημέρωσης, ιδίως η υποχρέωση ενημερωτικού δελτίου, οι εξαμηνιαίες και ετήσιες εκθέσεις, η εγκεκριμένη επιχειρηματική δραστηριότητα και η αποτελεσματικότητα της εποπτείας και του ελέγχου, σε αυστριακό οργανισμό επενδύσεων και, επομένως, σε ΟΣΕΚΑ, κατά την έννοια της οδηγίας 2009/65.
18 Το 2013 η Franklin εισέπραξε από τις δύο αυστριακές εισηγμένες στο χρηματιστήριο ανώνυμες εταιρίες στις οποίες κατείχε συμμετοχή κατώτερη του 10 % μερίσματα για τα οποία παρακρατήθηκε στην πηγή φόρος εισοδήματος από κεφάλαιο με συντελεστή 25 %.
19 Κατόπιν αιτήσεως που υπέβαλε η Franklin στο όνομα και για λογαριασμό των μεριδιούχων της, η φορολογική αρχή, βάσει της Σύμβασης Αυστρίας-ΗΠΑ, μείωσε τον συντελεστή του φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο σε 15 % και επέστρεψε στη Franklin, για τους μεριδιούχους της που κατοικούν στις Ηνωμένες Πολιτείες και εμπίπτουν στη Σύμβαση αυτή, τη διαφορά σε σχέση με το παρακρατηθέν ποσό φόρου εισοδήματος με συντελεστή 25 %.
20 Θεωρώντας ότι, δυνάμει του άρθρου 63 ΣΛΕΕ, η εφαρμογή του άρθρου 21, παράγραφος 1, σημείο 1a, του KStG 1988 έπρεπε να επεκταθεί και στις νομικές οντότητες των τρίτων κρατών, η Franklin υπέβαλε ιδίω ονόματι, βάσει της τελευταίας διάταξης, αιτήσεις για την επιστροφή του υπολειπόμενου παρακρατηθέντος στην πηγή φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο για το έτος 2013.
21 Η Franklin, κατόπιν της απόρριψης των αιτήσεών της από τη φορολογική αρχή με την αιτιολογία ότι δεν έδρευε σε άλλο κράτος μέλος ούτε σε κράτος συμβαλλόμενο στη Συμφωνία ΕΟΧ, άσκησε προσφυγή ενώπιον του Bundesfinanzgericht (ομοσπονδιακού φορολογικού δικαστηρίου), το οποίο την απέρριψε με απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2017.
22 Η ως άνω απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2017 αναιρέθηκε, με απόφαση της 13ης Ιανουαρίου 2021, από το Verwaltungsgerichtshof (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο), το οποίο έκρινε ότι, προκειμένου να διαπιστωθεί αν ο φόρος εισοδήματος από κεφάλαιο είναι επιστρεπτέος, πρέπει να εξεταστεί, σε πρώτο στάδιο και στο πλαίσιο «τυπολογικής σύγκρισης», το ζήτημα αν η αλλοδαπή οντότητα είναι συγκρίσιμη με αυστριακό νομικό πρόσωπο και, σε δεύτερο στάδιο, το ζήτημα σε ποια οντότητα πρέπει να καταλογιστούν τα εισοδήματα από κεφάλαιο. Το δικαστήριο αυτό έκρινε ότι, αν το μόνο κώλυμα για τον καταλογισμό των εισοδημάτων στην επίμαχη αλλοδαπή οντότητα είναι το άρθρο 188 του InvFG 2011, υφίσταται περιορισμός της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων του οποίου έπρεπε να εξεταστεί η δικαιολόγηση.
23 Κατόπιν της από 13 Ιανουαρίου 2021 αποφάσεως του Verwaltungsgerichtshof (Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου), το Bundesfinanzgericht (ομοσπονδιακό φορολογικό δικαστήριο) έκρινε ότι η Franklin δικαιούνταν επιστροφή του υπολειπόμενου ποσού του παρακρατηθέντος στην πηγή φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο. Το δικαστήριο αυτό διαπίστωσε, κατόπιν «τυπολογικής συγκρίσεως», ότι η Franklin αντιστοιχούσε σε αυστριακή εταιρία στην οποία έπρεπε επίσης να καταλογιστούν τα εν λόγω εισοδήματα δυνάμει των γενικών κανόνων και έκρινε ότι το άρθρο 188 του InvFG 2011, το οποίο δεν επέτρεπε τον καταλογισμό αυτόν, αποτελούσε αδικαιολόγητο περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων.
24 Η φορολογική αρχή άσκησε αναίρεση κατά της απόφασης του Bundesfinanzgericht (ομοσπονδιακού φορολογικού δικαστηρίου) ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, υποστηρίζοντας, εν συνόψει, ότι, στο πλαίσιο της τυπολογικής σύγκρισης, έπρεπε να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η Franklin είναι οργανισμός επενδύσεων επίσης και κατά την έννοια του δικαίου εποπτείας του κράτους καταγωγής της, ότι η οντότητα αυτή υπόκειται σε άδεια, εντός της Ένωσης, δυνάμει της οδηγίας 2009/65, και ότι οι ημεδαπές οντότητες, οι οποίες χαρακτηρίζονται ως οργανισμοί επενδύσεων κατά την έννοια του δικαίου εποπτείας, και αντιστοιχούν σε ΟΣΕΚΑ, υπάγονταν το 2013, χωρίς εξαίρεση, σε καθεστώς φορολογικής διαφάνειας. Κατά την άποψη της φορολογικής αρχής, η ίδια μεταχείριση πρέπει να επιφυλάσσεται και για εγκατεστημένη στην αλλοδαπή οντότητα η οποία, κατά το αλλοδαπό δίκαιο εποπτείας, πρέπει επίσης να χαρακτηριστεί ως οργανισμός επενδύσεων και αντιστοιχεί σε ΟΣΕΚΑ.
25 Το αιτούν δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 2, του InvFG 2011, οι ημεδαποί οργανισμοί επενδύσεων, για να χαρακτηριστούν ως ΟΣΕΚΑ, μπορούσαν να συσταθούν, βάσει του δικαίου εποπτείας, μόνον υπό τη μορφή αμοιβαίων κεφαλαίων και δεν είχαν νομική προσωπικότητα. Τα εισοδήματα των οργανισμών αυτών, οι οποίοι ήταν φορολογικά διαφανείς δυνάμει του άρθρου 186 του InvFG 2011, καταλογίζονταν στους μεριδιούχους και στον φόρο υπέκειντο μόνον αυτοί.
26 Συνεπώς, κατά το αιτούν δικαστήριο, δεδομένου ότι ένας τέτοιος ημεδαπός οργανισμός επενδύσεων που εισέπραττε μερίσματα προερχόμενα από συμμετοχή κατώτερη του 10 % σε ημεδαπή κεφαλαιουχική εταιρία ήταν φορολογικά διαφανής, μόνον οι μεριδιούχοι δικαιούνταν να ζητήσουν την επιστροφή ή τον συμψηφισμό του ποσού του παρακρατηθέντος στην πηγή φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο. Οι αλλοδαποί μεριδιούχοι μπορούσαν να ζητήσουν την επιστροφή του φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο σύμφωνα με τη συναφθείσα με το κράτος κατοικίας τους σύμβαση για την αποφυγή της διπλής φορολογίας.
27 Αντιθέτως, μια αυστριακή εταιρία, η οποία δεν μπορούσε να εξομοιωθεί με ΟΣΕΚΑ, έπρεπε, όταν εισέπραττε τέτοια μερίσματα από συμμετοχή σε ημεδαπή εταιρία, να συνυπολογίσει τον φόρο εισοδήματος από κεφάλαιο στον οφειλόμενο από αυτήν φόρο εταιριών. Κατά το αιτούν δικαστήριο, ένα τέτοιο νομικό πρόσωπο φορολογούνταν πάντοτε σύμφωνα με τις αρχές της νομοθεσίας περί φορολογίας νομικών προσώπων, ανεξαρτήτως της επιχειρηματικής δραστηριότητάς του.
28 Το αιτούν δικαστήριο παρατηρεί ότι τα νομικά πρόσωπα που δεν είχαν ούτε διοίκηση ούτε έδρα στην Αυστρία και τα οποία ήταν συγκρίσιμα, όσον αφορά ιδίως το καταστατικό τους ή το γεγονός ότι είχαν νομική προσωπικότητα, με αυστριακό νομικό πρόσωπο, υπέχουν περιορισμένη φορολογική υποχρέωση. Δυνάμει του άρθρου 21, παράγραφος 1, σημείο 1a, του KStG 1988, εταιρία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος της Ένωσης ή σε κράτος συμβαλλόμενο στη Συμφωνία ΕΟΧ μπορούσε, αν τα εισοδήματα από κεφάλαιο μπορούσαν να καταλογιστούν στην ίδια και όχι στους μεριδιούχους της, να ζητήσει την επιστροφή του φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο που εισπράχθηκε επί των μερισμάτων που διανεμήθηκαν από ημεδαπή εταιρία, υπό την προϋπόθεση ότι, δυνάμει του άρθρου 188 του InvFG 2011, το άρθρο 186 του νόμου αυτού δεν είχε εφαρμογή στην περίπτωσή της.
29 Στο πλαίσιο της εξέτασης της αιτήσεως αναιρέσεως της οποίας έχει επιληφθεί, το αιτούν δικαστήριο διατηρεί αμφιβολίες ως προς το ζήτημα αν το δίκαιο της Ένωσης επιβάλλει τη μη εφαρμογή του άρθρου 188 του InvFG 2011 στην περίπτωση αλλοδαπού οργανισμού επενδύσεων ανοικτού στο κοινό, ο οποίος, αν είχε την έδρα του στην Αυστρία, θα μπορούσε να δραστηριοποιηθεί εκεί μόνον υπό τη μορφή ΟΣΕΚΑ, δεν θα υπέκειτο σε φόρο και, ως εκ τούτου, δεν θα μπορούσε να τύχει επιστροφής του φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο, ούτε θα μπορούσε να συνυπολογίσει τον φόρο εισοδήματος από κεφάλαιο στον οφειλόμενο από αυτόν φόρο εταιριών, δεδομένου ότι τα εισοδήματα από κεφάλαιο θα είχαν υποχρεωτικώς καταλογιστεί στους μεριδιούχους του σύμφωνα με το άρθρο 186 του InvFG 2011.
30 Υπό τις συνθήκες αυτές, το Verwaltungsgerichtshof (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
«1) Συνιστά περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων, κατά την έννοια του άρθρου 63 ΣΛΕΕ, διάταξη όπως το άρθρο [InvFG 2011], η οποία έχει ως αποτέλεσμα να εξαιρούνται στην Αυστρία από την επιστροφή του φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο αλλοδαπές οντότητες που είναι συγκρίσιμες με ημεδαπό νομικό πρόσωπο, όταν αυτές αντιστοιχούν ουσιαστικά σε ΟΣΕΚΑ κατά την έννοια της οδηγίας [2009/65] και, ως εκ τούτου, δεν θα μπορούσαν να δραστηριοποιηθούν ως νομικό πρόσωπο στην ημεδαπή, διότι για τις εν λόγω οντότητες προβλέπεται στην Αυστρία μόνον η νομική μορφή του διαφανούς αμοιβαίου κεφαλαίου;
2) Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο [πρώτο] προδικαστικό ερώτημα: υφίσταται αντικειμενικά συγκρίσιμη κατάσταση μεταξύ, αφενός, ημεδαπού νομικού προσώπου, το οποίο επενδύει την περιουσία του σύμφωνα με τις αρχές της κατανομής των κινδύνων, αλλά το οποίο, ελλείψει κεφαλαίων που να συγκεντρώνονται από το κοινό, δεν αποτελεί ΟΣΕΚΑ και, επομένως, μπορεί να δραστηριοποιηθεί ως νομικό πρόσωπο και στην ημεδαπή, και, αφετέρου, αλλοδαπής εταιρίας επενδύσεων κεφαλαίων, η οποία λόγω των κεφαλαίων που συγκεντρώνει από το κοινό θα συνιστούσε ΟΣΕΚΑ σύμφωνα με τις ισχύουσες στην ημεδαπή αρχές και, ως εκ τούτου, δεν θα μπορούσε να δραστηριοποιηθεί ως νομικό πρόσωπο στην ημεδαπή;
3) Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο [δεύτερο] προδικαστικό ερώτημα: συνιστά η διαφύλαξη της ισόρροπης κατανομής της φορολογικής εξουσίας λόγο που δικαιολογεί τον περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων, δεδομένου ότι τα άρθρα 186 και 188 του InvFG 2011 σκοπούν να διασφαλίσουν ότι ούτε οι ημεδαποί ούτε οι αλλοδαποί ανοικτοί στο κοινό οργανισμοί επενδύσεων μπορούν να λειτουργούν κατ’ αποτέλεσμα ως προπέτασμα προστατεύοντας τους μεριδιούχους από την επιβολή φόρου και ότι, κατά συνέπεια, απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος από κεφάλαιο πρέπει να χορηγείται σε επίπεδο μεριδιούχων μόνο στις περιπτώσεις στις οποίες η [Δημοκρατία της] Αυστρία[ς] έχει παραιτηθεί από το δικαίωμα φορολόγησης με σύμβαση για την αποφυγή της διπλής φορολογίας;»
Επί του παραδεκτού της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως
31 Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστηρίζει ότι η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είναι απαράδεκτη για τον λόγο ότι η εφαρμογή του άρθρου 63 ΣΛΕΕ, του οποίου η ερμηνεία ζητείται, δεν είναι αναγκαία για την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης. Ειδικότερα, η Franklin, η οποία ενεργεί ιδίω ονόματι, δεν μπορεί να αξιώσει την επιστροφή του φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο βάσει του άρθρου 21, παράγραφος 1, σημείο 1a, του KStG 1988, δεδομένου ότι την αίτηση επιστροφής του φόρου πρέπει να υποβάλουν οι μεριδιούχοι, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις της διάταξης αυτής.
32 Επιπλέον, κατά το θεσμικό αυτό όργανο, η αίτηση της Franklin, η οποία υποβλήθηκε, αφού η ίδια έλαβε επιστροφή φόρου κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 10, παράγραφος 2, της Σύμβασης Αυστρίας-ΗΠΑ, αντιβαίνει στην κατανομή των φορολογικών εξουσιών που συμφωνήθηκε μεταξύ της Δημοκρατίας της Αυστρίας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και αποσκοπεί στην παράκαμψη της υποχρέωσής της να αποδείξει ότι το υπολειπόμενο ποσό του αυστριακού φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο δεν μπορεί να συμψηφιστεί, εν όλω ή εν μέρει, με τον οφειλόμενο στις Ηνωμένες Πολιτείες φόρο. Η εν λόγω αίτηση μπορεί να οδηγήσει σε αδικαιολόγητο πλουτισμό της Franklin, η οποία θα εισπράξει επιστροφή φόρου που οφείλεται ενδεχομένως σε άλλους, ήτοι στους μεριδιούχους της, και μπορεί μάλιστα να θεωρηθεί καταχρηστική.
33 Ως προς το ζήτημα αυτό, υπενθυμίζεται ότι, στο πλαίσιο της θεσπισθείσας από το άρθρο 267 ΣΛΕΕ συνεργασίας μεταξύ του Δικαστηρίου και των εθνικών δικαστηρίων, εναπόκειται αποκλειστικώς στο εθνικό δικαστήριο, το οποίο έχει επιληφθεί της διαφοράς και φέρει την ευθύνη της αποφάσεως την οποία πρόκειται να εκδώσει, να εκτιμήσει, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιομορφίες της υποθέσεως, τόσο την αναγκαιότητα μιας προδικαστικής αποφάσεως για την έκδοση της δικής του αποφάσεως όσο και το λυσιτελές των ερωτημάτων που υποβάλλει στο Δικαστήριο. Συνεπώς, εφόσον τα υποβληθέντα ερωτήματα αφορούν την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης, το Δικαστήριο υποχρεούται κατ’ αρχήν να απαντήσει (απόφαση της 17ης Οκτωβρίου 2024, FA.RO. di YK & C., C‑16/23, EU:C:2024:886, σκέψη 33 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
34 Επομένως, τα ερωτήματα που αφορούν το δίκαιο της Ένωσης θεωρούνται κατά τεκμήριο λυσιτελή. Άρνηση του Δικαστηρίου να απαντήσει σε προδικαστικό ερώτημα που έχει υποβληθεί από εθνικό δικαστήριο είναι δυνατή μόνον όταν προκύπτει προδήλως ότι η ζητούμενη ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ουδεμία σχέση έχει με το υποστατό ή με το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, όταν το πρόβλημα είναι υποθετικής φύσης ή ακόμη όταν το Δικαστήριο δεν έχει στη διάθεσή του τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που του είναι αναγκαία για να δώσει χρήσιμη απάντηση στα ερωτήματα που του έχουν υποβληθεί (απόφαση της 17ης Οκτωβρίου 2024, FA.RO. di YK & C., C‑16/23, EU:C:2024:886, σκέψη 34 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
35 Κατά πάγια επίσης νομολογία, στο πλαίσιο της συνεργασίας μεταξύ του Δικαστηρίου και των εθνικών δικαστηρίων, προϋπόθεση για να παρασχεθεί χρήσιμη για το εθνικό δικαστήριο ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης είναι να έχει τηρήσει το εθνικό δικαστήριο αυστηρά τις σχετικές με το περιεχόμενο της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως απαιτήσεις που προβλέπονται ρητώς στο άρθρο 94 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου (απόφαση της 17ης Οκτωβρίου 2024, FA.RO. di YK & C., C‑16/23, EU:C:2024:886, σκέψη 35 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
36 Ειδικότερα, είναι μεταξύ άλλων αναγκαίο, όπως ορίζει το άρθρο 94, στοιχείο γʹ, του Κανονισμού Διαδικασίας, η απόφαση περί παραπομπής να εκθέτει τους λόγους που οδήγησαν το αιτούν δικαστήριο στο να υποβάλει ερωτήματα ως προς την ερμηνεία ή το κύρος ορισμένων διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, καθώς και την κατά τη γνώμη του αιτούντος δικαστηρίου σχέση μεταξύ των διατάξεων αυτών και της εφαρμοστέας στη διαφορά της κύριας δίκης εθνικής νομοθεσίας (απόφαση της 17ης Οκτωβρίου 2024, FA.RO. di YK & C., C‑16/23, EU:C:2024:886, σκέψη 36 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
37 Εν προκειμένω, δεν προκύπτει κατά τρόπο πρόδηλο ότι η ζητούμενη ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ουδεμία σχέση έχει με το υποστατό ή με το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης ή ότι το πρόβλημα είναι υποθετικής φύσεως. Επιπλέον, το Δικαστήριο διαθέτει τα αναγκαία πραγματικά και νομικά στοιχεία προκειμένου να δώσει χρήσιμη απάντηση στα υποβληθέντα προδικαστικά ερωτήματα.
38 Πράγματι, πρώτον, παρά την επιστροφή στους μεριδιούχους μέρους του παρακρατηθέντος στην πηγή φόρου κατόπιν αιτήσεως που υπέβαλε στο όνομά τους η Franklin, το παραδεκτό του αιτήματος της Franklin σχετικά με το υπολειπόμενο ποσό του παρακρατηθέντος στην πηγή φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο δεν φαίνεται να αμφισβητείται ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, το οποίο, εξάλλου, δεν διατύπωσε αμφιβολίες επί του ζητήματος αυτού. Επιπλέον, τα στάδια της διαδικασίας που περιγράφονται στις σκέψεις 20 έως 24 της παρούσας απόφασης καταδεικνύουν το υποστατό της διαφοράς της κύριας δίκης.
39 Δεύτερον, κατά την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, η απόρριψη του αιτήματος της Franklin που αφορά την επιστροφή του παρακρατηθέντος στην πηγή φόρου στηρίζεται στην εφαρμογή, ως προς αυτήν, του άρθρου 188 του InvFG 2011, συνεπεία της οποίας η φορολογική μεταχείριση των μερισμάτων που αυτή εισπράττει εξομοιώνεται με εκείνη που επιφυλάσσεται στα μερίσματα που εισπράττει αυστριακός ΟΣΕΚΑ.
40 Το αιτούν δικαστήριο, διατυπώνοντας τις αμφιβολίες του ως προς το ζήτημα αν, σε περίπτωση όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η εξομοίωση που προβλέπει το άρθρο 188 του InvFG 2011 πρέπει να θεωρηθεί ότι συνιστά περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων, κατά την έννοια του άρθρου 63 ΣΛΕΕ, και αν, κατά συνέπεια, πρέπει να αποκλειστεί η εφαρμογή του άρθρου 188, εκθέτει επαρκώς την κατά τη γνώμη του σχέση μεταξύ της διάταξης του δικαίου της Ένωσης της οποίας ζητεί την ερμηνεία και της εφαρμοστέας στη διαφορά της κύριας δίκης εθνικής νομοθεσίας.
41 Τρίτον, τα επιχειρήματα της Επιτροπής που αφορούν την κατανομή των φορολογικών εξουσιών μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Δημοκρατίας της Αυστρίας, αδικαιολόγητο πλουτισμό της Franklin σε περίπτωση που της χορηγηθεί η ζητηθείσα επιστροφή του φόρου και τον ενδεχομένως καταχρηστικό χαρακτήρα της αίτησης επιστροφής του φόρου δεν είναι ικανά να θέσουν υπό αμφισβήτηση το παραδεκτό της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως, αλλά εμπίπτουν στην εξέταση της ουσίας της υπόθεσης.
42 Κατά συνέπεια, η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είναι παραδεκτή.
Επί των προδικαστικών ερωτημάτων
Επί του πρώτου και του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος
43 Με το πρώτο και το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 63 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι συνιστά περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων εθνική ρύθμιση η οποία έχει ως αποτέλεσμα να εξαιρεί από την επιστροφή του φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο εγκατεστημένη στην αλλοδαπή οντότητα η οποία αφενός μεν έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με έναν ΟΣΕΚΑ, κατά την έννοια της οδηγίας 2009/65, αφετέρου δε έχει νομική προσωπικότητα όντας, εξ αυτού του λόγου, συγκρίσιμη με ημεδαπό νομικό πρόσωπο, ενώ οι ημεδαποί ΟΣΕΚΑ, κατά την ίδια εθνική νομοθεσία, θεωρούνται φορολογικά διαφανείς και δεν μπορούν να λειτουργούν ως νομικά πρόσωπα.
44 Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, το άρθρο 63, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ απαγορεύει γενικώς τους περιορισμούς στις κινήσεις κεφαλαίων μεταξύ κρατών μελών, καθώς και μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών (απόφαση της 2ας Μαρτίου 2023, PrivatBank κ.λπ., C‑78/21, EU:C:2023:137, σκέψη 26 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
45 Ειδικότερα, ο «περιορισμός», κατά την έννοια της διάταξης αυτής, περιλαμβάνει τα κρατικά μέτρα τα οποία συνεπάγονται δυσμενείς διακρίσεις κατά το μέρος που εισάγουν, άμεσα ή έμμεσα, διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των εθνικών κινήσεων κεφαλαίων και των διασυνοριακών κινήσεων κεφαλαίων, η οποία δεν αντικατοπτρίζει αντικειμενική διαφορά καταστάσεων, και τα οποία είναι, ως εκ τούτου, ικανά να αποτρέψουν τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα άλλων κρατών μελών ή τρίτων χωρών από την πραγματοποίηση διασυνοριακών κινήσεων κεφαλαίων (πρβλ. απόφαση της 2ας Μαρτίου 2023, PrivatBank κ.λπ., C‑78/21, EU:C:2023:137, σκέψεις 48 και 49 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
46 Ειδικότερα, το γεγονός ότι κράτος μέλος επιφυλάσσει στα εισοδήματα που καταβάλλονται στους αλλοδαπούς οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων μεταχείριση λιγότερο ευνοϊκή από εκείνη που επιφυλάσσει στα εισοδήματα που καταβάλλονται σε ημεδαπούς οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων μπορεί να αποτρέψει τους οργανισμούς που εδρεύουν σε κράτος διαφορετικό από το πρώτο κράτος από την πραγματοποίηση επενδύσεων στο κράτος μέλος αυτό και, ως εκ τούτου, συνιστά περιορισμό στην ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων, κατ’ αρχήν απαγορευόμενο από το άρθρο 63 ΣΛΕΕ [απόφαση της 27ης Φεβρουαρίου 2025, Dyrektor Krajowej Informacji Skarbowej (Τρόπος διαχείρισης ενός ΟΣΕ), C‑18/23, EU:C:2025:119, σκέψη 58 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
47 Επιπλέον, εθνική νομοθεσία η οποία εφαρμόζεται αδιακρίτως τόσο στους εγκατεστημένους στην ημεδαπή όσο και στους εγκατεστημένους στην αλλοδαπή επιχειρηματίες μπορεί να συνιστά περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων. Πράγματι, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι ακόμη και μια διαφοροποίηση στηριζόμενη σε αντικειμενικά κριτήρια δύναται να συνεπάγεται, εν τοις πράγμασι, τη δυσμενέστερη αντιμετώπιση των διασυνοριακών καταστάσεων [απόφαση της 27ης Φεβρουαρίου 2025, Dyrektor Krajowej Informacji Skarbowej (Τρόπος διαχείρισης ενός ΟΣΕ), C‑18/23, EU:C:2025:119, σκέψη 65 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
48 Εν προκειμένω, από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία προκύπτει αφενός ότι, στο πλαίσιο της κύριας δίκης, η Franklin επιδιώκει, βάσει του άρθρου 21, παράγραφος 1, σημείο 1a, του KStG 1988, την επιστροφή του παρακρατηθέντος στην πηγή φόρου και αφετέρου ότι, κατά το αιτούν δικαστήριο, η δυνητική εφαρμογή του άρθρου 188 του InvFG 2011 κωλύει την επιστροφή αυτή.
49 Το άρθρο 188 του InvFG 2011 προβλέπει, κατ’ ουσίαν, ότι η φορολογική διαφάνεια, την οποία καθιερώνει το άρθρο 186 του InvFG 2011 όσον αφορά τους ημεδαπούς οργανισμούς επενδύσεων, ισχύει επίσης και για τους αλλοδαπούς οργανισμούς επενδύσεων, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής τους, υπό τον όρο ότι η περιουσία τους επενδύεται, βάσει του νόμου ή του καταστατικού τους ή στην πράξη, σύμφωνα με την αρχή της κατανομής των κινδύνων.
50 Από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως προκύπτει ότι η εφαρμογή του άρθρου 188 του InvFG 2011 έχει ως αποτέλεσμα την υπαγωγή εγκατεστημένης στην αλλοδαπή οντότητας, όπως η Franklin, στο φορολογικό καθεστώς που ισχύει για τους ημεδαπούς οργανισμούς επενδύσεων.
51 Υπό την επιφύλαξη ότι τα μερίσματα που διανέμονται σε εγκατεστημένη στην αλλοδαπή οντότητα, όπως η Franklin, δεν υφίστανται στην Αυστρία μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση από εκείνη στην οποία υπόκεινται τα μερίσματα που καταβάλλονται σε ημεδαπό οργανισμό επενδύσεων, πράγμα που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει, η ίση μεταχείριση της Franklin με τους ημεδαπούς οργανισμούς επενδύσεων θα μπορούσε να συνιστά περιορισμό, κατά την έννοια του άρθρου 63 ΣΛΕΕ, μόνον αν η Franklin δεν είναι συγκρίσιμη με τους ημεδαπούς οργανισμούς επενδύσεων, αλλά πρέπει να θεωρηθεί συγκρίσιμη με ημεδαπό νομικό πρόσωπο το οποίο δεν είναι φορολογικώς διαφανές, και μπορεί να λάβει επιστροφή του φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο, εφόσον πληροί κατά τα λοιπά τις προϋποθέσεις που προβλέπει η εφαρμοστέα νομοθεσία.
52 Προκειμένου να εκτιμηθεί αν εγκατεστημένη στην αλλοδαπή οντότητα, όπως η Franklin, μπορεί να θεωρηθεί ότι βρίσκεται σε αντικειμενικά συγκρίσιμη κατάσταση, υπό το πρίσμα των άρθρων 186 και 188 του InvFG 2011, με ημεδαπό οργανισμό επενδύσεων, υπενθυμίζεται ότι, όπως προκύπτει από τη νομολογία του Δικαστηρίου, αφενός, η συγκρισιμότητα ή μη μιας διασυνοριακής καταστάσεως με μια εσωτερική κατάσταση πρέπει να εξετάζεται λαμβανομένων υπόψη του σκοπού που επιδιώκεται από τις επίμαχες εθνικές διατάξεις καθώς και του αντικειμένου και του περιεχομένου των διατάξεων αυτών και, αφετέρου, μόνον τα ουσιώδη κριτήρια διακρίσεως που προβλέπονται από την επίμαχη νομοθεσία πρέπει να λαμβάνονται υπόψη προκειμένου να εκτιμηθεί αν η διαφορετική μεταχείριση που απορρέει από την εν λόγω νομοθεσία αποτελεί συνέπεια μιας αντικειμενικής διαφοράς των καταστάσεων (πρβλ. απόφαση της 27ης Απριλίου 2023, L Fund, C‑537/20, EU:C:2023:339, σκέψη 54 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
53 Εν προκειμένω, επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τις διευκρινίσεις που παρέσχε το αιτούν δικαστήριο, το άρθρο 186 του InvFG 2011 έχει ως σκοπό την καθιέρωση διαφανούς φορολόγησης των οργανισμών επενδύσεων, πράγμα που σημαίνει ότι τα εισοδήματα καταλογίζονται στους μεριδιούχους και ότι μόνον αυτοί υπόκεινται άμεσα στον φόρο.
54 Από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία προκύπτει ότι το άρθρο 186 του InvFG 2011 αφορά τη φορολογική μεταχείριση των εισοδημάτων των οργανισμών οι οποίοι εμπίπτουν, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 2, παράγραφος 2, του InvFG 2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 46 του ίδιου νόμου, ήτοι οργανισμών χωρίς νομική προσωπικότητα που ασκούν επενδυτικές δραστηριότητες και πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις όσον αφορά τη συλλογή και την τοποθέτηση των κεφαλαίων, την αδειοδότηση και τον έλεγχο. Το άρθρο 186 δεν έχει ως αντικείμενο τη φορολογική μεταχείριση των εταιριών που ασκούν επιχειρηματικές δραστηριότητες για τις οποίες δεν ισχύουν οι προϋποθέσεις αυτές.
55 Το άρθρο 188 του InvFG 2011 αφορά τους αλλοδαπούς οργανισμούς επενδύσεων, διευκρινίζοντας ότι ως οργανισμός επενδύσεων νοείται, ανεξαρτήτως νομικής μορφής, σύνολο περιουσίας που υπόκειται σε αλλοδαπό δίκαιο και επενδύεται, βάσει του νόμου ή του καταστατικού ή στην πράξη, σύμφωνα με την αρχή της κατανομής των κινδύνων. Συνεπώς, το άρθρο 188 του InvFG 2011 έχει ως σκοπό να υπαγάγει στο καθεστώς που ισχύει για τους ημεδαπούς οργανισμούς επενδύσεων τις εγκατεστημένες στην αλλοδαπή οντότητες που πληρούν την προϋπόθεση σχετικά με την επένδυση των κεφαλαίων σύμφωνα με την αρχή της κατανομής των κινδύνων.
56 Κατά το αιτούν δικαστήριο, το άρθρο 186 του InvFG 2011 αποσκοπεί ιδίως να διασφαλίσει ότι ο οργανισμός επενδύσεων δεν θα λειτουργεί ως προπέτασμα και ότι θα φορολογούνται μόνον οι μεριδιούχοι, ενώ σκοπός του άρθρου 188 του InvFG 2011 είναι να διασφαλίσει την ίση φορολογική μεταχείριση των ημεδαπών και αλλοδαπών οργανισμών επενδύσεων, ώστε ούτε οι εγκατεστημένοι στην αλλοδαπή οργανισμοί επενδύσεων να μη λειτουργούν ως προπέτασμα και η φορολόγηση να γίνεται στο επίπεδο των μεριδιούχων.
57 Ως προς το ζήτημα αυτό, σύμφωνα τόσο με τις διαπιστώσεις στις οποίες προέβη το Bundesfinanzgericht (ομοσπονδιακό φορολογικό δικαστήριο) στο πλαίσιο της εθνικής ένδικης διαδικασίας και οι οποίες υπενθυμίζονται στη σκέψη 17 της παρούσας απόφασης όσο και με τις διαπιστώσεις του αιτούντος δικαστηρίου, οργανισμός επενδύσεων όπως η Franklin έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με αυστριακό οργανισμό επενδύσεων και ΟΣΕΚΑ, κατά την έννοια της οδηγίας 2009/65. Επομένως, μπορεί να εξομοιωθεί, λόγω της δραστηριότητάς του και υπό την επιφύλαξη του ελέγχου στον οποίο οφείλει να προβεί το αιτούν δικαστήριο, με τους ημεδαπούς οργανισμούς στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 186 του InvFG 2011.
58 Ωστόσο, σε αντίθεση με τους ημεδαπούς οργανισμούς επενδύσεων, η Franklin έχει νομική προσωπικότητα και αντιστοιχεί, συναφώς, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις στις οποίες προέβη το Bundesfinanzgericht (ομοσπονδιακό φορολογικό δικαστήριο), στο πλαίσιο της εθνικής ένδικης διαδικασίας, σε ημεδαπή εταιρία της οποίας τα εισοδήματα πρέπει επίσης να καταλογίζονται σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες.
59 Επομένως, πρέπει να εξεταστεί αν, λόγω του ότι έχει νομική προσωπικότητα, η Franklin βρίσκεται, υπό το πρίσμα των άρθρων 186 και 188 του InvFG 2011, σε διαφορετική κατάσταση από εκείνη των ημεδαπών οργανισμών επενδύσεων και, ως εκ τούτου, η κατάστασή της δεν είναι αντικειμενικώς συγκρίσιμη, υπό το πρίσμα των άρθρων αυτών, με την κατάσταση ενός ημεδαπού οργανισμού επενδύσεων που εμπίπτει στο άρθρο 186 του InvFG 2011.
60 Το Δικαστήριο έχει κρίνει συναφώς ότι, υπό το πρίσμα των σκοπών που αφορούν κατ’ ουσίαν την αποφυγή της διπλής φορολογίας των εισοδημάτων από επενδύσεις και τη διασφάλιση ισοδύναμης φορολογικής μεταχειρίσεως των επενδύσεων που πραγματοποιούνται εμμέσως, μέσω οργανισμών επενδύσεων, σε σχέση με τις άμεσες επενδύσεις, το γεγονός ότι ένας οργανισμός συλλογικών επενδύσεων έχει καταστατική μορφή δεν τον περιάγει κατ’ ανάγκην σε διαφορετική κατάσταση από εκείνη ενός οργανισμού συλλογικών επενδύσεων με συμβατική μορφή [πρβλ. απόφαση της 7ης Απριλίου 2022, Veronsaajien oikeudenvalvontayksikkö (Απαλλαγή των επενδυτικών οργανισμών με συμβατική μορφή από τον φόρο), C‑342/20, EU:C:2022:276, σκέψη 73].
61 Πράγματι, τέτοιοι σκοποί μπορούν επίσης να επιτευχθούν όταν ένας οργανισμός συλλογικών επενδύσεων έχει καταστατική μορφή, αλλά τυγχάνει, εντός του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος, απαλλαγής από τον φόρο εισοδήματος ή απολαύει καθεστώτος φορολογικής διαφάνειας [απόφαση της 7ης Απριλίου 2022, Veronsaajien oikeudenvalvontayksikkö (Απαλλαγή των επενδυτικών οργανισμών με συμβατική μορφή από τον φόρο), C‑342/20, EU:C:2022:276, σκέψη 74].
62 Ομοίως, υπό το πρίσμα των ανωτέρω σκοπών, το γεγονός ότι μια εγκατεστημένη στην αλλοδαπή οντότητα, η οποία έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με ημεδαπό οργανισμό επενδύσεων, έχει νομική προσωπικότητα δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι αυτή ευρίσκεται σε διαφορετική κατάσταση από εκείνη ενός ημεδαπού οργανισμού επενδύσεων που δεν έχει νομική προσωπικότητα, αν τα μερίσματα που εισπράττει η εγκατεστημένη στην αλλοδαπή οντότητα καταλογίζονται στους μεριδιούχους της και δεν φορολογούνται, στο κράτος της έδρας της, στο επίπεδο της εν λόγω οντότητας, αλλά στο επίπεδο των μεριδιούχων της.
63 Εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξετάσει αν αυτό συμβαίνει εν προκειμένω, λαμβάνοντας υπόψη, ιδίως, το γεγονός ότι, αφενός, το Bundesfinanzgericht (ομοσπονδιακό φορολογικό δικαστήριο) διαπίστωσε, στο πλαίσιο της εθνικής ένδικης διαδικασίας, ότι η Franklin είχε διανείμει το σύνολο των εισοδημάτων της για το έτος 2013 και ότι, επομένως, δεν κατέβαλε αμερικανικό ομοσπονδιακό φόρο εισοδήματος για το έτος αυτό και, αφετέρου, ότι η Franklin είχε τύχει, για τους μεριδιούχους της που κατοικούν στις Ηνωμένες Πολιτείες και εμπίπτουν στη Σύμβαση Αυστρίας-ΗΠΑ, μείωσης του συντελεστή φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο στο 15 % και επιστροφής της διαφοράς σε σχέση με τον παρακρατηθέντα στην πηγή με συντελεστή 25 % φόρο εισοδήματος από κεφάλαιο και ότι, κατ’ αυτόν τον τρόπο, η φορολογική αρχή αναγνώρισε ότι οι μεριδιούχοι ήταν οι πραγματικοί δικαιούχοι των εισοδημάτων αυτών, κατά την έννοια του άρθρου 10 της Σύμβασης Αυστρίας-ΗΠΑ.
64 Επομένως, στο πρώτο και το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 63 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι εθνική ρύθμιση η οποία έχει ως αποτέλεσμα να εξαιρεί από την επιστροφή του φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο εγκατεστημένη στην αλλοδαπή οντότητα η οποία αφενός μεν έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με έναν ΟΣΕΚΑ, κατά την έννοια της οδηγίας 2009/65, αφετέρου δε έχει νομική προσωπικότητα όντας, εξ αυτού του λόγου, συγκρίσιμη με ημεδαπό νομικό πρόσωπο, ενώ οι ημεδαποί ΟΣΕΚΑ, κατά την ίδια εθνική νομοθεσία, θεωρούνται φορολογικά διαφανείς και δεν μπορούν να λειτουργούν ως νομικά πρόσωπα, δεν συνιστά περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων υπό την προϋπόθεση ότι τα εισοδήματα που εισπράττει η εγκατεστημένη στην αλλοδαπή οντότητα καταλογίζονται στους μεριδιούχους της και φορολογούνται, στο κράτος της έδρας της, όχι στο επίπεδό της, αλλά στο επίπεδο των μεριδιούχων της.
Επί του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος
65 Λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως η οποία δόθηκε στο πρώτο και στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα παρέλκει η απάντηση στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα.
Επί των δικαστικών εξόδων
66 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) αποφαίνεται:
Το άρθρο 63 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι εθνική ρύθμιση η οποία έχει ως αποτέλεσμα να εξαιρεί από την επιστροφή του φόρου εισοδήματος από κεφάλαιο εγκατεστημένη στην αλλοδαπή οντότητα η οποία αφενός μεν έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με έναν ΟΣΕΚΑ, κατά την έννοια της οδηγίας 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ), αφετέρου δε έχει νομική προσωπικότητα όντας, εξ αυτού του λόγου, συγκρίσιμη με ημεδαπό νομικό πρόσωπο, ενώ οι ημεδαποί ΟΣΕΚΑ, κατά την ίδια εθνική νομοθεσία, θεωρούνται φορολογικά διαφανείς και δεν μπορούν να λειτουργούν ως νομικά πρόσωπα, δεν συνιστά περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων υπό την προϋπόθεση ότι τα εισοδήματα που εισπράττει η εγκατεστημένη στην αλλοδαπή οντότητα καταλογίζονται στους μεριδιούχους της και φορολογούνται, στο κράτος της έδρας της, όχι στο επίπεδό της, αλλά στο επίπεδο των μεριδιούχων της.