O οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης DBRS Morningstar αναβάθμισε το αξιόχρεο της Ελλάδας στη βαθμίδα ΒΒ με θετική τάση από τη βαθμίδα ΒΒ (χαμηλό) με σταθερή τάση, κάνοντας λόγο για ισχυρή ανάκαμψη της οικονομίας φέτος και για σημαντική πρόοδο στη μείωση του ποσοστού των κόκκινων δανείων των τραπεζών στο 21,3% τον Ιούνιο του 2021 από 40,6% τον Δεκέμβριο του 2019.
Η θετική τάση αντανακλά την άποψη του οίκου ότι οι μελλοντικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας εμφανίζονται σημαντικά ενισχυμένες.
«Η απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας το 2023 αποτελεί έναν από τους στόχους του οικονομικού επιτελείου, οι οποίοι έχουν καταστεί ρεαλιστικοί, δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας μετά από αυτήν την εξέλιξη. Επεσήμανε δε, ότι «πρόκειται αναμφίβολα για μία σειρά σημαντικών θετικών εξελίξεων για την ελληνική οικονομία, οι οποίες είναι καρπός – και ταυτοχρόνως πιστοποίηση και επιβράβευση – των ορθών πολιτικών που έχουν σχεδιαστεί και υλοποιηθεί στο πεδίο της οικονομίας».
Αναλυτικά, ο υπουργός δήλωσε τα εξής:
«O οίκος αξιολόγησης “DBRS Morningstar προχώρησε σήμερα στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας κατά μία βαθμίδα, από ΒΒLow σε ΒΒ. Η αναβάθμιση πραγματοποιείται μόλις μία εβδομάδα μετά την αναβάθμιση της Ελλάδας από τη Scope Ratings. Είναι η τέταρτη φορά που διεθνής οίκος αξιολόγησης αναβαθμίζει, εν μέσω της υγειονομικής κρίσης, το αξιόχρεο της χώρας μας και η έβδομη από τότε που η Νέα Δημοκρατία ανέλαβε τη διακυβέρνηση.
Πρόκειται, αναμφίβολα, για μία σειρά σημαντικών θετικών εξελίξεων για την ελληνική οικονομία. Εξελίξεων οι οποίες είναι καρπός – και ταυτοχρόνως πιστοποίηση και επιβράβευση – των ορθών πολιτικών που έχουν σχεδιαστεί και υλοποιηθεί στο πεδίο της οικονομίας και γενικότερα της αποτελεσματικότητας της κυβερνητικής πολιτικής.
Παράλληλα, οι εξελίξεις αυτές αποδεικνύουν ότι η αξιοπιστία και το κύρος της Ελλάδας έχει ενισχυθεί. Όπως χαρακτηριστικά τονίζεται από τον οίκο αξιολόγησης στην έκθεσή του, η ελληνική οικονομία παρουσιάζει ισχυρά σημάδια ανάκαμψης και οι προοπτικές της έχουν βελτιωθεί ουσιαστικά. Κάτι που οφείλεται – όπως υπογραμμίζει και ο οίκος – στα μέτρα στήριξης τα οποία έλαβε η κυβέρνηση συγκρατώντας την ύφεση το 2020, στην υλοποίηση σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, “παρά την υγειονομική κρίση”, καθώς και στην ώθηση την οποία θα δώσει η αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων που αναμένεται να λάβει η χώρα μας τα επόμενα έτη. Αξιοποίηση με βάση και το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας “Ελλάδα 2.0”, το οποίο, σύμφωνα με την έκθεση “αποτελείται από μεταρρυθμίσεις που αναμένεται να ενισχύσουν την ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς και τις επενδύσεις”. Επιπρόσθετα, ο οίκος κάνει ειδική μνεία στη σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και στην παράταση του προγράμματος “Ηρακλής”, που – όπως τονίζει – μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη μονοψήφιου ποσοστού κόκκινων δανείων εντός του 2022, καθώς και στο ασφαλές ύψος των ταμειακών διαθεσίμων.
Το οικονομικό επιτελείο συνεχίζει τη συστηματική, σκληρή δουλειά, με όραμα, σχέδιο, αποφασιστικότητα, μετριοπάθεια και εμπιστοσύνη στις δυνατότητες της πατρίδας μας και των πολιτών της. Θέτει συγκεκριμένες προτεραιότητες και υλοποιεί στοχευμένες πολιτικές, προκειμένου να επιτύχει συγκεκριμένους στόχους, οι οποίοι έχουν καταστεί ρεαλιστικοί. Ένας εξ αυτών είναι η απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας το 2023. Η προσπάθειά μας για μια οικονομία πιο ισχυρή, παραγωγική και ανταγωνιστική και μια κοινωνία δικαιότερη και πιο συνεκτική είναι διαρκής».