Με τα χρονικά περιθώρια να στενεύουν επικίνδυνα (καθώς αναμένεται να προσδιοριστεί ο χρόνος παράτασης) θα προσπαθήσουμε να συγκεντρώσουμε όσο το δυνατόν πιο περιεκτικά όλες εκείνες τις περιπτώσεις βάσει των οποίων θα πρέπει να προχωρήσει κάποιος στη μετάταξη ενός αγρότη ή στην ένταξη ενός παραγωγού στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, το οποίο συνεπάγεται την υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης φορολογικών στοιχείων (τιμολογίων, αποδείξεων λιανικών συναλλαγών κ.λπ.). Η ΠΟΛ.1201/28.12.16 τροποποιεί πλήρως και προσδιορίζει συγκεκριμένα τα νέα κριτήρια σύμφωνα με τα οποία εντάσσονται ή όχι στο καθεστώς βιβλίων οι αγρότες από την 01.01.17. Μία διάταξη που φέρνει μεγάλες ανατροπές και θα πρέπει όλοι οι εμπλεκόμενοι να λάβουν σοβαρά υπόψη, προκειμένου να μη βρεθούν στη δίνη των προστίμων.
Η εν λόγω διάταξη ορίζει ότι: «…στις 15.000 ευρώ περιλαμβάνεται η αξία όλων των παραδόσεων αγροτικών προϊόντων ιδίας παραγωγής και των παροχών αγροτικών υπηρεσιών προς κάθε πρόσωπο που πραγματοποιήθηκαν στο προηγούμενο φορολογικό έτος, και στις 5.000 ευρώ περιλαμβάνεται κάθε είδους επιδότηση που έλαβαν οι αγρότες».
Ας δούμε αναλυτικά τι σημαίνει η παραπάνω παράγραφος.
Συνυπολογίζονται και τα έσοδα από παροχή υπηρεσιών
Για να ενταχθεί κάποιος στο κανονικό καθεστώς, πρέπει να έχει πάνω από 15.000,00€ τζίρο το προηγούμενο έτος. Μιλάμε για τους αγρότες και τους παραγωγούς του ειδικού καθεστώτος οι οποίοι θα πρέπει να έχουν συγκεντρώσει όλα τα τιμολόγια αγοράς και τα παραστατικά με τα οποία πούλησαν την παραγωγή τους στα εκκοκκιστήρια, στους συνεταιρισμούς ή τους εμπόρους και να τα προσκομίσουν στον λογιστή τους, έτσι ώστε να είναι σε θέση να γνωρίζουν αν θα πρέπει να ενταχθούν ή όχι, βάσει τζίρου, στο κανονικό καθεστώς.
Επίσης, όπως και πέρυσι, λαμβάνονται υπόψη οι λιανικές πωλήσεις που έκανε κάποιος προς άλλους αγρότες του ειδικού καθεστώτος, αλλά και προς ιδιώτες, εκδίδοντας αποδείξεις είσπραξης. Θα πρέπει να συγκεντρώσει τις αποδείξεις αυτές αφού αποτελούν στοιχείο προσδιορισμού εσόδων και για το Ε-3 που θα συνταχθεί τους επόμενους μήνες στις φορολογικές δηλώσεις.
Το νέο στοιχείο που εισάγει ως στοιχείο ένταξης η ΠΟΛ.1201 είναι το ότι στον τζίρο για προσδιορισμό του ορίου των 15.000 € υπολογίζονται και τα έσοδα από παροχή υπηρεσιών προς άλλους αγρότες. Δηλαδή, αν κάποιος αγρότης ο οποίος αποφάσισε να δουλέψει στο χωράφι τρίτου, πληρώθηκε με εργόσημο, τότε στον προσδιορισμό του τζίρου από τις πωλήσεις της παραγωγής του προστίθεται και το σύνολο των εργοσήμων που έλαβε από την εργασία του.
Το δεύτερο κριτήριο ένταξης είναι το όριο των 5.000 € από επιδοτήσεις. Η ΠΟΛ.1201 ορίζει: «στις 5.000 ευρώ περιλαμβάνεται κάθε είδους επιδότηση που έλαβαν οι αγρότες».
Μέχρι τώρα λαμβανόταν υπόψη το ποσό της ενιαίας ενίσχυσης (και μόνο) προκειμένου κάποιος να ενταχθεί ή όχι στο κανονικό καθεστώς. Το νέο που εισάγει η εν λόγω διάταξη είναι ότι πλέον λαμβάνονται υπόψη όλες οι επιδοτήσεις που εισπράχθηκαν εντός του προηγούμενου έτους, ανεξαρτήτως του ποια χρονιά αφορούν.
Πρέπει να εκδίδουν οι ίδιοι τα τιμολόγια πώλησης
Ας δούμε συγκεντρωτικά και όσο το δυνατόν πιο περιεκτικά κάποια θέματα σχετικά με την τήρηση ή των βιβλίων, την ένταξη ή στο κανονικό καθεστώς κλπ.
Ποιες διαφορές υπάρχουν ανάμεσα στους τηρούντες και μη βιβλία;
Οι αγρότες που έχουν υποχρέωση τήρησης βιβλίων (κανονικό καθεστώς), όταν πουλάνε τα προϊόντα τους, είναι υποχρεωμένοι να εκδίδουν οι ίδιοι τιμολόγιο πώλησης προς τους εμπόρους, τα εκκοκκιστήρια και γενικότερα προς τον οποιονδήποτε αγοράζει το προϊόν τους. Αντίθετα για τους αγρότες οι οποίοι δεν έχουν βιβλία (ειδικό καθεστώς) για τα προϊόντα που πουλάνε, το τιμολόγιο θα το εκδώσει αυτός που αγοράζει το προϊόν τους.
Για τους έχοντες βιβλία, θα πρέπει να υποβάλλουμε συγκεντρωτική κατάσταση τιμολογίων κάθε 3μηνο, ενώ για τους μη έχοντες βιβλία, μία φορά για όλο τον χρόνο.
Να επισημάνουμε ότι για το 2016 οι συγκεντρωτικές καταστάσεις θα υποβληθούν για όλους τους αγρότες του κανονικού καθεστώτος μέχρι 28.02.17 (όπως και οι λοιπές κοινές επιχειρήσεις), ενώ οι αγρότες του ειδικού θα υποβάλουν τις δικές τους μέχρι την ημερομηνία υποβολής της φορολογικής τους δήλωσης.
Υποχρεωτικά για όλους τα παραστατικά
Τι γίνεται με τους αγρότες που δεν έχουν υποχρέωση τήρησης βιβλίων;
Καμία απολύτως διαφορά. Ισχύει το ίδιο και γι’ αυτούς. Για όλους όσοι έχουν γεωργική καλλιέργεια, ο τρόπος υπολογισμού των καθαρών κερδών είναι ο ίδιος. Είναι πάρα πολύ σημαντικό να καταλάβουν και αυτοί οι οποίοι δεν έχουν βιβλία ότι έχουν τις ίδιες ακριβώς υποχρεώσεις. Αλλωστε, να μην ξεχνάμε πως από τις διατάξεις ορίζεται ότι «όσοι δεν έχουν άλλη δραστηριότητα, δεν έχουν υποχρέωση τήρησης βιβλίων.
Στην ΠΟΛ.1041/4.2.2015, μεταξύ άλλων ορίζεται ότι: «4. Επομένως, όσοι αποκτούν εισόδημα από ατομική αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από το αν απαλλάσσονται ή όχι από την τήρηση βιβλίων του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (ΚΦΑΣ) και την ένταξή τους ή όχι στο ειδικό καθεστώς Φ.Π.Α., προσδιορίζουν τα ακαθάριστα έσοδα και τα κέρδη τους λογιστικά (με βάση τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία) και σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 21 έως και 28 του νέου ΚΦΕ (ν. 4172/2013).
Βλέπουμε ότι δεν υπάρχει καμία απολύτως διαφορά, είτε κάποιος είναι στο κανονικό καθεστώς είτε είναι στο ειδικό καθεστώς. Ολοι, τα έξοδα και τα έσοδά τους τα αποτυπώνουν σε μία καταγεγραμμένη κατάσταση την οποία μπορούν να την ονομάσουν όπως θέλουν. Το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο: όταν ζητηθεί για έλεγχο, αυτή η κατάσταση με το όποιο όνομα, θα πρέπει να εκτυπωθεί και να είναι σε θέση να επιδειχθεί στον έλεγχο. Και φυσικά έχουν όλη υποχρέωση διαφύλαξης όλων των παραστατικών.
Τονίζεται αυτό διότι πάρα πολλοί έχουν δώσει τα τιμολόγια από τον πιστοποιημένο σπόρο στα συνεργεία του ΟΣΔΕ κατά τη σύνταξη της δήλωσης. Επίσης, πάρα πολλοί, επειδή δεν είναι ενταγμένοι στο κανονικό καθεστώς, δεν κρατούν καθόλου τα παραστατικά των εξόδων που κάνουν (αποδείξεις από πετρέλαια, λάδια κ.λπ.), κάτι που αποτελεί μεγάλο λάθος, γιατί θα ψάχνουν στο τέλος του χρόνου να συγκεντρώσουν έξοδα αλλά δεν θα βρίσκουν.
Τις υποχρεώσεις επομένως τις έχουν στην πράξη όλοι όσοι έχουν κάνει δήλωση ΟΣΔΕ και όχι μόνο όσοι έχουν βιβλία, αφού, όπως αναφέραμε πιο πάνω, θα υπολογισθεί το εισόδημά τους με τον ίδιο τρόπο.
Τέσσερις συντελεστές αντικαθιστούν… το 13%
Στο ίδιο άρθρο και νόμο, όπως τροποποιήθηκε με την περ. α΄ της παρ. 6 του άρθρου 22 του ν. 4223/2013 (Φ.Ε.Κ. 287 Α’), ορίζεται ότι ειδικά για τον προσδιορισμό του εισοδήματος από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, στα έσοδα από επιχειρηματικές συναλλαγές περιλαμβάνονται τα έσοδα από την παραγωγή γεωργικών, πτηνοτροφικών, κτηνοτροφικών, δασοκομικών, υλοτομικών και αλιευτικών προϊόντων.
Σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4172/2013, τα κέρδη από ατομική αγροτική επιχείρηση φορολογούνται με συντελεστή δεκατρία τοις εκατό (13%).
Συγκεκριμένα με τη νέα διάταξη και τα κέρδη από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα φορολογούνται πλέον με την κλίμακα της παραγράφου 1 του άρθρου 15 αυτοτελώς].
Τα κέρδη του 2016 και μετά, από ατομική αγροτική επιχείρηση φορολογούνται αυτοτελώς με την ακόλουθη κλίμακα:
Επισημαίνουμε για μία ακόμη φορά ότι στον υπολογισμό λαμβάνονται όλες οι επιδοτήσεις που εισπράχθηκαν εντός του 2016 (διάστημα 01.01.-31.12.16), ανεξαρτήτως του έτους που αφορούν, με εξαίρεση τις αποζημιώσεις του ΕΛΓΑ και τις επιδοτήσεις που έχουν δοθεί για επενδυτικές δαπάνες.
Τέλος θα πρέπει να γίνει ξεκάθαρα κατανοητό ότι η άθροιση των επιδοτήσεων που εισπράχθηκαν εντός του 2016 γίνεται για τον έλεγχο και μόνο της υποχρέωσης ένταξης στο κανονικό καθεστώς. Δεν έχουν καμία σχέση με τα ποσά που θα ληφθούν υπόψη για τη φορολόγηση.