Του Νίκου Σακελλαρίου, συνεργάτη του Taxheaven

Παλιά όλοι έλεγαν ότι τα χρηματιστήρια κινούνται ανεξάρτητα από τις προθέσεις της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας για την οικονομική πολιτική και ταυτόχρονα καμία κυβέρνηση δεν ακολουθεί την τάση των χρηματιστηρίων.  Τα τελευταία 20 χρόνια είναι πλέον ξεκάθαρο τα χρηματιστήρια αποτελούν τους μεγαλύτερους μεταβιβαστές κεφαλαίων στις επιχειρήσεις και στις οικονομικές δραστηριότητες και ότι πλέον καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να αγνοεί τα μηνύματα των αγορών.

Οι πρόσφατες εξελίξεις με την Κίνα (υποχώρηση αναπτυξιακών ρυθμών και πρόβλημα με την Evergrande) έχουν δημιουργήσει αλυσιδωτές πιέσεις στο ελληνικό χρηματιστήριο και στα ελληνικά ομόλογα. Το σκηνικό που υπήρχε πριν από τον Σεπτέμβριο έχει χαλάσει και αυτό φαίνεται ότι παρά τις υμνητικές εκθέσεις των ξένων οίκων για την ελληνική οικονομία και τις τράπεζες, οι μετοχές δεν ακολουθούν τις τάσεις στις ξένες αγορές στην άνοδο και καταγράφουν μεγάλες πιέσεις στην πτώση τους. Επίσης το αγοραστικό ενδιαφέρον για ελληνικά ομόλογα έχει μειωθεί αισθητά τον Σεπτέμβριο σε σχέση μ’ αυτό που υπήρχε τον Αύγουστο.

Στο θετικό σενάριο που υπολόγιζαν τα επενδυτικά κυριαρχούσε η προσδοκία να ενταχθεί σε επενδυτική βαθμίδα η ελληνική οικονομία. Αυτό θα διευκόλυνε πολύ στο μέλλον στην άντληση κεφαλαίων αλλά και στην είσοδο των ελληνικών ομολόγων και μετοχών μέσα στα χαρτοφυλάκια των ισχυρών αμοιβαίων κεφαλαίων σε Αμερική και Ευρώπη. Όμως εάν συνεχιστούν οι πιέσεις στις αγορές ίσως να υπάρχει καθυστέρηση στην απόδοση της επενδυτικής βαθμίδας μέχρι το τέλος του χρόνου. Αυτή θα ήταν η δυσχερέστερη εξέλιξη για τα ελληνικά έσοδα.  

Υπολογίζεται ότι το ελληνικό δημόσιο από την ένταξη της ελληνική οικονομίας και του χρεοστασίου σε επενδυτική βαθμίδα θα εισπράξει έμμεσα πάνω από 2 δις ευρώ σε ορίζοντα 1 έτους. Ταυτόχρονα θα βελτιωθεί και η εικόνα των επενδύσεών εντός της χώρας αλλά και των εξαγωγών της.  

Αν η ένταξη (λόγω χρηματιστηριακής διόρθωσης) καθυστερήσει 2-3 μήνες ουσιαστικά το πλάνο της έμμεσης χρηματοδότησης των ελληνικών αναγκών θα μετατεθεί στο μέλλον και σε μία περίοδο που θα βρίσκεται κοντά στο tapering από την ΕΚΤ. Αυτό θα σημάνει και υψηλότερα επιτόκια και δυσκολότερη προσέγγιση ξένων κεφαλαίων. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες ας περιμένουμε μία ακόμη έξοδο στις αγορές μέσα στον δίμηνο Οκτωβρίου-Νοεμβρίου προκειμένου να αυξηθούν ακόμη περισσότερο τα ταμειακά διαθέσιμα ενόψει του δύσκολου χειμώνα.

Πηγή